Πωλούνται ζωές*: Το ακμάζον εμπόριο βρεφών μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας

0

“Μην ρωτάς καν, στο χωριό μας σχεδόν όλοι έχουν αφήσει ένα μωρό στην Ελλάδα. Εγώ προσωπικά κατάφερα να αγοράσω αυτό εδώ το σπιτάκι με τα αναθεματισμένα τα χρήματα, ώστε να έχουμε κάπου να μείνουμε με τα παιδιά. Δεν σκόρπισα ούτε ένα λεβ. Πολλοί άλλοι από εδώ όμως δίνουν τα παιδιά τους για το εύκολο χρήμα – πίνουν, τρώνε, γλεντούν. Και όταν τα χρήματα τελειώνουν, απλά πωλούν το επόμενο παιδί τους”.

Αυτή είναι η Στάνκα, μια γυναίκα γύρω στα 30 από την περιθωριοποιημένη κοινότητα των Ρομά της Βουλγαρίας. Η Στάνκα παραδέχεται ότι πούλησε πριν από μερικά χρόνια το νεογέννητο αγόρι της στην Ελλάδα για 3.500 ευρώ, ένα παράπτωμα για το οποίο βρίσκεται τώρα στα δικαστήρια.

“Το μετανιώνω συνέχεια και δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι εκείνο το αγόρι, αλλά ήμουν μικρή και ανόητη τότε. Δεν μπορούσα να σκεφτώ άλλον τρόπο για να βγάλω μερικά χρήματα ώστε να ταΐσω τα άλλα δύο παιδιά μου, δεν είχα καμία ελπίδα” λέει με τρεμάμενη φωνή. 

“Έπρεπε να δεις πού μέναμε, με τη μητέρα μου και την υπόλοιπη οικογένεια, πάνω από 10 άτομα σε ένα δωμάτιο χωρίς τζάμια στα παράθυρα, χωρίς πόρτες, με χώμα για πάτωμα, χωρίς ηλεκτρικό και νερό. Δεν θα έβαζες ούτε ζώο εκεί μέσα”.

Καθώς ανακαλεί στη μνήμη της τη στιγμή που κάποιοι από τη διπλανή πόλη ήρθαν στο σπίτι της και της πρότειναν να πουλήσει το τρίτο της παιδί που βρισκόταν καθ’ οδόν, ξεσπάει σε κλάματα. Όλοι οι υπόλοιποι στο χωριό είχαν κάνει το ίδιο και σκέφτηκε πως αυτή ήταν η λύση στα προβλήματά της.

Τώρα ζει με το σύζυγό της και τα δύο της αγόρια, ηλικίας 10 και 12 ετών, σε ένα μονώροφο σπίτι στην ίδια κωμόπολη με Ρομά, το Εξάρχ Αντίμοβο, 40 χιλιόμετρα από το λιμάνι του Μπουργκάς στη Μαύρη Θάλασσα. Το σπίτι είναι ταλαιπωρημένο και διαθέτει τα απολύτως βασικά, όμως για την ίδια αυτό αποτέλεσε ένα μεγάλο βήμα προς τα πάνω.

Εκατοντάδες τέτοιες γυναίκες

Σύμφωνα με τις βουλγαρικές αρχές, η Στάνκα είναι μια από τις δεκάδες γυναίκες που εντοπίζονται κάθε χρόνο να πωλούν τα παιδιά τους σε ζευγάρια από την Ελλάδα τα οποία θέλουν να υιοθετήσουν. Οι εκτιμήσεις των αρχών ανεβάζουν τον πραγματικό αριθμό αυτών των γυναικών σε εκατοντάδες.

Οι μητέρες μπορεί να λάβουν έως και 5.000 ευρώ, όμως πολλές φορές παίρνουν λιγότερο από 1.000 ευρώ, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που εξέτασε το Βαλκανικό Δίκτυο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (BIRN). Aυτοί που τελικά λαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος από τα χρήματα που καταβάλλουν οι θετοί γονείς είναι οι μεσάζοντες.

Όπως εξηγεί και η Στάνκα, η πρακτική αυτή δεν στιγματίζει κοινωνικά τα μέλη της κοινότητας των Ρομά, οι οποίοι αποτελούν και την πλειοψηφία όσων εμπλέκονται σε τέτοιου είδους αγοραπωλησίες.

