Για το υπό έκδοση βιβλίο του Χριστόφορου Κορυφίδη με τίτλο «Στο τέλος του περασμένου αιώνα – Ελλάδα Ευρώπη Τουρκία – Ιστορίες διαπραγμάτευσης»

0

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι, ως συνήθως, σε κρίση. Τα πυρακτωμένα κάρβουνα, θα βρεθούν και πάλι στα χέρια των διαπραγματευτών, αφού αυτοί είτε πριν, είτε μετά από πόλεμο, θα αναλάβουν την ευθύνη της απόκτησης μιας νέας ισορροπίας ειρηνικής συνύπαρξης, στην περιοχή μας. Δύσκολος, αλήθεια, ο ρόλος τους. Δύσκολος και καταλυτικός, αφού-πέρα από τη συγκυρία-το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης θα κριθεί, σε μεγάλο βαθμό, από τη δική τους  παρουσία στο τραπέζι του διαλόγου. Από το πως, δηλαδή, θα χειριστούν τα πράγματα, από τις αντοχές τους, το ταλέντο τους, την εμπειρία τους και κύρια, από το αν λειτουργούν ή όχι με όρους κοινωνίας της γνώσης..
Με τη διαπραγμάτευση και την αντικειμενική της αξία στην καθημερινότητά μας, τους κανόνες, τις προϋποθέσεις και το πλαίσιο λειτουργία της, το προφίλ των καλών διαπραγματευτών-με τις ικανότητες και τις δεξιότητες που πρέπει να έχουν-καθώς και με την αξία της διαπραγμάτευσης σήμερα, ως εργαλείου εξοικείωσής μας με τη σύγχρονη παγκοσμιότητα, ασχολείται το υπό έκδοση βιβλίο του Χριστόφορου Κορυφίδη, με τίτλο: «ΕΛΛΑΔΑ-ΕΥΡΩΠΗ-ΤΟΥΡΚΙΑ: ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ»
Στο βιβλίο παρουσιάζονται ιστορίες διαπραγμάτευσης του συγγραφέα, στα τέλη του περασμένου αιώνα. Ιστορίες που αφορούν στην ολοκλήρωση μιας ευθύνης που ανέλαβε τότε, από πλευράς Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (Μικτή Συμβουλευτική Επιτροπή ΕΕ/Τουρκίας), να επεξεργαστεί μια έκθεση με τίτλο: «Οι επιπτώσεις της τελωνειακής ένωσης ΕΕ/Τουρκίας, στο κοινωνικό επίπεδο». Ιστορίες διαπραγμάτευσης, που κράτησαν πάνω από έναν χρόνο (1997-1998), και  κατέληξαν σε κάτι πολύ σημαντικό. Στην υπερψήφιση μιας κοινής έκθεσης από ευρωπαϊκής και τουρκικής πλευράς, με πολύ σοβαρό περιεχόμενο.  Ένα περιεχόμενο, που εμπεριείχε παραδοχές της τουρκικής πλευράς για ελλείμματά της, σε σχέση με τα ανθρώπινα και συνδικαλιστικά δικαιώματα, αλλά και σε σχέση με τον ρόλο της στην περιοχή, απέναντι στους γείτονές της.    
Ο επίλογος του συγκεκριμένου βιβλίου, που δημοσιεύουμε σήμερα, μας βοηθά όλους, στο να καταλάβουμε τι σημαίνει  τραπέζι διαπραγμάτευσης και πόσο δύσκολος είναι ο διάλογος, σ’ αυτό. Μας βοηθά, επίσης, στο να συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα ένταξης στο δημόσιο εκπαιδευτικό μας σύστημα, ενός ολοκληρωμένου προγράμματος εξοικείωσης των Νεοελλήνων, με τις σύγχρονες μορφές διαπραγμάτευσης. Βοηθά, τέλος και ειδικότερα τους πολιτικούς και τους διαπραγματευτές μας, στο να επιβεβαιώσουν το πως, πότε, που και με τι εφόδια, θα πρέπει να καθίσουν στο τραπέζι του διαλόγου”

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ενός υπό έκδοση βιβλίου, του Χριστόφορου Κορυφίδη*

 

 

Ο ρόλος της διαπραγμάτευσης στη σύγχρονη καθημερινότητά μας”

Στις προηγούμενες σελίδες, ο αναγνώστης τους, μπορεί με λίγη προσοχή, να εντοπίσει απαντήσεις σε μια σειρά ερωτημάτων, που σχετίζονται με τη διαπραγμάτευση. Την απλή διαπραγμάτευση μεταξύ δύο ανθρώπων, που επιθυμούν να επιλύσουν μια οικονομική τους διαφορά. Τη διαπραγμάτευση, ακόμη, μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, για τις συνθήκες εργασίας και τους μισθούς. Την πολιτική επίσης, διαπραγμάτευση, για την επίλυση πολιτικών διαφορών, ενδοκομματικών και διακομματικών. Τη διπλωματική, τέλος, διαπραγμάτευση, για την επίλυση διεθνικών διαφορών, ή ακόμη και διαφορών που προκύπτουν σε συσπειρώσεις, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι διεθνείς οργανισμοί.
Αυτές, ακριβώς, τις απαντήσεις θα προσπαθήσουμε να συνοψίσουμε στον επίλογο, μ’ έναν δοκιμιακό τρόπο. Δηλαδή με έναν τρόπο, που θα δίνει στον αναγνώστη ερεθίσματα, για βαθύτερες αναζητήσεις, αλλά και για άλλες, συγκεκριμένες-κατά περίπτωση-στοχεύσεις, ιδιαίτερης αξίας και σημασίας, για τον ίδιο.
Με τον τρόπο αυτόν, ελπίζουμε να αναδείξουμε την έννοια και το ρόλο της διαπραγμάτευσης στην καθημερινότητά μας, αξιοποιώντας την θετικά, για την επίλυση των προβλημάτων μας. Τόσο εκείνων που μας αφορούν άμεσα και προσωπικά, όσο και εκείνων που διαχειρίζονται οι συλλογικότητες, στις οποίες ανήκουμε.
“Διαπραγμάτευση:
Ορισμός”
Επιγραμματικά, λοιπόν, μπορούμε να ορίσουμε ως διαπραγμάτευση, κάθε ειρηνική ανθρώπινη προσπάθεια άμεσης διαβούλευσης αντίπαλων μερών, για την επίλυση όποιας μορφής προβλημάτων, που αφορούν σε πρόσωπα, ή συλλογικότητες. Η διαπραγμάτευση-στο βαθμό που είναι επιτυχής-καταλήγει πάντα σε συγκεκριμένη συμφωνία, μεταξύ των μερών.
“Η διαπραγμάτευση δεν αποτελεί, αλλά δημιουργεί δίκαιο” Στο προηγούμενο πλαίσιο η διαπραγμάτευση δεν αποτελεί πράξη δικαίου. Αντίθετα, η συμφωνία που πετυχαίνει μια διαπραγμάτευση, δημιουργεί δίκαιο. Με την έννοια ότι αναγνωρίζεται αμφίπλευρα, ως πλαίσιο νέας αφετηριακής σχέσης, για συνύπαρξη, ή και κοινή λειτουργία.
 

