Την περασμένη εβδομάδα, στο Μέρος 1ο, οριοθέτησα το θέμα της συζήτησης, με την ευκαιρία των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης. Την ημερήσια διάταξη ευκαιριών και κινδύνων με βάση την οποία καλούμαστε να χαράξουμε πολιτική και να προσδιορίσουμε τα μέτρα εφαρμογής της πολιτικής αυτής. Στο πλαίσιο αυτό, έρχομαι να εισφέρω τις δικές μου σκέψεις. Να σκεφτώ ελεύθερα, να κρίνω και να κριθώ, να αξιολογήσω την αντοχή προεκλογικών υποσχέσεων και μετεκλογικών προγραμματικών δηλώσεων μπροστά στην «βοή των πλησιαζόντων» και να μετρήσω την ανοχή μου σε διαψεύσεις τους.
Ασφαλώς υπάρχουν και «ιδεολογικές δουλείες» οι οποίες μπορεί να οδηγούν σε λανθασμένες επιλογές. Αρκεί φυσικά, οι δουλείες αυτές να μην ξεπέφτουν σε άλλοθι κυβερνήσεων για την παραγνώριση του δημοσίου συμφέροντος υπέρ συμπαικτών τους. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην αναφορά του Πρωθυπουργού στις ιδιωτικές επενδύσεις ως, μοναδικής περίπου, ελπίδας ανάπτυξης, μείωσης της ανεργίας και αύξησης των εισοδημάτων από την εργασία. Την οποία ο ίδιος κατέταξε στις φρούδες με την ανατριχιαστική διαπίστωση του αμέσως παρακάτω: «Δεν βρίσκουμε εργαζόμενους» μας λένε οι επιχειρηματίες και η απάντηση είναι «πληρώστε περισσότερο και θα βρείτε εργαζόμενους».
Αλλά αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να απαλλαγεί από αυταπάτες και μικρές σκοπιμότητες, μπορεί να φροντίσει τουλάχιστον να διασώσει την πολλαπλά τραυματισμένη αξιοπιστία αντιπροσώπων μας από ακυρότητα λόγων και έργων τους. Χαρακτηριστική η αναφορά του κυρίου Μητσοτάκη στην φοροδιαφυγή, για την οποία αποτόλμησε «η μόνιμη ενίσχυση των δημόσιων οικονομικών είναι και αναγκαία συνθήκη για ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος: να κερδίσουμε, επιτέλους, τον πόλεμο κατά της φοροδιαφυγής… Έχουμε ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο για να μπορούμε να υλοποιήσουμε αυτή την δέσμευσή μας». Αυτός ο ίδιος, ο οποίος προεκλογικά, εξαπέλυε μύδρους κατά αντιπάλων του όποτε επιχειρούσαν να επισημάνουν την ανάγκη δίκαιης φορολογικής μεταχείρισης… καταγγέλλοντας τους για φορομπήχτες, ανακοίνωσε ότι έχει σχέδιο (δεν το περιέγραψε βέβαια) κατά της φοροδιαφυγής!
Και δεν είναι μόνον το φετίχ των ιδιωτικών επενδύσεων και το παιχνίδι του παππά με τους φοροφυγάδες στα οποία εναπόθεσε η κυβέρνηση τις ελπίδες της για χρηματοδότηση της οικονομικής και κοινωνικής της πολιτικής. Είναι και τα πυροτεχνήματα περί «ανάκτησης επενδυτικής βαθμίδας μέχρι το τέλος του έτους» και «πρόωρης αποπληρωμής διμερών δανείων από το 1ο Μνημόνιο», μηδαμινού έως ανύπαρκτου οφέλους για τα δημόσια οικονομικά. Με αυτά δήλωσε ο κύριος Μητσοτάκης ότι θα πετύχει «μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ αρκετά κάτω από το 140% έως το 2027», «υποχώρηση της ανεργίας στο 8% μέσα στην επόμενη τετραετία», «εξαγωγές στο 60% του ΑΕΠ». Όπως επίσης και «νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, με οριζόντιες αυξήσεις από 1/1/2024», «στην τετραετία ο μέσος μισθός να φτάσει στα 1.500 ευρώ και ο κατώτατος μισθός να φτάσει στα 950 ευρώ» και «νέα ετήσια αύξηση των συντάξεων από 1/1/24 να ξεπερνά το 3%». Προεξοφλώντας ότι θα συμφωνηθούν «λογικά πρωτογενή πλεονάσματα στο πλαίσιο του νέου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που διαπραγματευόμαστε αυτή την εποχή με την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Όλα αυτά, δυστυχώς, δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών, ούτε βέβαια με την μέση ελληνική οικογένεια που την βγάζει από μηνιάτικο σε μηνιάτικο, με συμπλήρωμα επιδόματα για όσους και για όσο αυτά υπάρχουν, συχνά με τον κίνδυνο να χάσει το σπίτι της. Με το Eurogroup να έχει ήδη ζητήσει μείωση του δημόσιου χρέους κατά 2% το χρόνο «με πόρους από πρωτογενή πλεονάσματα». Μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, εννοούν οι άνθρωποι. Αυτή η φτωχοποίηση διαρκείας ασφαλώς δεν αφορά μόνον τους πιο αδύναμους οικονομικά. Στην πραγματικότητα προδιαγράφει την περιθωριοποίηση της μεσαίας τάξης. Ενώ, σε λίγα χρόνια, εκπνέει η περίοδος χάριτος για την εξυπηρέτηση του κύριου μέρους του δημόσιου χρέους μας, αυτού που κρατείται από πιστωτές/θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης!
