Ιστορικές στιγμές στο Φανάρι, όπου οι δύο προκαθήμενοι της Χριστιανοσύνης, ο Πάπας Λέων ο ΙΔ’ και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος χοροστάτησαν στη Δοξολογία στον πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου, και ακολούθως υπέγραψαν κοινή διακήρυξη.
Ο Πάπας, συνοδευόμενος από την ακολουθία του, έφτασε το μεσημέρι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εκεί, στην είσοδο του πατριαρχικού ναού του Αγίου Γεωργίου, τον υποδέχτηκε ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Οι δύο προκαθήμενοι, αφού άναψαν μαζί κερί, προσκύνησαν την αγία εικόνα στον ναό και στη συνέχεια όπου εψάλη η Δοξολογία. Είχε προηγηθεί το κοινό προσκύνημα, την Παρασκευή, στη Νίκαια της Βιθυνίας (İznik) για να τιμήσουν την 1.700η επέτειο από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο.
Πάπας και Πατριάρχης «αγγίζουν» κοινή ημερομηνία Πάσχα
Πάπας Λέων ΙΔ΄ και Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος δεσμεύτηκαν να εργαστούν από κοινού για την εξεύρεση τρόπου καθορισμού κοινής ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα από τις Καθολικές και τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Η κοινή δήλωση υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο Πατριαρχικό Μέγαρο, όπου οι δύο θρησκευτικοί ηγέτες τόνισαν την ανάγκη για θρησκευτική ενότητα και συνεργασία μεταξύ των δύο Εκκλησιών.
Αν και το κείμενο δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένη απόφαση για κοινή ημερομηνία, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είναι κοινή μας επιθυμία να συνεχίσουμε τη διαδικασία αναζήτησης μιας πιθανής λύσης, ώστε να εορτάζουμε μαζί τη Γιορτή των Εορτών κάθε χρόνο».
Η διαφορά στις ημερομηνίες του Πάσχα αποτελεί ένα από τα ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά από το Μεγάλο Σχίσμα του 1054, το οποίο διαχώρισε την Ανατολική από τη Δυτική Εκκλησία. Έκτοτε, οι δύο πλευρές ακολουθούν διαφορετικά ημερολόγια και υπολογισμούς για τον εορτασμό κοινών θρησκευτικών επετείων.
Η υπογραφή της δήλωσης πραγματοποιήθηκε με αφορμή τη συμπλήρωση 1.700 ετών από τη Σύνοδο της Νίκαιας, της ιστορικής συνάντησης των επισκόπων που καθόρισε το Σύμβολο της Πίστεως, το οποίο παραμένει έως σήμερα θεμέλιο της χριστιανικής πίστης.
Όπως αναφέρεται στη δήλωση, «είμαστε πεπεισμένοι ότι η επέτειος αυτής της σημαντικής Συνόδου μπορεί να εμπνεύσει νέα και θαρραλέα βήματα στον δρόμο προς την ενότητα».
Οικουμενικός Πατριάρχης:Να διατηρήσουμε το πνεύμα και την ενότητα της ειρήνης
Στην προσφώνησή του ο Παναγιώτατος καλωσόρισε στο κέντρο της Ορθοδοξίας τον Πάπα Λέοντα ενώ μνημόνευσε τις επισκέψεις των προκατόχων του. Συγκεκριμένα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε στον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄ και Πάπα Φραγκίσκο, τους οποίους χαρακτήρισε «εξαιρετικούς», σημειώνοντας ότι καθένας «με το δικό του χάρισμα» συνέβαλε στην προσέγγιση των δύο Εκκλησιών. Υπενθύμισε ότι το προσκύνημα στη Νίκαια δεν πραγματοποιήθηκε με τον Πάπα Φραγκίσκο, «καθώς εκοιμήθη αιφνιδίως τη δεύτερη ημέρα μετά το Πάσχα της Ρώμης», όμως «η υπόσχεση εκπληρώθηκε εχθές από εμάς τους δύο».
Αναφέρθηκε στην επέτειο των 1700 από την Α΄Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια και στη σημασία της για την ενότητα των Χριστιανών.
Ο Παναγιώτατος υπογράμμισε ότι το πρώτο ταξίδι του Πάπα εκτός Ιταλίας «θα ευλογήσει τη θητεία του», καθώς επέλεξε να το πραγματοποιήσει στη Νίκαια, «στο σημείο όπου θεμελιώθηκε η βάση της πίστης μας». Παρέπεμψε, επίσης, στη λειτουργική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία ο ιερέας λαμβάνει την ευλογία του Χριστού πριν από τη συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία. «Με αυτή τη λογική», είπε, «λαμβάνετε την ευλογία που εμείς ονομάζουμε “καιρό”, ενισχύοντας το έργο σας στον ιερό αυτό χώρο».
Εστιάζοντας στην ευθύνη των δύο Εκκλησιών, ο Πατριάρχης τόνισε την ανάγκη «να διατηρήσουμε το πνεύμα και την ενότητα της ειρήνης», επισημαίνοντας ότι το ζήτημα της ενότητας «είναι πιο σημαντικό από ποτέ». Κλείνοντας, εξέφρασε «μεγάλη χαρά» για την υποδοχή του Πάπα «ως αδελφού» και ανανέωσε τη δέσμευση για κοινή προσπάθεια προς την ειρήνη και τη συμφιλίωση στον κόσμο.
Η αντιφώνηση του Πάπα Λέοντα ΙΔ’
Στην αντιφώνησή του ο Πάπας ευχαρίστησε για την υποδοχή και την φιλοξενία και μίλησε για τη συγκίνηση που ένιωσε μπαίνοντας στον ναό, όπου, όπως είπε, «πάτησα στα ίδια βήματα του Παύλου ΣΤ΄, του Αγίου Ιωάννη Παύλου Β΄ και, βεβαίως, του προκατόχου μου Πάπα Φραγκίσκου».
Ο Πάπας σημείωσε ότι είχε τη δυνατότητα να γνωρίσει προσωπικά ορισμένους από τους προκατόχους του και να χαράξει «κοινή γραμμή» μαζί τους, όσο ήταν εν ζωή, για τα βασικά ζητήματα της Εκκλησίας. Παράλληλα, αναφέρθηκε στους δεσμούς φιλίας που αναπτύχθηκαν κατά την πρώτη επίσκεψη του Πατριάρχη στη Ρώμη «ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της τελετής της Ευχαριστίας».
Κάνοντας αναφορά στη συμπόρευση των δύο Εκκλησιών, ο Ποντίφικας τόνισε ότι το πρωί «ζήσαμε στιγμές χάριτος» κατά τον κοινό εορτασμό των 1.700 ετών από την Πρώτη Ιερά Σύνοδο, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για γεγονός που ανακαλεί «την προσευχή του Ιησού όλοι οι οπαδοί Του να είναι ενωμένοι». Υπογράμμισε ότι το έργο αυτό θα προχωρήσει «με σταθερή δέσμευση».
Ο Πάπας αναφέρθηκε και στην επικείμενη εορτή του Αποστόλου Ανδρέα, τονίζοντας ότι κατά τη βραδινή προσευχή «ο διάκονος προσευχήθηκε για τη σημασία της ένωσης και της ενότητας των Εκκλησιών» — προσευχή που, όπως ανέφερε, «θα επαναληφθεί και αύριο το πρωί».
Κλείνοντας, ευχαρίστησε εκ νέου για τη φιλοξενία και απηύθυνε «τις καλύτερες ευχές» προς όλους με αφορμή τον εορτασμό του Αποστόλου Ανδρέα.
Οι δύο Προκαθήμενοι ανέγνωσαν στην ιταλική γλώσσα το “Πάτερ ημών”.
Πριν το τέλος της Δοξολογίας οι δύο Προκαθήμενοι ανέγνωσαν στην ιταλική γλώσσα το “Πάτερ ημών”.
Οι χοροί των ιεροψαλτών έψαλλαν το πολυχρόνιο του Πάπα Ρώμης Λέοντα ΙΔ’ και του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου.
Στη συνέχεια, στην Αίθουσα του Θρόνου του Πατριαρχικού Οίκου πραγματοποιήθηκε η Τελετή Υπογραφής της Κοινής Δήλωσης. Μετά την υπογραφή της Διακήρυξης, ακολούθησε η παρουσίαση των ιεραρχών εκατέρωθεν και των λοιπών μελών της παπικής συνοδείας και κατ’ ιδίαν συνάντηση του Πάπα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη στο πατριαρχικό γραφείο.