Οι Ρομά αποτελούν μια ξεχωριστή μειονότητα στη Βουλγαρία με τη δική τους κουλτούρα και γλώσσα. Κατα κύριο λόγο έχουν πενιχρό εισόδημα, δεν έχουν σταθερή εργασία και απέχουν από το εκπαιδευτικό σύστημα. Πολλοί ζουν χώρια από τον υπόλοιπο πληθυσμό, σε υποβαθμισμένα “γκέτο” και αντιμετωπίζουν διαρκείς διακρίσεις.

Τόσο τα μέλη της μονάδας Anti-Trafficking της βουλγαρικής αστυνομίας όσο και της εισαγγελίας αναφέρουν ότι είναι σπάνιο για τις μητέρες, που συνήθως έχουν ήδη κι άλλα παιδιά, να μετανιώσουν για τις πράξεις τους ή να επενδύσουν τα χρήματα σε κάτι με διάρκεια, όπως π.χ. ένα σπίτι.

Κατά κανόνα οι γυναίκες, που συνήθως είναι γύρω στα 18-19 ετών και σπανίως πάνω από 25, αποφασίζουν να πουλήσουν το παιδί μετά από μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Ωστόσο πρόσφατα η βουλγαρική αστυνομία έχει παρατηρήσει περιπτώσεις συνειδητής σύλληψης ενός παιδιού με αποκλειστικό σκοπό την πώλησή του.

Η Βέλιτσκα, μια μητέρα τριών παιδιών από το γκέτο των Ρομά στην πόλη Σλίβεν, στην ανατολική Βουλγαρία, είναι ίσως μια πιο κλασική περίπτωση από ότι η Στάνκα. Δεν έχει δικό της σπίτι και δεν της έχει μείνει τίποτα από τα 1.500 ευρώ που πήρε όταν πούλησε ένα παιδί της. Ήταν μόνο τα μισά από όσα της είχαν υποσχεθεί.

Καταδικάστηκε το 2009 στη Βουλγαρία σε δύο χρόνια με αναστολή για την πώληση του βρέφους της στη Θεσσαλονίκη. Σήμερα δεν φαίνεται να έχει τύψεις όταν αφηγείται την ιστορία της, αν και οι λεπτομέρειες που αναφέρει την παρουσιάζουν περισσότερο σαν θύμα και διαφέρουν από όσα ομολόγησε στο δικαστήριο.

Η Βέλιτσκα, η οποία δηλώνει ότι η μόνη της δουλειά μέχρι τώρα ήταν ως ιερόδουλη, κατηγορεί τον πατέρα της λέγοντας ότι την εξανάγκασε να πουλήσει το παιδί της, ξοδεύοντας όλα τα χρήματα που έλαβε σε κοσμήματα και μια τηλεόραση. Η ίδια εξακολουθεί να μένει με τους γονείς της.

Στο παρελθόν είχε πουλήσει το ένα της νεφρό στην Ελλάδα και με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με την αστυνομία, ήρθε σε επαφή με ανθρώπους που την βοήθησαν να πουλήσει το παιδί της ένα χρόνο αργότερα.

Η βουλγαρική αστυνομία εκτιμά ότι το εμπόριο βρεφών με την Ελλάδα ξεκινά ήδη από τη δεκαετία του ’90, όταν η πτώση του κομμουνισμού στη Ανατολική Ευρώπη άνοιξε τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών. Την άνθισή του όμως τη γνώρισε κυρίως μετά το 2007 όταν η Βουλγαρία εισήλθε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός που εξαφάνισε αυτά τα σύνορα.

Οι διακινητές είναι κυρίως μέλη της κοινότητας των Ρομά, άνδρες και γυναίκες που για χρόνια έχουν στενές επαφές με τους Ρομά στην Ελλάδα.

Εστιάζουν τη δράση τους στα γκέτο των Ρομά του Μπουργκάς και της Βάρνα, στη Μαύρη Θάλασσα και στις φτωχές ανατολικές επαρχίες, όπως οι πόλεις Σλίβεν, Γιάμπολ και Στάρα Ζαγκόρα.

Στην άλλη πλευρά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων υπάρχει μια έτοιμη αγορά που τους περιμένει. Δεκάδες ζευγάρια που θέλουν να υιοθετήσουν και προτίθενται να πληρώσουν ώστε να παρακάμψουν το κρατικό σύστημα υιοθεσιών με αναμονή που φθάνει τα 7 ή και 8 χρόνια.

Αντιθέτως με τη Βουλγαρία, στην Ελλάδα οι ιδιωτικές υιοθεσίες είναι νόμιμες, κάτι που κάνει αυτού του είδους τις συμφωνίες πιο εύκολες. 

Σύμφωνα με το Ίδρυμα Μητέρα, το μεγαλύτερο κρατικό ίδρυμα για υιοθεσίες στην Ελλάδα, μόνο το 20% από τις σχεδόν 500 υιοθεσίες το χρόνο αφορά σε παιδιά που προστατεύονται από ιδρύματα. Το ίδιο διεκπεραιώνει περίπου 35 υιοθεσίες το χρόνο όμως οι αιτήσεις για υιοθεσία ανέρχονται στις 150 με 200 ετησίως. 

Σύμφωνα με τις βουλγαρικές αρχές τα ζευγάρια από την Ελλάδα πληρώνουν μέχρι και 30.000 ευρώ για ένα κορίτσι ή 40.000 ευρώ για ένα αγόρι. Οι Έλληνες ομόλογοί τους αναφέρουν ότι οι τιμές κυμαίνονται από 3.000 μέχρι 30.000, με τις τιμές να μειώνονται ελαφρώς τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης. Σε κάθε πέντε παιδιά που πωλούνται, τα τέσσερα είναι συνήθως αγόρια.

“Δεν φταίει μόνο το γεγονός ότι οι γονείς θέλουν να αποκτήσουν ένα αγόρι. Και τα κυκλώματα προτιμούν τα αγόρια γιατί είναι πιο ακριβά” λέει ένα μέλος της μονάδας Anti-trafficking της ΕΛΑΣ το οποίο αρνήθηκε να κατονομασθεί καθώς λαμβάνει μέρος σε πολλές σχετικές επιχειρήσεις.

Οι μητέρες ωστόσο λαμβάνουν μόνο ένα μικρό μέρος αυτών των χρημάτων, σύμφωνα με τη βουλγαρική αστυνομία. Τα υπόλοιπα πάνε στους διακινητές και άλλους μεσάζοντες.

“Είναι σύνηθες φαινόμενο οι διακινητές να εξαπατούν τις μητέρες στο τέλος, δίνοντάς τους ακόμη και μόνο 500 ευρώ ή απλά τα χρήματα για το εισιτήριο της επιστροφής τους στη Βουλγαρία” λέει ένας αστυνομικός από τη Βουλγαρία.

Οι διακινητές ακολουθούν την πεπατημένη.

Περνούν τις έγκυες γυναίκες από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, χωρίς ιδιαίτερους ελέγχους στα διαβατήρια. Εάν οι συνοριοφύλακες τους ρωτήσουν για το λόγο του ταξιδιού τους, λένε συνήθως ότι πάνε για εποχιακή αγροτική εργασία.

Οι γυναίκες αντιμετωπίζονται σαν παροχείς προϊόντων. Οδηγούνται σε καταλύματα από τα οποία δεν τους επιτρέπεται να φύγουν μέχρι τη γέννα. Μετά, τους επιστρέφουν στα καταλύματα αυτά μέχρι να ολοκληρωθεί η συμφωνία.

Συμμετοχή γιατρών και δικηγόρων

Η Στάνκα αφηγείται την εμπειρία της.

“Ήμουν σε ένα διαμέρισμα μαζί με δύο άλλες έγγυες γυναίκες. Δεν ξέρω που ακριβώς με είχαν πάει, νομίζω ήταν μια πόλη που το όνομα της άρχιζε από Ρ. Μου είπαν να μην βγω από το σπίτι για να μην κινήσω υποψίες. Ωστόσο, όσο έμεινα εκεί δεν μου συμπεριφέρθηκαν άσχημα, ίσως γιατί δεν ήθελαν να τα παρατήσω και να τους προδώσω” λέει σε σπαστά Βουλγαρικά.

“Όταν έφτασε η ώρα της γέννας με πήγαν στο νοσοκομείο. Φαίνονταν να γνωρίζονται με τους γιατρούς εκεί. Μετά τη γέννα έγιναν πιο σκληροί – με ανάγκασαν να υπογράψω κάτι έγγραφα που δεν καταλάβαινα τι έλεγαν και σχεδόν μου πέταξαν τα χρήματα, τα μισά από όσα είχαμε συμφωνήσει, πήρα το παιδί και με έστειλαν πίσω στη Βουλγαρία”.

Τόσο η ίδια όσο και άλλες γυναίκες είπαν στο BIRN ότι τα ιατρικά επιτελεία στα νοσοκομεία έδιναν την εντύπωση ότι βρίσκονταν σε συνεννόηση με τα μέλη του κυκλώματος που ήταν Έλληνες καθώς και ότι γνώριζαν σε τι διαδικασία εμπλέκονταν. Τόσο η βουλγαρική αστυνομία όσο και η εισαγγελία της γείτονος επιβεβαίωσαν ότι οι παραπάνω μαρτυρίες αντιστοιχούν στα ευρήματα των δικών τους ερευνών.

“Τα κυκλώματα δεν μπορούν να δράσουν οργανωμένα χωρίς ιατρούς, δικηγόρους και, ορισμένες φορές, εισαγγελείς” είπε ένας αξιωματούχος στο BIRN.

Τα δεκάδες μέλη της βουλγαρικής αστυνομίας και εισαγγελίας που βοήθησαν στη σύνταξη της παρούσας έρευνας αρνήθηκαν να κατονομαστούν όχι μόνο επειδή οι κανονισμοί τους απαγορεύουν να μιλούν στα ΜΜΕ αλλά και επειδή τυχόν δημόσια έκθεσή τους μπορεί να δυσχεράνει μελλοντικές επιχειρήσεις.

Από τη στιγμή που μια έγκυος γυναίκα φθάνει στην Ελλάδα, είναι πλέον πολύ εύκολο να αφήσει εδώ το παιδί της και να επιστρέψει χωρίς να το αντιληφθεί κανείς.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, σύμφωνα με τις βουλγαρικές αρχές, ένας Έλληνας υπήκοος αναγνωρίζει το παιδί ως δικό του και, μερικούς μήνες αργότερα, η βιολογική μητέρα παραιτείται των γονικών της δικαιωμάτων.

Ωστόσο, η πιο συχνή πρακτική είναι η ιδιωτική υιοθεσία. Ένας δικηγόρος ή μαιευτήρας βοηθά το ζευγάρι που θέλει να υιοθετήσει στην εξεύρεση ενός νεογέννητου. Το μόνο που πρέπει να κάνουν είναι ένα ιδιωτικό συμφωνητικό. Από το 2013 τα συμφωνητικά αυτά θα πρέπει να εγκριθούν και από μια δικαστική επιτροπή.

Κατά τη σύναψη αυτών των συμφωνητικών δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε χρηματική συναλλαγή ωστόσο, η απουσία τακτικών ελέγχων έχει δημιουργήσει μια ακμάζουσα μαύρη αγορά, σύμφωνα με τις αρχές.

Βουλγάρικη προσφορά, ελληνική ζήτηση

Ένα ζευγάρι Ελλήνων μίλησε στο BIRN για την εμπειρία της κόρης τους πριν από περίπου δέκα χρόνια.

Η Έλενα [δεν είναι το πραγματικό της όνομα], μη έχοντας την ικανότητα να τεκνοποιήσει, προσπαθούσε επί σειρά ετών να υιοθετήσει ένα παιδί μέσω των κρατικών ιδρυμάτων προστασίας παιδιού. Μάταια όμως. Μετά πολλά χρόνια η υπομονή της εξαντλήθηκε και μαζί με τον σύζυγό της αποφάσισαν να πληρώσουν.

Βρήκαν έναν δικηγόρο στην Αθήνα ο οποίος τους είπε ότι μπορεί να τους βρει παιδιά γυναικών από τη Βολυγαρία.

Το ζευγάρι πλήρωσε 25.000 ευρώ και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο δικηγόρος κανόνισε μια συνάντηση έξω από μεγάλο νοσοκομείο της Αττικής. Ένας από τους διακινητές άνοιξε την πόρτα του αμαξιού της και τοποθέτησε ένα βρέφος στην αγκαλιά της. “Η Έλενα έλαμπε από ευτυχία” θυμάται ο πατέρας της. Ήταν επιτέλους μια μητέρα.

Αργότερα το ζευγάρι ολοκλήρωσε τη νομική διαδικασία της ιδιωτικής υιοθεσίας για την κόρη τους. Θεωρητικά οι κοινωνικές υπηρεσίες κάνουν προγραμματισμένες αλλά και ξαφνικές επισκέψεις στις θετές οικογένειες για να διαπιστώσουν την κατάσταση του παιδιού. Την Έλενα όμως δεν την επισκέφθηκε ποτέ κανένας.

Μερικά χρόνια αργότερα το μικρό κορίτσι, βλέποντας μια έγκυο γυναίκα, ρώτησε τη μητέρα του “Ήσουν κι εσύ έτσι πριν γεννηθώ;”. Και η Έλενα του απάντησε “Εσύ δεν είσαι το μωρό της κοιλιάς μου αλλά της καρδιάς μου”.