Το συμπέρασμα από τις ίδιες τις προγραμματικές δηλώσεις είναι λοιπόν ότι η κυβερνητική πολιτική δεν βγαίνει πέρα. Χρειαζόμαστε μια διαφορετική πολιτική και την νομιμοποίηση να την εφαρμόσουμε. Ασφαλώς περιθώρια βελτιώσεων, μικρών ή μεγαλύτερων, στον ένα ή τον άλλο τομέα κυβερνητικής πολιτικής υπάρχουν. Έχω όμως τη γνώμη ότι και όλα αυτά να προχωρούσαν, πάλι το κυβερνητικό σχέδιο δεν θα έφτανε για να σταθεροποιηθούμε και να έχουμε μια καλή συνέχεια. Εξηγώ λοιπόν ευθύς αμέσως τι υποστηρίζω και γιατί, μιας και αρκετοί διαφωνούν μαζί μου και… οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους:
- Για να βγει το δημόσιο χρέος μας από το κόκκινο είναι πια απαραίτητο να κινηθεί η νομική διαδικασία κατά του γερμανικού δημοσίου για την εξόφληση του αναγκαστικού κατοχικού δανείου, καθώς και την είσπραξη επανορθώσεων και αποζημιώσεων. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η κυβέρνηση να προσδιορίσει τα ποσά τα οποία διεκδικούμε και τον φορέα επίλυσης αυτής της διακρατικής διαφοράς. Μετά την απόρριψη αυτής της αξίωσης μας από την Υπουργό Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης της Γερμανίας, απομένει μόνον ο δικαστικός δρόμος, η αποφυγή του οποίου θα ήταν βαριά παράλειψη της ελληνικής κυβέρνησης
- Για να χτυπηθεί η ανεργία, να αυξηθεί το ΑΕΠ και να πάνε καλύτερα οι εξαγωγές και το εμπορικό μας ισοζύγιο είναι απαραίτητες μεγάλες δημόσιες επενδύσεις για την ανακύκλωση των σκουπιδιών και τις μεταφορές και πολλές μικρές ιδιωτικές επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις καλλιέργειες και την κτηνοτροφία. Περιγράφω εδώ μια προσπάθεια αναζωογόνησης της ελληνικής περιφέρειας, με έμφαση στις πιο ξεχασμένες περιοχές της πατρίδας μας. Πρέπει να είναι σαφές ότι ο Τουρισμός, πολύτιμος αναμφισβήτητα, δεν φτάνει. Όπως επίσης σαφές είναι ότι η αύξηση των εσόδων από αυτόν δεν μπορεί να επιδιώκεται ούτε με επιδείνωση εργασιακών σχέσεων, ούτε με αύξηση τιμών, ούτε με καταπάτηση (πολύ περισσότερο κατασπατάληση) δημόσιων περιουσιακών στοιχείων και περιβαλλοντικών αγαθών. Ήδη συγκεκριμένοι προορισμοί, ανάμεσά τους και το ίδιο το κέντρο της Αθήνας, έχουν αγγίξει τα όρια τους.
- Οι αυξήσεις των τιμών όμως δεν υποσκάπτουν μόνο της προοπτικές του Τουρισμού μας. Ασφαλώς οι ανατιμήσεις στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια πρέπει να ακυρωθούν και να επιβληθούν κυρώσεις όπου υπάρχει αισχροκέρδεια. Η ίδια αντιμετώπιση επιβάλλεται και στο σκάνδαλο των αυθαίρετων πρόσθετων χρεώσεων των τραπεζών και των πάροχων τηλεφωνίας και διαδικτύου στους πελάτες τους. Η κυβέρνηση, η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Ανταγωνισμού οφείλουν και έχουν κάθε δυνατότητα να αντιμετωπίσουν όχι μόνον αυτά, αλλά και κάθε άλλη περίπτωση προσυμφωνημένων αυξήσεων τιμών από επιχειρήσεις σε κλάδους με διάρθρωση ολιγοπωλίου.
- Αλλά αν ο έλεγχος των τιμών είναι ο μόνος τρόπος προστασίας του διαθέσιμου εισοδήματος των οικονομικά ασθενέστερων και της μεσαίας τάξης, του 90% του ελληνικού λαού, η μείωση έμμεσων φόρων είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος αύξησης του. Εδώ μιλάμε για μείωση ειδικών φόρων κατανάλωσης και σταδιακή μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ στο 20% και 10% με επίβλεψη της μετακύλισης των μειώσεων αυτών στις τιμές.
