Στην αγορά της Αθήνας |
---|
Γεια σας! Με λένε Ηλέκτρα. Ζω στον 5ο αιώνα π.Χ. κι έχω έναν αδερφό τον Κλέαρχο. Είναι κάμποσα χρόνια μεγαλύτερός μου. Απ' αυτόν έχω ακούσει πολλά για την αγορά της πόλης μου, της Αθήνας, αλλά δεν έχω μπορέσει να πάω να τη δω. Μια μέρα ο αδερφός μου ετοιμαζόταν να πάει στο γυμναστήριο κι εγώ έβραζα από το θυμό μου. "Γιατί, δηλαδή, να επιτρέπεται μόνο οι άντρες να πηγαίνουν στην αγορά, στα γυμναστήρια, παντού κι εμείς οι γυναίκες να είμαστε κλεισμένες στο σπίτι", σκεφτόμουν κι όλο και περισσότερο νευρίαζα. Φωνάζω, τότε, του αδερφού μου και του λέω: - Κλέαρχε, πάρε με μαζί σου ως την Αγορά. - Μα, δε γίνεται, μου απαντά με άγριο ύφος αυτός. - Σε παρακαλώ. Τίποτα αυτός. Τότε βάζω μπρος το μεγάλο γυναικείο όπλο, τη γκρίνια. Του έσπασα τα νεύρα, ώσπου στο τέλος…. - Εντάξει, μου είπε. Μόλις φτάσαμε μ' έκρυψε από πίσω του. Ευτυχώς που θα μπορούσε κανείς να με περάσει και γι' αγόρι. Τι ωραία που ήταν. Κάτω απ' τον πανέμορφο, γαλάζιο ουρανό της Αθήνας ήταν ο λόφος της Ακρόπολης. Ο Παρθενώνας με τις υπέροχες μαρμάρινες κολώνες του άστραφτε κάτω από το λαμπερό ήλιο. Μόλις τον είχαν εγκαινιάσει κι όλοι μιλούσαν γι' αυτόν με θαυμασμό. Κάτω από το λόφο της Ακρόπολης υπήρχαν πολλά κτίρια, το ένα πιο όμορφο απ' τ' άλλο. |
Κάποια στιγμή βλέπω πίσω από κάτι ελιές να εμφανίζεται ένα τσούρμο ανθρώπων. Στη μέση ήταν ένας γεροντάκος κάπως ασχημούτσικος με μακριά άσπρη γενειάδα. Αυτός μιλούσε και οι άλλοι τον κοιτούσαν με ανοιχτό το στόμα. Ήταν ο Σωκράτης, αυτός ο πολύ σπουδαίος δάσκαλος της εποχής μας. Α! Ξέχασα να σας πω και για τους πάγκους. Στην αγορά υπήρχαν πολλοί πάγκοι, όπου πάνω σ' αυτούς οι έμποροι και οι αγρότες τοποθετούσαν τα προϊόντα, που είχαν για πούλημα. Τι πουλούσαν; Ό,τι μπορείς να φανταστείς. Ρούχα, σανδάλια, φρέσκα ψάρια, παστά ψάρια, κρέατα, πουλερικά, κυνήγια, ξηρούς καρπούς και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Γύρω από τους πάγκους μαζεύονταν οι άνθρωποι και διάλεγαν τα προϊόντα που τους ενδιέφεραν. Η αγορά έμοιαζε σαν ένα πολύβουο μελίσσι. Εκεί πραγματικά χτυπούσε η καρδιά της Αθήνας. - Ηλέκτρα, Ηλέκτρα, ο μπαμπάς, μου φώναξε τρομαγμένος ο Κλέαρχος και με σκούντησε με τον αγκώνα του. Αμέσως το 'βαλα στα πόδια κι ούτε που ξέρω πώς βρέθηκα στο σπίτι μου και πώς χώθηκα στην αποθήκη με τα τρόφιμα, για να μην καταλάβουν ότι έφυγα. Ήμουν όμως πάρα πολύ ευτυχισμένη που μπόρεσα και είδα από κοντά την αγορά της πόλης μας, παρ' ότι δεν μπόρεσα ν' αγοράσω απολύτως τίποτα.
Σημείωση: Το κείμενό μας αυτός το εμπνευστήκαμε μετά από την επίσκεψη, που έκανε η τάξη μας στην Αρχαία Αγορά των Αθηνών. |
|Σελίδα
1| |Σελίδα
2| |Σελίδα
3| |Σελίδα 4| | Σελίδα 5| |Σελίδα
6| |Σελίδα 7|
| Σελίδα 8| |Σελίδα 9|
|Σελίδα 10| |Σελίδα 11| |Σελίδα 12| |Σελίδα 13| |Σελίδα 14| |Σελίδα 15| |Σελίδα 16| |Σελίδα 17| |Σελίδα 18| |Σελίδα 19| |Σελίδα 20| |Σελίδα 21| |Σελίδα 22| |Σελίδα 23| |Σελίδα 24| |Σελίδα 25| |Σελίδα 26| |Σελίδα 27| |Σελίδα 28| |
Η
σχεδίαση και η κατασκευή των σελίδων έγινε από το Βασίλη Φουρτούνη
Email: Korifasio2001@yahoo.gr Copyright © 2001 BASILIS FOYRTOYNIS |