Νίκος Τσούλιας*:  Ω γλυκύ μου Έαρ…

0

Πάσχα χωρίς παιδικές μνήμες δεν υπάρχει! Έτσι κι αλλιώς μεγάλο μέρος της ζωής μας το διάγουμε με την παιδική μας ματιά, αν και δεν το κατανοούμε πάντα. Αλλά τα μεγάλα γεγονότα, τα γεγονότα που έχουν σωρευτικά όμορφα βιώματα, γίνονται φωτεινές αναμνήσεις και έρχονται ξανά και ξανά και γίνονται αδιάβρωτα από το πέρασμα των καιρών και ίσως να είναι μια εκδίκηση στο ισοπεδωτικό πέρασμα του χρόνου.

Και αν το Πάσχα ήταν Πάσχα στο χωριό και σε δύσκολες εποχές, είναι ακόμα πιο λαμπερό. Πάντα το περιμέναμε με προσμονή περισσή. Γέμιζε το μικρό μας χωριό με τους νέους, που είχαν μεταναστεύσει στην Αθήνα και έρχονταν με τα καλά τους ρούχα και νιώθαμε και εμείς η πιτσιρικαρία ότι θα έλθει και η δική μας σειρά να «φύγουμε από τις λάσπες», να φτιάξουμε τη ζωή των ονείρων μας.

Δεν έχω ψάλλει ποτέ. Νιώθω ότι είναι μια πολύ δύσκολη ιστορία. Όμως ζηλεύω και θαυμάζω όσους και όσες ψέλνουν. Και είχαμε στο χωριό μας πολύ καλούς ψάλτες. Πριν έλθουν τα μικρόφωνα είχαμε τον παπά – Λάζαρη και τον κυρ – Γιάννη, τον δεξιό ψάλτη, που οι βροντερές και μελωδικές ψαλμωδίες τους ακούγονταν πολύ μακριά και καμαρώναμε. Μετά είχαμε και σπουδαγμένους ψαλτάδες και η γλυκύτητα των φωνών τους ήταν από μόνη της πηγή έκστασης.

Δεν ψέλνω, αλλά πάντα είχα μια συνήθεια – σαν μεγάλωσα – και είχα δικαίωμα σε κάθισμα, γιατί παλιά τα παιδιά δεν επιτρεπόταν να κάθονται στην εκκλησία, ακόμα και αν ήταν κενές καρέκλες. Συνήθιζα και συνηθίζω να είμαι στο στασίδι δίπλα από τον δεξιό ψάλτη. Είχα και έχω τον λόγο μου. Ήθελα και θέλω να βλέπω και να διαβάζω τα κείμενα, γιατί έτσι η πρόσληψή τους γινόταν ολοκληρωμένη. Άλλωστε, ως ένας διαχρονικός φανατικός αναγνώστης έχω παιδιόθεν αποκτήσει την απόλαυση του διαβάσματος και θεωρώ ότι ό,τι διαβάζεται, κατοχυρώνεται όχι απλά και μόνο στη μνήμη μου αλλά κυρίως στη συνείδησή μου και στο συναίσθημά μου.

Υπήρχαν τόσα και τόσα κείμενα με πολύ όμορφη λογοτεχνική γραφή, με λέξεις τόσο καλαίσθητες που με μάγευαν. Μα έπρεπε να βλέπω τις ίδιες τις λέξεις. Η εικόνα τους είχε τη δική τους αυτόνομη επιρροή στη σκέψη μου πέραν από τους μελωδικούς ήχους και από της ακοής το μάγεμα.

Και ήταν η Μεγάλη Παρασκευή – το θείο δράμα – το γεγονός που συγκλόνιζε την παιδική ασύνορη φαντασία και την υπερτροφική απορία – στο τι ακριβώς συνέβη – με τις θλιβερές μα και τόσο γοητευτικές ψαλμωδίες… Άλλοτε επιζητούσα μια κατανόηση – χωρίς να ρωτάω κανέναν, γιατί αισθανόμουνα ότι κανένας δεν ήξερε και άλλοτε άφηνα τη σκέψη μου να πηγαίνει όπου θέλει και να γεύεται αυτή την ιστορία ως κάτι που δεν έχει απάντηση, ως κάτι που δεν πρέπει να ρωτάμε τίποτα περισσότερο από όσο αισθανόμαστε.

Αλλά η μεγάλη μου προσμονή ήταν στο τρίτο Εγκώμιο, στο «Αι γενεαί πάσαι». Και να γιατί. Η γλυκύτητα της ομαδικής ψαλμωδίας – που είχε και τη συμβολή των ήχων από κοπέλες – έφτανε στην κορύφωσή της. Υπήρχε και κάτι άλλο. Με μάγευε η λέξη «Έαρ»! Είχα ρωτήσει τη δασκάλα …έξω από το μάθημα, μου είχε πει με πολλή χαρά ότι σήμαινε την Άνοιξη και ενθουσιάστηκα. Ήταν η πρώτη λέξη της καθαρεύουσας που γνώρισα, που τη γνώρισα με τους πιο γλυκούς ήχους, σε ένα συμβάν που με μάγευε και με συνέπαιρνε.

Κι έτσι κάθε Πάσχα συναντώ το «Ω γλυκύ μου έαρ» και γεύομαι ένα διαχρονικό βίωμα, που συνδέει όλες τις ηλικίες μου με την ίδια πάντα ιδιόμορφη και ξεχωριστή γοητεία.

* Νίκος Τσούλιας, έχει τελειώσει το Βιολογικό Τμήμα του ΕΚΠΑ, είναι Διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ στην «Ειδική Αγωγή», πρώην πρόεδρος για 4 θητείες (1996 – 2003) της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) και νυν Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής

Πατήστε εδώ και δείτε τα 250 προηγούμενα άρθρα του Νίκου Τσούλια

Share.

Comments are closed.