Η Κοινή Διακήρυξη
«Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι χρηστός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ» [Ψαλμ. 106 (και 105), 1]
Κατά την προτεραία της εορτής του Αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου Αποστόλου, αδελφού του Αποστόλου Πέτρου και προστάτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ημείς, ο Πάπας Λέων ΙΔ΄ και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, αναπέμπουμε ολοκάρδιες ευχαριστίες στο Θεό, τον ελεήμονα Πατέρα μας, για τη δωρεά της αδελφικής αυτής συνάντησης. Ακολουθώντας το παράδειγμα των μακαριστών προκατόχων μας, και υπακούοντας στο θέλημα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συνεχίζουμε να βαδίζουμε με στέρεη αποφασιστικότητα επί της οδού του διαλόγου, ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ (Ἐφεσ. 4,15), προς την ελπιζόμενη αποκατάσταση πλήρους Κοινωνίας μεταξύ των αδελφών Εκκλησιών μας. Έχοντες επίγνωση του γεγονότος ότι η ενότητα των Χριστιανών δεν είναι απλώς αποτέλεσμα ανθρωπίνων προσπαθειών, αλλά ένα δώρο το οποίο έρχεται άνωθεν, προσκαλούμε όλα τα μέλη των Εκκλησιών μας ─κληρικούς, μοναχούς, ανθρώπους αφιερωμένους στον Θεό, και τους πιστούς λαϊκούς─ να επιζητήσουν ειλικρινώς την εκπλήρωση της προσευχής την οποίαν απηύθυνε ο Ιησούς Χριστός προς τον Πατέρα : «ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, […] ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ […]» (Ιω. 17,21).
Ο εορτασμός μνήμης της 1700ής επετείου της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας, τελούμενος κατά την προτεραία της συνάντησής μας, ήταν μία εξαίρετη στιγμή Χάριτος. Η Σύνοδος της Νικαίας, η οποία συνήλθε το έτος 325 μ.Χ., ήταν μία εκδήλωση της Θείας Πρόνοιας υπέρ της ενότητος. Ο σκοπός του εορτασμού μνήμης αυτού του γεγονότος, ωστόσο, δεν είναι απλώς η υπόμνηση της ιστορικής σπουδαιότητος της Συνόδου, αλλά η συνέχιση της παρακίνησης προς εμάς να είμεθα διαρκώς ανοικτοί στο ίδιο Άγιο Πνεύμα το οποίο ωμίλησε μέσω της Νικαίας, καθώς παλεύουμε με τις πολυάριθμες προκλήσεις της εποχής μας. Είμεθα βαθιά ευγνώμονες σε όλους τους ηγέτες και τους εκπροσώπους άλλων Εκκλησιών και εκκλησιαστικών κοινοτήτων οι οποίοι ήσαν πρόθυμοι να μετάσχουν αυτής της εκδήλωσης. Πέραν της αναγνώρισης των κωλυμάτων τα οποία εμποδίζουν την αποκατάσταση πλήρους Κοινωνίας μεταξύ όλων των Χριστιανών ─κωλυμάτων τα οποία επιζητούμε να αντιμετωπίσουμε δια της οδού του θεολογικού διαλόγου─ πρέπει επίσης να αναγνωρίζουμε ότι αυτό το οποίο μας συνδέει είναι η πίστη η οποία εκφράσθηκε στο Δόγμα της Νικαίας. Είναι η σωτήρια πίστη στο πρόσωπο του Υιού του Θεού, Θεού αληθινού εκ Θεού αληθινού, ὁμοουσίου τῷ Πατρί, ο οποίος δι’ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐνηνθρώπισε και ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, ἐσταυρώθη, ἀπέθανε καὶ ἐτάφη, ἀνέστη τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, ἀνῆλθε εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ πάλιν θα έλθει κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς. Μέσῳ της έλευσης του Υιού του Θεού, μυούμεθα στο μυστήριο της Αγίας Τριάδος ─Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος─ και καλούμεθα να γίνουμε, μέσα στο και μέσα από το πρόσωπο του Χριστού, τέκνα του Πατρός και συγκληρονόμοι, μαζί με τον Χριστό, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Προικισμένοι με αυτή την κοινή Ομολογία, είμεθα ικανοί να αντιμετωπίσουμε τις κοινές μας προκλήσεις, φέροντες τη μαρτυρία της πίστεως που εκφράσθηκε στη Νίκαια με αμοιβαίο σεβασμό, και να εργασθούμε από κοινού προς συγκεκριμένες λύσεις, με γνήσια ελπίδα.