- Όλα αυτά θα έπρεπε να είναι κοινός τόπος σε μια χώρα που δοκιμάζεται από τις μονομερείς διεκδικήσεις της Τουρκίας εις βάρος της. Η επιλογή να περιοριζόμαστε στην επίκληση του Διεθνούς Δικαίου αποδεικνύεται ανεπαρκής. Σωστά λέμε ότι η μόνη διαφορά είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ και καλούμε σε παραπομπή σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο για την οριοθέτηση αυτή. Το ερώτημα όμως είναι αν συζητάμε «συνεκμετάλλευση» (από κοινού εκμετάλλευση ελληνικών κοιτασμάτων) χωρίς να έχει προηγηθεί οριοθέτηση. Και τέλος πάντων μπορούμε να μάθουμε ποια θέματα προβλέπονται στην ημερήσια διάταξη του διαλόγου με την Τουρκία, ο οποίος ήδη διεξάγεται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο; Συζητάμε για παραπομπή σε διεθνές δικαστήριο του δικαιώματος μας να διαθέτουμε άμυνα στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου; Συζητάμε για το εάν τα ελληνικά νησιά, όπως το Καστελόριζο, έχουν ΑΟΖ; Χωρίς βέβαια να έχω την απαίτηση από αυτή την κυβέρνηση, να επιλέξει την, ενδεδειγμένη κατά τη γνώμη μου, στρατηγική μετάθεσης της γραμμής αντιπαράθεσης με την Τουρκία από το Αιγαίο στην Κύπρο.
- Απειλή εις βάρος μας δεν εκδηλώνεται όμως μόνον από την γείτονα. Σοβαρή είναι και η εκ των έσω επίθεση κατά της δημοκρατικής ομαλότητας στο τόπο μας. Ζήσαμε ήδη δυο διαδοχικές εθνικές εκλογές στις οποίες πολλά κόμματα διεκδίκησαν την ψήφο μας, μόνον ένας όμως τελικά την εντολή μας να γίνει Πρωθυπουργός. Αυτό με την Βουλή να έχει εκχωρήσει, εκούσα άκουσα, την νομοθετική εξουσία στην κυβέρνηση και όχι μόνο λόγω των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου. Με την Κυβέρνηση, με την σειρά της, να έχει εκχωρήσει, Νομοθετική και Εκτελεστική εξουσία στο Γραφείο Πρωθυπουργού. Με τον Πρωθυπουργό και το Γραφείο του όμως να είναι αποδέκτης αξιώσεων «συμμάχων», πιστωτών, εγχώριων συμπαικτών και άλλων «δικών του παιδιών», με συμφέροντα άλλα από τα δικά μας, των εντολέων του δηλαδή. Αν αυτό δεν είναι φαλκίδευση της αντιπροσώπευσης, τι είναι; Και είναι αυτή η φαλκίδευση η οποία βιώνεται ως κατάλυση της ισονομίας, της ισοπολιτείας, της ισηγορίας, της Δημοκρατίας μας τελικά. Προσωπικά, δεν περιμένω από τον κύριο Μητσοτάκη να ενδιαφερθεί για την οργάνωση της δημοκρατικής άμυνας που χρειαζόμαστε. Δεν περιμένω να στείλει στο Δικαστήριο τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς οι οποίοι φύτευαν παράνομο λογισμικό Predator στα τηλέφωνα πολιτικών του αντιπάλων. Δεν περιμένω να καταργήσει τον σταυρό προτίμησης, με εκλογικό σύστημα με 200 βουλευτές από ισάριθμες μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες και 100 ακόμα από «λίστες επικρατείας» των κομμάτων, με απλή αναλογική, ούτε να επαναφέρει την «λίστα» στις ευρωεκλογές. Δεν περιμένω, κοντολογίς, να επιχειρήσει την απεξάρτηση των πολιτικών από ολιγάρχες και καναλάρχες.
Δεν θα μπορούσα βέβαια να αφήσω να περάσουν αναπάντητες οι αναφορές του Πρωθυπουργού σε ιστορικά πρόσωπα προερχόμενα από άλλες παρατάξεις. Δεν δίστασε να ονοματίσει μέχρι και τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Ανδρέα Παπανδρέου, υπονοώντας σύμπτωση του μαζί τους σε αυτό που ονόμασε εκσυγχρονισμό. Βεβαίως, η «επικοινωνιακή ελευθεριότητα» στις μέρες μας θεωρείται πλεονέκτημα. Μόνο που μετατρέπεται στο απόλυτο κακό όσο πλησιάζει η αποδρομή σου. Αναπόφευκτη, κι ας θεωρείς εσύ, ως στρουθοκάμηλος, ότι η μεσαία τάξη θα σε αφήσει ατιμώρητο για την καταστροφή της, επειδή δηλώνεις… κεντρώος!
* Ο Παντελής Οικονόμου είναι ιδρυτής της “Εκκίνησης Έλληνες Δημοκράτες”. Ήταν ιδρυτικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ. Έχει διατελέσει μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του, βουλευτής και αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών. Έχει πτυχίο Μαθηματικών από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων από το Πανεπιστήμιο του Σάσεξ.
Προηγούμενα άρθρα: