Η καθιέρωση 25ης Μαρτίου ως Εθνικής Εορτής και ο πρώτος εορτασμός

0

Η 25η Μαρτίου, ημέρα της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, είχε οριστεί ως ημέρα έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης από τον αρχηγό της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρο Υψηλάντη «ως ευαγγελιζομένη την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους».

Το 1822, η προσωρινή κυβέρνηση που είχε έδρα την Κόρινθο, αποφάσισε να εορταστεί η επέτειος της Επανάστασης μαζί με το Πάσχα (2 Απριλίου, παλ. ημ.). Ο εορτασμός έγινε στην Κόρινθο με στρατιωτική πομπή, πανηγυρική δοξολογία και κανονιοβολισμούς, όπως περιγράφει ο Γερμανός εθελοντής Striebeck που την παρακολούθησε.

Σύμφωνα με το Δ. Φωτιάδη αλλά και άλλους, πριν το 1838 ως εθνική γιορτή θεωρείτο η 1η Ιανουαρίου, γιατί τότε ψηφίστηκε από την Α’ Εθνοσυνέλευση το 1ο Ελληνικό Σύνταγμα.

Ο Παναγιώτης Σούτσος πρότεινε, πρώτος, το 1834 την καθιέρωση εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης την 25η Μαρτίου, γιατί κατά την άποψή του ήταν η μέρα γενίκευσης της επανάστασης στην Πελοπόννησο.

Σε αυτό συμφώνησε και ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος υπέβαλε υπόμνημα στον βασιλιά Όθωνα με ημερομηνία 22 Ιαν./2 Φεβρ. 1835 και με το οποίο προτείνει τη θέσπιση εορτασμών με πανελλήνιους αγώνες παρόμοιους με αυτούς της αρχαίας Ελλάδας.

Όλα αυτά συμβαίνουν γιατί στο νεότευκτο ελληνικό κράτους η συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας βασιζόταν και στο στοιχείο της θρησκείας. Οι Έλληνες χριστιανοί προσπαθούν τους δεσμούς τους με το οθωμανικό παρελθόν στηριζόμενοι στα στοιχεία της γλώσσας και της Ιστορίας που παραπέμπουν στην αρχαία Ελλάδα.

Έτσι προκύπτει η 25η Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, για την Εθνική Εορτή των Ελλήνων και συνοδεύουν την πρότασή τους με την αναβίωση πολιτιστικών και αθλητικών γεγονότων στα πρότυπα της αρχαιότητας.

Επίσης επιθυμούν αυτή η Εθνική Εορτή να έχει υπερτοπικό χαρακτήρα, με εντυπωσιακές και οικονομικές διαστάσεις, γι’ αυτό επιλέγουν ένα δίκτυο πόλεων για την ανάπτυξη υποδομών (Αθήνα, Ύδρα, Τρίπολη, Μεσολόγγι) και στοχεύουν στη διεθνή προβολή της χώρας από τη Μαύρη Θάλασσα έως τις ακτές της Γαλλίας, της Αιγύπτου και της Μέσης Ανατολής.

Ύστερα από παλινωδίες και μόλις στις 25 Μαρτίου 1838, θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος εορτασμός που καθιερώνεται με το Βασιλικό Διάταγμα 980 / 15(27)-3-1838 της Κυβέρνησης του Όθωνα και συγκεκριμένα του Γεώργιου Γλαράκη, που ήταν, όπως θα λέγαμε σήμερα, υπουργός των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών. Ένα Διάταγμα που δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, όπως συνηθιζόταν τότε, αλλά στον Τύπο της εποχής.

Ο διττός, εθνικός και θρησκευτικός χαρακτήρας του εορτασμού αποτυπώνεται στο επίσημο κείμενο που υπέγραψε ο βασιλιάς: «Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25 Μαρτίου, λαμπρά καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα διά την εν αυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος δια την κατ’ αυτήν την ημέραν έναρξιν του υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του Ελληνικού Εθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέραν ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ».

Πρόγραμμα εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1838 (παραμονή εορτής)

Την παραμονή, 24 Μαρτίου 1838, μόλις έδυσε ο ήλιος προαναγγέλθηκε ο εορτασμός με είκοσι έναν κανονιοβολισμούς.

Πρόγραμμα εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1838 (ανήμερα)

Την επομένη το πρωί, 25 Μαρτίου 1838, οι είκοσι ένας νέοι κανονιοβολισμοί δίνουν το σύνθημα της έναρξης.

Η στρατιωτική μουσική εμφανίζεται στους δρόμους της ανατολίτικης κωμόπολης παίζοντας τον εωθινό. Όλοι ξεκινούν για τη δοξολογία στην Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου, η οποία τότε ήταν ο καθεδρικός ναός της πόλης. Το πλήθος αποτελούν κάτοικοι της πόλης και χιλιάδες χωρικοί, με κατάλευκες φουστανέλες, ασημένιες φέρμελες και σελάχια με καλογυαλισμένες πιστόλες. Κρατούν μικρές σημαίες και κλωνάρια δάφνης και τραγουδούν πατριωτικά τραγούδια.