Είμεθα πεπεισμένοι ότι ο εορτασμός μνήμης αυτής της σημαίνουσας επετείου μπορεί να εμπνεύσει νέα και θαρραλέα βήματα επί της οδού προς την ενότητα. Μεταξύ των αποφάσεών της η Α΄ Σύνοδος της Νικαίας παρέσχε επίσης τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα, κοινής για όλους τους Χριστιανούς. Είμεθα ευγνώμονες στη Θεία Πρόνοια που, φέτος, ολόκληρος ο χριστιανικός κόσμος εώρτασε το Πάσχα την ίδια ημέρα. Είναι κοινή μας επιθυμία να συνεχισθεί η διαδικασία διερεύνησης μιας πιθανής λύσης για από κοινού τέλεση της Εορτής των Εορτών κάθε έτος. Ελπίζουμε και προσευχόμεθα όλοι οι Χριστιανοί, «ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ συνέσει πνευματικῇ» (Κολ. 1,9), να δεσμευθούν στη διαδικασία επίτευξης κοινού εορτασμού της λαμπρής Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Κατά το έτος αυτό τελούμε επίσης τη μνήμη της 60ής επετείου της ιστορικής Κοινής Διακήρυξης των μακαριστών προκατόχων μας, Πάπα Παύλου ς΄ και Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, η οποία εξάλειψε την ανταλλαγή αναθεμάτων του 1054. Ευχαριστούμε τον Θεό που εκείνη η προφητική χειρονομία οδήγησε τις Εκκλησίες μας να επιδιώξουν, «σε πνεύμα εμπιστοσύνης, εκτίμησης και αμοιβαίας ευσπλαχνίας, τον διάλογο, ο οποίος, με τη βοήθεια του Θεού, θα οδηγήσει στη συνύπαρξη και πάλι, επ’ ωφελείᾳ του μείζονος αγαθού για τις ψυχές και με την έλευση της Βασιλείας του Θεού, εντός εκείνης της πλήρους κοινωνίας πίστεως, αδελφικής συμφωνίας και μυστηριακού βίου που υπήρχαν μεταξύ αυτών κατά την πρώτη χιλιετία της ζωής της Εκκλησίας» (Κοινή Διακήρυξη Πάπα Παύλου ς΄ και Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, 7 Δεκεμβρίου 1965). Ταυτοχρόνως, προτρέπουμε εκείνους οι οποίοι ακόμη διστάζουν μπροστά σε οποιανδήποτε μορφή διαλόγου, να ακούσουν προσεκτικά τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς Ἐκκλησίαις (πρβλ. Αποκ. 2,29), το Οποίο, στις τρέχουσες περιστάσεις της Ιστορίας, μας παρακινεί να προσφέρουμε στον κόσμο ανανεωμένη μαρτυρία ειρήνης, συνδιαλλαγής και ενότητος.
Πεπεισμένοι για τη σπουδαιότητα του διαλόγου, εκφράζουμε τη συνεχιζόμενη υποστήριξή μας προς το έργο της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής για τον Θεολογικό Διάλογο μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία, κατά την παρούσα φάση, εξετάζει ζητήματα τα οποία έχουν ιστορικά θεωρηθεί διχαστικά. Μαζί με τον αναντικατάστατο ρόλο τον οποίο διαδραματίζει ο θεολογικός διάλογος στη διαδικασία επαναπροσέγγισης μεταξύ των Εκκλησιών μας, εξαίρουμε επίσης τα άλλα αναγκαία στοιχεία αυτής της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των αδελφικών επαφών, προσευχητικού και κοινού έργου σε όλους εκείνους τους τομείς όπου η συνεργασία είναι ήδη εφικτή. Με έμφαση παροτρύνουμε όλους τους πιστούς των Εκκλησιών μας, και ειδικά τους κληρικούς και τους θεολόγους, να αγκαλιάσουν με ευφρόσυνη διάθεση τους καρπούς τους οποίους έχουμε επιτύχει μέχρι τώρα, και να εργασθούν για τη συνεχή αύξηση αυτών των καρπών.
Ο στόχος της ενότητος των Χριστιανών περιλαμβάνει τον σκοπό της συνεισφοράς, κατά τρόπο θεμελιώδη και ζωογονητικό, στην ειρήνη μεταξύ όλων των λαών. Μαζί υψώνουμε ένθερμα τη φωνή μας επικαλούμενοι το δώρο της ειρήνης από τον Θεό προς τον κόσμο μας. Είναι τραγικό ότι, σε πολλές περιοχές του κόσμου μας, οι συγκρούσεις και η βία εξακολουθούν να καταστρέφουν τόσο πολλές ζωές. Απευθύνουμε έκκληση σε εκείνους που φέρουν την αστική και την πολιτική ευθύνη να πράξουν καθετί δυνατό ώστε να διασφαλισθεί ότι θα παύσει αμέσως η τραγωδία των πολέμων, και ζητούμε από όλους τους ανθρώπους καλής θελήσεως να υποστηρίξουν την παράκλησή μας.
Απορρίπτουμε ιδίως οποιανδήποτε χρήση της θρησκείας και του ονόματος του Θεού προς δικαιολόγηση της βίας. Πιστεύουμε ότι ο αυθεντικός διαθρησκειακός διάλογος, μακράν του να αποτελεί αιτία συγκρητισμού και σύγχυσης, είναι ουσιώδης για τη συνύπαρξη λαών με διαφορετικές παραδόσεις και πολιτισμούς. Έχοντας κατά νου την 60ή επέτειο της Διακήρυξης Nostra Aetate, παροτρύνουμε όλους τους άνδρες και τις γυναίκες καλής θελήσεως να εργασθούν από κοινού προς οικοδόμηση ενός δικαιότερου και πιο υποστηρικτικού κόσμου και να μεριμνήσουν για την κτίση, την οποία μας εμπιστεύθηκε ο Θεός. Μόνο κατ’ αυτό τον τρόπο μπορεί η ανθρώπινη οικογένεια να υπερβεί την αδιαφορία, την επιθυμία για κυριαρχία, την απληστία της κερδοσκοπίας και την ξενοφοβία.
Ενώ η τρέχουσα διεθνής κατάσταση μας αναστατώνει βαθιά σε σημείο συναγερμού, δεν χάνουμε την ελπίδα. Ο Θεός δεν θα εγκαταλείψει την ανθρωπότητα. Ο Πατήρ έστειλε τον Μονογενή Του Υιό για τη σωτηρία μας, και ο Υιός του Θεού, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, μας χορήγησε το Άγιο Πνεύμα , προκειμένου να μας καταστήσει κοινωνούς της θεϊκής του ζωής, που θα διαφυλάσσουν και θα προστατεύουν την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου. Από το Άγιο Πνεύμα γνωρίζουμε και βιώνουμε το ότι ο Θεός είναι μαζί μας. Για τον λόγο αυτόν, στις προσευχές μας εμπιστευόμαστε το κάθε ανθρώπινο πλάσμα στον Θεό, ειδικά τους ενδεείς, εκείνους που βιώνουν την πείνα, την μοναξιά ή την ασθένεια. Επικαλούμεθα επί εκάστου μέλους της ανθρωπίνης οικογενείας πάσαν χάριν και ευλογίαν, «ἵνα παρακληθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν, συμβιβασθέντων ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πάντα πλοῦτον τῆς πληροφορίας τῆς συνέσεως, εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ», ο Οποίος είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός (Κολ. 2,2).»
Το υπόλοιπο πρόγραμμα του Πάπα
Στις 17:00 το απόγευμα, ο Πάπας θα παραστεί σε μαζική θεία λειτουργία στον κλειστό χώρο εκδηλώσεων «Volkswagen Arena» της Κωνσταντινούπολης.
Το πρωί της Κυριακής 30 Νοεμβρίου, ανήμερα της εορτής του Αγίου Ανδρέα, θα τελεστεί Πατριαρχική και Συνοδική Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου και συλλειτουργούντος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας κ.κ. Θεοδώρου. Στη Θεία Λειτουργία θα παραστεί ο Πάπας Ρώμης, εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης, διπλωμάτες και άλλοι επίσημοι.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας θα γίνει ανταλλαγή επίσημων λόγων μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχη και του Πάπα, ενώ αμέσως μετά οι δύο Προκαθήμενοι θα ευλογήσουν τους πιστούς από τον εξώστη του Πατριαρχικού Οίκου.
Το μεσημέρι της Κυριακής, ο Πάπας Λέον ΙΔ’, αφού προηγουμένως παρακαθίσει σε γεύμα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, θα αναχωρήσει αεροπορικώς από την Κωνσταντινούπολη για την Βηρυτό, όπου ακολουθεί το δεύτερο σκέλος της περιοδείας του.