Έξω από τα Βαλκάνια πολύ λίγοι γνωρίζουν για αυτό το εμπόριο στην περιοχή.

Υπάρχει όμως μια υπόθεση που έφτασε στα εξώφυλλα των μεγάλων διεθνών ΜΜΕ πριν από δύο χρόνια. Η ιστορία της μικρής Μαρίας, ενός ξανθού 5χρονου κοριτσιού που βρέθηκε να μένει με μια οικογένεια Ρομά στα Φάρσαλα, κάτι που κίνησε τις υποψίες των αστυνομικών αρχών. Τελικά αποδείχθηκε ότι είχε “υιοθετηθεί” παράτυπα και προερχόταν από μια οικογένεια Ρομά από το Νικολάεβο, κοντά στη Στάρα Ζαγκόρα. Σήμερα βρίσκεται ακόμη υπό την προστασία του Χαμόγελου του Παιδιού.

Οι βουλγαρικές αρχές και εκπρόσωποι των Ρομά συμφωνούν τόσο στο ότι η υπερβολική φτώχεια αλλά και η έλλειψη ευκαιριών οδηγούν αυτές τις γυναίκες στην πώληση των παιδιών τους όσο και στο ότι, εντός των κοινοτήτων τους, δεν υπάρχουν ηθικές αναστολές για αυτή την πρακτική.

“Για αυτούς το παιδί δεν αποτελεί κάποια μεγάλη αξία, δεν πιστεύουν ότι η πώλησή του είναι κάτι κακό, είναι απλός βιοπορισμός” λέει ο Μιχαήλ Στεφάνοφ από την οργάνωση Α21, ένα ίδρυμα για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων.

Ο Γκάντσο Ίλιεφ, ένας Ρομά που ηγείται ενός ιδρύματος το οποίο βοηθά την κοινότητα των Ρομά στην περιοχή της Στάρα Ζαγκόρα, λέει πως οι συνθήκες στα γκέτο είναι άθλιες.

“Δεν υπάρχει ο 21ος αιώνας εδώ, δεν υπάρχει νερό και ηλεκτρικό. Οι άνθρωποι κοιμούνται κάτω, στο χώμα, μαζί με κότες και άλλα κατοικίδια. Είναι απομωνομένοι από τους υπόλοιπους Βούλγαρους”.

“Δεν υπάρχει σωστή εκπαίδευση, ιατρική περίθαλψη ή θρησκεία” συνεχίζει. “Σχεδόν όλοι είναι άνεργοι και μόνο λίγοι βγάζουν μερικά χρήματα από τη γεωργία ή καθαρίζοντας τους δρόμους με αντάλλαγμα ένα χαρτζιλίκι. Δεν υπάρχει τίποτα που να τους δίνει αξίες ή ηθική”.

Ο ίδιος λέει ότι οι αρχές δεν κάνουν σχεδόν τίποτα για να βοηθήσουν και ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση για τη βελτίωση αυτών των συνθηκών.

Χωρίς κανένα συναίσθημα

Ένας αστυνομικός από τη μονάδα Anti-Trafficking στη Σόφια θυμάται τις πρώτες υποθέσεις που είχε αναλάβει.

“Γνώρισα ένα κορίτσι. Είχε έρθει με τη μητέρα της σε αυτό εδώ το γραφείο και δεν μπορούσαν να σταματήσουν να κλαινε, μετανιωμένες για την πώληση του παιδιού τους” λέει.

“Για αυτό θα θυμάμαι πάντα την επόμενη γυναίκα που είχε έρθει εδώ. Δεν υπήρχε τίποτα, κανένα συναίσθημα. Μιλούσε για την πώληση του παιδιού της σαν να μην είχε καμία σημασία, σαν να είχε πουλήσει ένα ρολόι ή μια τηλεόραση”.

Η συμπεριφορά της δεύτερης γυναίκας, λέει ο αστυνομικός, είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση.

Οι αστυνομικές αρχές και των δύο χωρών λένε ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτού του εμπορίου δεν εντοπίζεται. Ακόμη και όταν φθάνουν στην εξιχνίαση μιας υπόθεσης, είναι πολύ δύσκολο να την “δέσουν” γερά με αποδεικτικά στοιχεία για τη στιγμή που θα φθάσει στο δικαστήριο.

Ένας Έλληνας αστυνομικός από τη μονάδα Anti-Trafficking της ΕΛΑΣ δήλωσε ότι εκτός από τον εντοπισμό των κυκλωμάτων, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η απόδειξη ότι υπάρχει χρηματική συναλλαγή.

“Αυτό είναι το στοιχείο που καθιστά μια υιοθεσία παράνομη” λέει.

Μήνες έρευνας και παρακολουθήσεων μπορούν να φανούν ανεπαρκείς εάν στο τέλος το κύκλωμα δεν πιαστεί “στα πράσα”, με τα λεφτά στο χέρι. Χωρίς αυτό το στοιχείο οι υποθέσεις κινδυνεύουν να παρουσιαστούν πολύ αδύναμες στο δικαστήριο.

Ένας ειδικός στην εμπορία ανθρώπων από τη βουλγαρική Γενική Διεύθυνση Καταπολέμησης Οργανωμένου εγκλήματος εκτίμησε ότι μόνο ένα στα δέκα τέτοια εγκλήματα εξιχνιάζονται στη Βουλγαρία.

Το χαμηλό ρίσκο εξιχνίασης, η δυσκολία νομικής τεκμηρίωσης αλλά και οι μικρές ποινές που επιβάλλονται στη Βουλγαρία κάνουν το εμπόριο επικερδές και εύκολο για όσους εμπλέκονται.

Η Βουλγαρία αυστηροποίησε τη νομοθεσία περί εμπορίας ανθρώπων πριν από μια δεκαετία και πλέον προβλέπονται ορισμένες από τις αυστηρότερες ποινές σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οποιοσδήποτε πείθει μια γυναίκα να πουλήσει το παιδί της ή αναλαμβάνει τη μεταφορά της για αυτό το σκοπό αντιμετωπίζει ποινές μέχρι 15 χρόνια φυλάκισης ενώ και η ίδια η μητέρα βρίσκεται αντιμέτωπη με ποινές.

Ωστόσο η τεκμηρίωση των υποθέσεων και η ανεύρεση στοιχείων είναι εξαιρετικά δύσκολη μιας και όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν συμφέρον να κρατούν το στόμα τους κλειστό. Η μεγαλύτερη επιτυχία διασυνοριακής αστυνομικής συνεργασίας σε αυτόν τον τομέα ήταν η υπόθεση της Λαμίας, η οποία γνωστοποιήθηκε στις αρχές όταν μια μητέρα άλλαξε γνώμη και αποτάνθηκε στις αστυνομικές αρχές για να πάρει πίσω το παιδί της. Όμως τέτοια περιστατικά είναι σπάνια.

Συνήθως, οι διακινητές είναι ενήμεροι για αυτούς τους κινδύνους και αφήνουν πλέον ελεύθερες όσες γυναίκες αλλάζουν γνώμη, όπως είπε στο BIRN μιας από αυτές, η Φάνα.

Ποινές με αναστολές

Ως αποτέλεσμα οι εισαγγελείς στη Βουλγαρία κάνουν συχνά συμβιβασμούς με τους διακινητές που παραδέχονται την ενοχή τους και επιδικάζουν ποινές λιγότερο των 3 ετών με αναστολή.

Για αυτό το λόγο αυτή τη στιγμή υπάρχουν μόνο τρία άτομα στις βουλγαρικές φυλακές που εκτίουν ποινή για σχετικά αδικήματα, σύμφωνα με στοιχεία του βουλγαρικού Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Αν και υπάρχουν περιπτώσεις με μητέρες από χώρες όπως η γειτονική Αλβανία ή η Ρουμανία, τα στοιχεία δείχνουν ότι Βούλγαροι πολίτες αποτελούν το κύριο σώμα του εμπορίου βρεφών στην Ελλάδα.

Μια ενδελεχής εξέταση των ανακοινώσεων της ΕΛΑΣ από το 2010 έως το 2015 δείχνει ότι πάνω από τους μισούς συλληφθέντες για εμπόριο βρεφών είναι πολίτες της Βουλγαρίας. Πηγές από την Ελληνική Αστυνομία αναφέρουν ότι οι περισσότεροι από αυτούς είναι καταγωγής Ρομά.

“Θεωρούμε ότι η Βουλγαρία ηγείται αυτού του εμπορίου. Βρίσκεται πιο κοντά στην Ελλάδα και η μεταφορά των εγκύων εκεί είναι σχετικά εύκολη. Οι Αλβανές μητέρες αντιμετωπίζουν πιο αυστηρούς ελέγχους στα σύνορα” λέει ο Στεφάνοφ, μέλος μιας ΜΚΟ.

“Ένας άλλος λόγος μπορεί να είναι η θρησκεία, ειδικά για τους Αλβανούς οι οποίοι είναι αρκετά θρήσκοι”.

Οι εισαγγελείς και οι αστυνομικές αρχές της Βουλγαρίας αναφέρουν ότι η ατιμωρησία ενθαρρύνει περισσότερες γυναίκες να πουλήσουν ένα παιδί τους.

Μια νεαρή Ρομά από το Καμένο της Βουλγαρίας, ένα χωριό με σημαντικό αριθμό Ρομά κοντά στο Μπουργκάς, περιέγραψε το πώς μια φίλη της μπήκε στον πειρασμό μιας τέτοιας αγοραπωλησίας.

“Όταν βρίσκεσαι στο όριο της επιβίωσης και δεν μπορείς να παρέχεις τίποτα στα παιδιά σου και βλέπεις ολοένα και περισσότερες οικογένειες να ταξιδεύουν στην Ελλάδα με μια έγκυο γυναίκα και να επιστρέφουν χωρίς το παιδί… Και μετά να γλεντούν και να γιορτάζουν επειδή απέκτησαν κάποια χρήματα… Τότε είναι που αρχίζεις να το σκέφτεσαι” λέει η νεαρή Ρομά.

Κάποια στιγμή είχε ρωτήσει μια γνωστή της εάν της λείπουν τα δίδυμα που είχε πουλήσει. Η φίλη της σήκωσε τους ώμους της ψηλά, της έδειξε τα υπόλοιπα παιδιά της και αποκρίθηκε “Ήταν η σειρά τους. Πώς αλλιώς θα τάιζα αυτά εδώ;”.

Στο χωριό της οι διακινητές ζουν πολύ καλά, λέει.

“Θα σου πω πού να πας για να τους βρεις αλλά εγώ δεν θα έρθω μαζί σου. Φοβάμαι ακόμα και να με δουν να μιλάω μαζί τους” προσθέτει.

Επισκεφθήκαμε το δρόμου που μας υπέδειξε. Στη μια πλευρά υπάρχουν κάποια παραπήγματα όπου, σύμφωνα με την αστυνομία, στρατολογούνται οι έγκυες γυναίκες. Στην άλλη πλευρά υπάρχουν καμιά δεκαριά πολυκατοικίες, φρεσκοβαμμένες και περιφραγμένες με ψηλούς τοίχους. Στις αυλές υπάρχουν σπορ αμάξια και άνδρες με χρυσές αλυσίδες, δαχτυλίδια και βραχιόλια.

Οι ντόπιοι λένε ότι τα μισά σχεδόν από αυτά τα κτίρια κτίστηκαν με χρήματα από το εμπόριο βρεφών. Πολλοί κάτοικοι από το Καμένο, τόσο Ρομά όσο και Βούλγαροι, δήλωσαν την έκπληξή τους για την αδράνεια της πολιτείας.

Πηγές από την τοπική αστυνομία του Μπουργκάς δήλωσαν στο BIRN ότι γνωρίζουν για την πηγή αυτού του πλούτου όμως παραδέχθηκαν την αδυναμία τους να συγκεντρώσουν ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία.

Για παράδειγμα, το Μάιο του 2015, ορισμένα μέλη από δύο από τις οικογένειες που έχουν πολυτελή σπίτια στο Καμένο, παρουσιάστηκαν σε δικαστήριο του Μπουργκάς.

Οι τρεις διακινητές, η Στάνκα Ράιτσεβα και το ζεύγος Ράτσο και Σίλβια Ντίνκοβι, παραδέχθηκαν ότι μετέφεραν μια έγκυο γυναίκα στη Λαμία το 2010 και την έπεισαν να πουλήσει το παιδί της. Η μητέρα, η οποία δικάστηκε ξεχωριστά, κατέθεσε εναντίον τους. Παρ’ όλα αυτά και παρά την πληθώρα στοιχείων από τη βουλγαρική και την ελληνική αστυνομία, δύο από τους κατηγορούμενος έλαβαν ποινή κάτω από τρια χρόνια με αναστολή ενώ ο τρίτος τιμωρήθηκε απλά με ένα πρόστιμο.

Ένα εκ των αξιωματικών της βουλγαρικής αστυνομίας ο οποίος ασχολήθηκε με τη συγκεκριμένη υπόθεση δήλωσε στο BIRN ότι τέτοιες χαλαρές ποινές δεν μπορούν να δράσουν ποτέ αποτρεπτικά.