 

 

 

 

“Διαπραγμάτευση & «ελεύθερη αγορά»”

Στο προηγούμενο, επίσης, πλαίσιο, η διαπραγμάτευση δεν στηρίζεται σε ηθικούς κανόνες. Σε κανόνες, δηλαδή, νομιμοποιημένους κοινωνικά και αναγνωρίσιμους διαχρονικά (πέραν της μιας γενεών). Στις διαπραγματεύσεις εκπροσωπούνται αποκλειστικά συμφέροντα, συγκρούεται η προστασία τους και αναζητείται μια-ούτως ή άλλως-νέα ισορροπία τους.
Οι κανόνες των διαπραγματεύσεων λειτουργούν ομοίως, με εκείνους της λεγόμενης «ελεύθερης αγοράς».
Η διαπραγμάτευση τοποθετείται χρονικά, λίγο πριν και λίγο μετά, από την «ΕΙΡΗΝΗ» και τον «ΠΟΛΕΜΟ», αντίστοιχα. Συνεπώς επιτυχία της σημαίνει συνέχιση της ειρήνης και αποτυχία της, έναρξη πολέμου.
Μια διαπραγμάτευση χάνεται, κερδίζεται, ή καταλήγει χωρίς αποτέλεσμα. Το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης και η συγκυρία πραγματοποίησής της παίζουν σημαντικό ρόλο στο αποτέλεσμά της.
Οι παράγοντες, όμως, που χαράσσουν την πορεία της, διαμορφώνουν τις συνθήκες λειτουργίας της και οικοδομούν δημιουργικά, στιγμή προς στιγμή το αποτέλεσμά της, είναι οι διαπραγματευτές. Οι άνθρωποι, δηλαδή, που κάθονται ένθεν κακείθεν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Το τετράγωνο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, με τους διαπραγματευτές απέναντι, να κοιτάζονται συνεχώς στα μάτια, για έλεγχο των αντοχών, των ορίων και των κόκκινων γραμμών τους.
Συνεπώς, στο συγκεκριμένο λειτουργικό πλαίσιο, ο διαπραγματευτής δεν λειτουργεί με όρους ηθικής και απονομής δικαιοσύνης, αλλά με όρους προστασίας και προώθησης συμφερόντων.
 

 

 

“Ο καλός διαπραγματευτής”

Συνακόλουθα, ο καλός διαπραγματευτής, κρίνεται από άλλες παραμέτρους, πέραν της ηθικής και της δικαιοσύνης.
Ο καλός διαπραγματευτής, καταρχήν, δεν οδηγείται στο πεδίο της διαπραγμάτευσης για να χάσει. Οδηγείται εκεί, για να κερδίσει. Με θέσεις, που δεν θα υπερβαίνουν τις αντοχές των αντιπάλων του και αξιοποιώντας πάντα, την ευνοϊκότερη γι’ αυτόν συγκυρία, σ’ ό,τι αφορά στους συσχετισμούς δυνάμεων.
Ο καλός διαπραγματευτής, επίσης, δεν ενεργοποιείται μόνον στη φάση της ενεργούς διαπραγμάτευσης. Ενεργοποιείται κύρια, πριν από αυτήν, όταν αναζητά και μετρά το πλαίσιο και τις προϋποθέσεις, που θα τον οδηγήσουν σε επιτυχία, ή όταν συγκεντρώνει και κωδικοποιεί τη σχετική γνώση και τις πληροφορίες, που θα τον φέρουν σε ευνοϊκότερη θέση από τον απέναντί του.
Ο καλός διαπραγματευτής γνωρίζει ακόμη και αποδέχεται, τη σχέση της διαπραγμάτευσης με το χρόνο. Ότι, δηλαδή, για μια πετυχημένη διαπραγμάτευση δεν παίζει παιχνίδια με το χρόνο της, ότι αναδεικνύει συνειδητά και κατακτά ενδιάμεσους στόχους της και ότι σε κάθε νέα φάση της, αρχίζει πάντα, από εκεί που σταμάτησε στην προηγούμενη.
Ο καλός διαπραγματευτής γνωρίζει, τέλος, το αυτονόητο. Ότι διαπραγμάτευση σημαίνει έκφραση και προστασία συμφερόντων. Συμφερόντων ατομικών, αλλά και συλλογικών. Και ότι στην περίπτωση που τα συμφέροντα που εκφράζονται και προστατεύονται είναι συλλογικά, δεν χωρούν ιδιοτέλειες και προσωπικές στρατηγικές.
“Η οικουμενικότητα της διαπραγμάτευσης” Η οικουμενικότητα της διαπραγμάτευσης, ως μηχανισμού αναζήτησης και απόκτησης συμφωνίας σε ανθρώπινες διαφορές, όποιας μορφής και έντασης, αποκτά στη σύγχρονη παγκοσμιότητα νέα διάσταση.
Μια διάσταση, που προσδιορίζεται κυρίαρχα από τους όρους, τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες λειτουργίας σήμερα της παγκοσμιότητας.
“Η καλλιέργεια της διαπραγμάτευσης”

