Απλώς ήθελα να παρκάρω. Εκεί, πίσω απ’ την πλατεία Βικτωρίας, στον πρώτο παράλληλο της Αριστοτέλους· ένας δρόμος… ξεχωριστός· η οδός Φυλής! Εγκαταλελειμμένος, σκοτεινός, με παλαιά κτήρια, έρημα, ρημαγμένα, με σπίτια ακατοίκητα, υποθέτω πρώην αρχοντικά που καταρρέουν… Μαυρισμένοι τοίχοι από το συσσωρευμένο καυσαέριο και έκδηλη αδυναμία συντήρησης, ανανέωσης ή καλλωπισμού, από τους κατοίκους τους. Ένας δρόμος με… παράδοση αγοραίου έρωτα. Θαρρείς και σε αυτά τα σημεία τής πόλης δεν υπάρχουν… συμβατικοί άνθρωποι, συνηθισμένοι, με ψυχές και σώματα.
Δεν γνωρίζω ποια είναι η κατάσταση τις πρωινές ώρες· η πλατεία και οι γύρω δρόμοι συνήθως σφύζουν από ζωή και τα αυτοκίνητα θάλασσα, όχι όμως στην οδό Φυλής· τουλάχιστον στο ύψος της πλατείας, όπου εκεί κατοικεί ένας «άλλος», παράλληλος και υπόγειος κόσμος! Θα έλεγα, μια αγνώριστη Ελλάδα…
Ήρθα σε επαφή με το ανατριχιαστικό θέαμα της απίστευτης ανθρώπινης κατάπτωσης των εξαρτημένων ενός φρικτού και σκληρού περιθωρίου, το οποίο υπάρχει, ναι, υπάρχει εν αφθονία, ταμπουρωμένο στα φανερά, χυμένο δίπλα σε κάδους σκουπιδιών και σε μπορντέλα αξιολύπητα, σε απόμερα σημεία, εκεί όπου το πέρασμα γίνεται με κλειδωμένες τις πόρτες των εν κινήσει αυτοκινήτων! Όπως και στις περισσότερες πολυκατοικίες της περιοχής, οι οποίες έξω από την εξώπορτά τους, έχουν τοποθετήσει και άλλη επιπλέον εξώπορτα με κάγκελα, για κάθε ενδεχόμενο…
Ομολογώ πως είχα ξεχάσει τέτοιες εικόνες της σύγχρονης «αναπτυγμένης» ζωής μας. Όχι πως δεν τις γνώριζα, αλλά, όπως ξέρετε, η ζωή στην καθημερινότητά της μάς ωθεί στο να προστατευόμαστε, κλεισμένοι στα δικά μας τ ε ί χ η, στον δικό μας μικρόκοσμο, αφήνοντας τα υπόλοιπα να υπάρχουν και απλώς να ακολουθούν τη δική τους ρότα· δηλαδή έναν κατήφορο δίχως φρένα…
Εκεί, στην οδό Φυλής, ξαναείδα τις εικόνες που οι προσωπικές μου άμυνες έκαναν πως δήθεν δεν θυμόμουν. Πόσες φορές αναζητούμε τέτοιες ά μ υ ν ε ς για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε.
Εκεί λοιπόν, είδα ό,τι δ ε ν ήθελα να δω: Ζωντανά πτώματα, ανθρώπινοι σωροί, σωριασμένοι στα πεζοδρόμια, τυλιγμένοι στα κουρέλια τους, ανήμποροι να βαδίσουν από το ανεξέλεγκτο ναρκωτικό, με σχεδόν ασπόνδυλο σώμα, απροσδιορίστου ηλικίας, παρατημένοι καταμεσής στα πεζοδρόμια, στο δρόμο, με τους λίγους διερχόμενους οδηγούς να κορνάρουν για να μαζευτεί το σώμα ώστε να περάσουν. Λίγο παρακάτω, μια τραβεστί, θεατρική μάσκα σύγχρονης τραγωδίας, συμπλήρωνε το τοπίο. Ανθρώπινα ράκη που προσποιούνται ότι βρίσκονται εν ζωή, χρησιμοποιώντας το… δικαίωμα να χειρίζονται το σώμα τους όπως εκείνοι επιθυμούν…
Δεν έχω απαντήσεις στα χιλιάδες ερωτήματα αναγνώστες μου· το θέμα το γνωρίζω μόνο φ ι λ ο λ ο γ ι κ ά και ξέρω πως η διακίνηση ουσιών και σωματεμπορίας είναι η… μάστιγα ενός κόσμου καθοδηγούμενου από τα αμέτρητα καρτέλ και τα άλλα συναφή «επαγγέλματα», καθώς και των κοινωνικών-προσωπικών αδιεξόδων. Δεν είναι πρόθεσή μου να αναλύσω αυτό το χιλιοειπωμένο απεχθές θέμα-θέαμα, αλλά δυστυχώς ανεξάντλητο, που απασχολεί τόσες εμπλεκόμενες οικογένειες και όχι μόνο…
Η οδός Φυλής δεν κατέχει τα σκήπτρα της αποκλειστικότητας σε ένα τέτοιο ανθρώπινο δράμα· η αναφορά μου έχει να κάνει με το προσωπικό μου ξάφνιασμα· με τη σκοτεινή πλευρά τής ζωής, να συνυπάρχει με τον άλλον, τον δικό μου οικείο κόσμο.
Τείνω στο να αποδεχτώ πως η λήθη ίσως είναι αναγκαία σ ύ μ β α σ η…
Μια όψη «ζωής» που δεν μπορούμε να φανταστούμε τον δαιδαλώδη και υπόγειο ζόφο της. Ένας δρόμος που διαρκώς στενεύει προς το σκοτάδι…
* Ο Νότης Μαυρουδής είναι κιθαριστής – συνθέτης