“Οι διακινητές δεν έχουν κανέναν σεβασμό για το σύστημα και μοιάζει σχεδόν αδύνατο να αποτρέψουμε την εξάπλωση αυτού του είδους εγκληματικής δραστηριότητας” λέει χτυπώντας δυνατά το χέρι του στο τραπέζι με θυμό.

Ο αξιωματικός προσέθεσε ότι η έρευνα για αυτή την υπόθεση κράτησε 18 μήνες και τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι συνάδελφοι του αποθαρρύνονται από τέτοιου είδους αποτελέσματα στο δικαστήριο.

Οι βουλγαρικές αρχές προσθέτουν ότι δεν μπορούν να βρουν κανένα στοιχείο σχετικά με το τι απέγιναν τα παιδιά που δόθηκαν για υιοθεσία στην Ελλάδα.

Ειδικοί από την βουλγαρική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Ανθρώπων αναφέρουν ότι τα αρχεία του Εθνικού Μητρώου Υιοθεσιών μοιάζουν να είναι πιο κρυφά κι από τα αρχεία της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας. Κάθε φορά που προσπαθούν να εντοπίσουν ένα παιδί παίρνουν την ίδια απάντηση: Δεν έχουμε παιδιά Βουλγάρων πολιτών και δεν μπορούμε να δίνουμε στοιχεία για Έλληνες πολίτες.

Τι μπορεί να γίνει

Η Έρση Φωτοπούλου, δικηγόρος στη Θεσσαλονίκη με εμπειρία στις υιοθεσίες, λέει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να επανεξετάσει την απαγόρευση της χρηματικής συναλλαγής. Αυτό άλλωστε είναι και το στοιχείο που εξασφαλίζει ότι, όταν υπάρχει συναλλαγή κάτω από το τραπέζι, η μερίδα του λέοντος πάει στους διακινητές.

“Στις ΗΠΑ η νομοθεσία είναι πιο ειλικρινής και επιτρέπει την οικονομική συναλλαγή, αρκεί αυτή να είναι εμφανής” προσθέτει. “Στην Ελλάδα το κρύβουμε το ζήτημα. Χρηματική συναλλαγή όμως θα υπάρχει πάντα”.

Πολλοί στη Βουλγαρία, ανάμεσά τους ακόμη και οι ίδιες οι οικογένειες των παιδιών, θεωρούν ότι εάν δώσουν το παιδί τους για υιοθεσία στην Ελλάδα, του προσφέρουν παράλληλα την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή, μακριά από την εξαθλίωση των γκέτο τους. Όμως οι κοινωνικές υπηρεσίες αντιτάσσουν σε αυτό την παντελή έλλειψη ενημέρωσης για την ποιότητα ζωής που τελικά έχουν τα παιδιά που υιοθετούνται στην Ελλάδα.

Ένας υψηλόβαθμός κοινωνικός λειτουργός στο Σλίβεν, ο οποίος αρνήθηκε να κατονομαστεί, δήλωσε ότι η Βουλγαρία και η Ελλάδα δεν μπορούν να σταματήσουν το εμπόριο βρεφών.

“Εάν τα κέρδη παραμένουν τόσο υψηλά και το ρίσκο είναι τόσο χαμηλό όπως είναι τώρα, αποτελεί απλά έναν μεγάλο πειρασμό που σίγουρα θα συνεχιστεί εάν δεν αυξηθεί κιόλας” λέει.

Πρότεινε μια μερική λύση η οποία δεν φαίνεται να βρίσκει ευήκοα ώτα.

“Ίσως οι δύο χώρες πρέπει να αναθεωρήσουν τη νομοθεσία τους. Να εισάγουν ξεκάθαρους κανόνες για κάποια αποζημίωση για τη μητέρα, για τη στήριξή της κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, για την πληρωμή των ιατρικών εξετάσεων και της διαμονής. Αυτό τουλάχιστον θα σταματούσε τη μαύρη αγορά, η οποία ωφελεί κυρίως τους διακινητές και τους μεσάζοντες”.

* Η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε από την Γιουλάνα Κόλεβα [Σόφια, Μπουργκάς] και τον Κώστα Καλλέργη [Αθήνα, Θεσσαλονίκη] στο πλαίσιο του Balkan Fellowship for Journalistic Excellence Alumni Initiative, το οποίο υποστηρίζεται από το Ίδρυμα ERSTE και το Open Society Foundations, σε συνεργασία με το Βαλκανικό Δίκτυο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (Balkan Investigative Reporting Network – BIRN)

Πηγή: http://portfolio.news247.gr/

Δείτε φωτογραφικό υλικό

Share.

Comments are closed.