Ο Όθων με τη φουστανέλα του και η Αμαλία με την παραδοσιακή στολή της φθάνουν και το πλήθος τους ζητωκραυγάζει και τους ραίνει με άνθη. Κοντά στους βασιλείς συμμετέχουν και οι επιζώντες αγωνιστές. Κατά τη διάρκεια της δοξολογίας στην Αγία Ειρήνη ρίχτηκαν  είκοσι πέντε νέοι κανονιοβολισμοί, που έδωσαν στην ουσία τον πανηγυρικό χαρακτήρα της ημέρας.

Μόλις τελειώνει η δοξολογία, ο κόσμος ξεχύνεται στους δρόμους και σαν ένα χαρμόσυνο ποτάμι κατευθύνονται προς το παλάτι που τότε ήταν το κτίριο που σώζεται σήμερα στην πλατεία Κλαυθμώνος και το οποίο στεγάζει το Μουσείον Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία. Γι’ αυτό και η πλατεία πήρε το όνομα «Πλατεία 25ης Μαρτίου», για να μετονομαστεί αργότερα σε «Πλατεία Κλαυθμώνος» για τους γνωστούς λόγους.

Εκεί τα παλικάρια στήνουν χορό και από τον Πειραιά ακούγονται οι κανονιοβολισμοί που ρίχνουν τα πλοία του βασικού ναυτικού.

Τον πρώτο εορτασμό που έγινε στις 25 Μαρτίου/6Απριλίου 1838 τον παρακολούθησε ο Γερμανός ανταποκριτής και αφιερώνει αναλυτικό ρεπορτάζ για τις εκδηλώσεις.

«Κατά την τριετή παραμονή μου στην Ελλάδα, δεν έτυχε να ζήσω παρόμοιες σκηνές ενθουσιασμού  και διθυραμβικών εκδηλώσεων όπως εκείνη την ημέρα της 25ης Μαρτίου  που γιορτάστηκε  για πρώτη φορά ως Εθνική Εορτή του Ελληνισμού στην Εκκλησία της Αγίας Ειρήνης στην Αθήνα.
Οι Αρβανίτες είχαν κατεβεί με τις σημαίες τους από τα βουνά τους, οι αγρότες της περιοχής έκαναν παρέλαση με τα νταούλια και το ζουρνά τους αθρόοι στην πόλη, οι συντεχνίες με τα λάβαρα των επαγγελμάτων τους άφηναν χαρούμενοι τις μεταξένιες σημαιούλες τους να κυματίζουν στον αέρα.
Ένα ολόκληρο δάσος από σημαίες πλαισίωνε την άμαξα του βασιλέα που στις εννέα η ώρα το πρωί προχωρούσε πανηγυρικά προς την εκκλησία της Οδού Αιόλου ενώ ο λαός ξέσπαγε απ’ όλες τις πλευρές σε ενθουσιώδεις ζητωκραυγές καθώς έβλεπε το βασιλικό ζεύγος ντυμένο ελληνικές λαϊκές φορεσιές
».

Στη μεγάλη χαρά και τον ενθουσιασμό παρενεβλήθει  ένα περιστατικό βγαλμένο από τας παλιά, το οποίο συγκίνησε ιδιαίτερα τον κόσμο.

Κατά τη διάρκεια του χορού των παλικαριών εμφανίστηκε μια ηλικιωμένη γυναίκα με κάτασπρα μαλλιά και φώναξε στους χορευτές: «Σταματήστε ωρέ παιδιά. Εγώ πρέπει να σύρω το χορό. Εγώ έδωσα για την ελευθερία της πατρίδας το αίμα δύο αδελφών και του μοναδικού γιου μου. Και φυσικά της επετράπη και κλαίγοντας, έσυρε πρώτη το χορό η Λέκαινα, παραβαίνοντας τις συνήθειες της εποχής. Το περιστατικό αυτό καταδεικνύει τη χαρά των Ελλήνων που πανηγύριζαν την ελευθερία τους και την αυταπάρνηση με την οποία θυσιάστηκαν στο βωμό της πατρίδας.

Η γυναίκα αυτή ήταν η Δέσποινα Λέκκα, η «Λέκκαινα» όπως την αποκαλούσαν. Είχε χάσει στον αγώνα τα αδέλφια της Μήτρο και Αναστάση και τον γιο της Γιώργο. Τη σκηνή διέσωσε μία από τις ξένες του Παλατιού που συνόδευαν την Αμαλία.

Το βράδυ της ίδιας μέρας πραγματοποιήθηκε η «φωταψία» που προβλεπόταν στο πρόγραμμα του εορτασμού.

Για πρώτη φορά φωταγωγήθηκαν η Ακρόπολη και ο Λυκαβηττός. Κοντά στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, πάνω στον λόφο, ανάφθηκαν μεγάλες φωτιές που σχημάτιζαν σταυρό δημιουργώντας μια πρωτόφαντη και εντυπωσιακή εικόνα.

Όλοι είχαν ενθουσιαστεί από το πρωτόγνωρο θέαμα. Μάλιστα το βασιλικό ζεύγος που βγήκε να περπατήσει στους δρόμους της πόλης και με έκπληξή είδαν ότι οι κάτοικοι είχαν φροντίσει να φωτίσουν όλα τα σοκάκια και τα σπίτια με λαδοφάναρα.

Παρόμοια άρθρα

Share.

Comments are closed.