 

Συνεπώς, δεν μπορεί πλέον, ο διαπραγματευτής, όποιου επιπέδου, να λειτουργεί με μοναδικό εφόδιο τις σχετικές ικανότητές του, όπως τις διαμόρφωσε εμπειρικά. Στο βαθμό που η διαπραγμάτευση, μας αφορά όλους, πρέπει τα επί μέρους στοιχεία της να καλλιεργούνται συστηματικά, πολύπλευρα και ολοκληρωμένα. Κάτι που σημαίνει ένταξή τους με επιλογή και σχέδιο, σ’ όλες τις βαθμίδες του Ελληνικού Εκπαιδευτικού Συστήματος.
“ Όλα είναι διαπραγματεύσιμα” Στο βαθμό, επίσης, που, όλα πλέον είναι διαπραγματεύσιμα, καθώς έλεγε ένας από τους πρωτοπόρους της «ελεύθερης αγοράς», ο Αριστοτέλης Ωνάσης, απαιτείται η απόκτηση μιας, ολοκληρωμένης και επιστημονικά τεκμηριωμένης, σχετικής στρατηγικής. Μιας στρατηγικής, συλλογικής πάντα, πολιτικά και κοινωνικά.
 

 

“Για μια Ελληνική Παιδεία διαπραγμάτευσης”

Κλείνοντας, επανέρχομαι επιγραμματικά, στο μήνυμα που προσπάθησα να στείλω, με τα προλεγόμενα αυτής της έκδοσης:
Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα και να εντάξουμε στο πανεπιστημιακό-και όχι μόνον-εκπαιδευτικό μας σύστημα ολοκληρωμένα προγράμματα διαμόρφωσης και καλλιέργειας των δεξιοτήτων και της ικανότητας, κάθε Έλληνα/Ελληνίδας, για διαπραγμάτευση.
Η απόκτηση Ελληνικής Παιδείας Διαπραγμάτευσης θα μας βοηθήσει όλους και πολύπλευρα.· Θα μας βοηθήσει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητάς μας.· Θα μας βοηθήσει στο να γίνουμε καλύτεροι στις σχέσεις μας με τους γύρω μας, τους απέναντι και τους άλλους.· Θα μας βοηθήσει στο να κερδίσουμε τη μάχη επιβίωσής μας στην νέα Παγκοσμιότητα, με έναν τρόπο, που μόνον σ’ αυτό το μήκος και πλάτος του Πλανήτη, έχει γεννηθεί, αναπτυχθεί και επιβιώσει, διαχρονικά.
“Ελληνικά και καινοτόμα…” Ελληνικά, λοιπόν. Ελληνικά και καινοτόμα περνάμε στη νέα εποχή της διαπραγμάτευσης. Της διαπραγμάτευσης σε πλαίσιο Παγκοσμιότητας και με όρους κοινωνίας της γνώσης.

Ιούλιος, 2020

* Χριστόφορος Κορυφίδης διετέλεσε μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, από το 1994-2006. Διετέλεσε επίσης, πρόεδρος του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ και πρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (ΔΟΕ)

Share.

Comments are closed.