Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε την αύξηση της διείσδυσης των ιδιωτικών εταιρειών στη δημόσια εκπαίδευση, ως μέρος μιας σειράς νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που πιέζουν για ελεύθερο ανταγωνισμό και συνεχή αξιολόγηση, με κύριο μέσο επίτευξής τους την υιοθέτηση πρακτικών του ιδιωτικού τομέα.
Με νέους ισχυρούς παίκτες στο παιχνίδι, τις μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, η συζήτηση για το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας, αποκτά μεγαλύτερη πολιτική σημασία καθώς η εκπαίδευση εισέρχεται σε ανεξερεύνητα εδάφη και ο δημόσιος χαρακτήρας της έχει μεγαλύτερη ανάγκη υπεράσπισης από ποτέ άλλοτε.
Η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση της εκπαίδευσης εξαπλώνεται με νέους τρόπους, συχνά όχι εύκολα ανιχνεύσιμους από το πολιτικό ραντάρ του προοδευτικού κόσμου. Παίρνει σάρκα και οστά με διάφορους τύπους ιδιωτικοποιημένων σχολείων, όπως τα charter schools των ΗΠΑ και της Ν. Ζηλανδίας ή τα ελεύθερα σχολεία της Σουηδίας.
Η Αυστραλία έχει αναθέσει το εθνικό σύστημα εξετάσεων στον οργανισμό Pearson, τον μεγαλύτερο ιδιωτικό εκπαιδευτικό οργανισμό του κόσμου που εξασφαλίζει τεράστια κέρδη με την προώθηση διαρκών αξιολογήσεων και εξετάσεων κάθε τύπου, με εκδόσεις εγχειριδίων εξετάσεων κλπ. Ταυτόχρονα, στον αναπτυσσόμενο κόσμο αυξάνονται οι αλυσίδες low cost ιδιωτικών σχολείων.
Στις ευρωπαϊκές χώρες παρατηρείται επίσης μια υφέρπουσα εμπορευματοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης, με τα σχολεία να αναγκάζονται να αγοράσουν ψηφιακή τεχνολογία από ιδιωτικές εταιρείες, όπως λογισμικά συλλογής και διαχείρισης δεδομένων, συστήματα επαγγελματικής ανάπτυξης και επιμορφωτικά προγράμματα, πλατφόρμες σύγχρονης και ασύγχρονης επικοινωνίας κ.α.
Ο κλάδος της δημόσιας εκπαίδευσης αποτελεί πλέον πολύ ελκυστικό στόχο για τις ιδιωτικές εταιρίες με την αξία του να ανέρχεται παγκοσμίως σε πολλά δισεκατομμύρια δολάρια. Τα επιχειρήματα, με ελάχιστες παραλλαγές, είναι παντού τα ίδια: αποτελεσματικότητα, δικαίωμα επιλογής, ελεύθερος ανταγωνισμός, και συνοδεύονται από το αφήγημα της ανεπάρκειας των δημοσίων εκπαιδευτικών συστημάτων.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο βλέπουμε την έλευση ενός νέου τύπου δημοσίων σχολείων, τα Academies που λειτουργούν ως αυτόνομοι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, ως εκπαιδευτικά καταπιστευματικά ταμεία τα οποία χρηματοδοτούνται από τους φορολογούμενους, αλλά υπόκεινται σε λιγότερους κανόνες από ό,τι τα παλαιού τύπου δημόσια σχολεία που ήταν στην αρμοδιότητα των Δήμων, δηλαδή μπορούν να καθορίζουν μισθούς και πολιτικές επιλογής μαθητών και να υιοθετούν κατά βούληση διοικητικές πρακτικές ιδιωτικού τομέα.
Το όλο εγχείρημα έχει αναλυθεί εδώ και πολλά χρόνια από τον γνωστό κοινωνιολόγο Michael Apple (Εκπαίδευση και εξουσία). «Οι υπερβολικά ντετερμινιστικές και οικονομίστικες θεωρίες δεν είναι τίποτα περισσότερο από στοιχεία του μηχανισμού αναπαραγωγής της ιδεολογίας του συστήματος, ή τουλάχιστον στοιχεία που ευνοούν τη νομιμοποίηση της ανισότητας… Μιλώντας μεταφορικά, αν το σχολικό σύστημα είναι ένας καθρέφτης, τότε δεν είναι επίπεδος αλλά προκαλεί σοβαρές παραμορφώσεις στο είδωλο που αναπαράγει».
Μετατοπίζεται η βάση της συζήτησης για τη θεσμική εκπαίδευση. Ενώ η αφετηρία και η στοχοθεσία ήταν εδώ και πολλές δεκαετίες η παιδεία ως βασικό κοινωνικό αγαθό, ως πρωταρχικό μέλημα της πολιτείας, ως καθοριστική ιδεολογική πολιτική για μόρφωση όλων των πολιτών και για πραγματική πρόοδο στη «γραφή της ιστορίας», τώρα επιχειρείται να ανατραπεί αυτή η προσέγγιση και να θεωρηθεί η εκπαίδευση ως εμπορεύσιμο αγαθό.
Η πίεση για την εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης έρχεται και από την αγορά εργασίας. Το αγγλοσαξονικό μοντέλο επικρατεί όλο και περισσότερο (και στην Ασία) και με τη χρησιμοποίηση των οικονομίστικων κριτηρίων αξιολόγησης κατατάσσουν σχολεία και πανεπιστήμια με αυτά τα αγοραία σχήματα και αναιρούν στην ουσία την ευθύνη των κρατών απέναντι στο αγαθό της μόρφωσης.
Η Σοσιαλδημοκρατία οφείλει να αλλάξει την ατζέντα της συζήτησης. Να επαναφέρει τη Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία στο κέντρο της πολιτικής της για κοινωνικό κράτος και κράτος δικαίου, για ουσιαστική πρόοδο και για βιώσιμη ανάπτυξη με στόχο την άμβλυνση των ανισοτήτων και την κοινωνική κινητικότητα.
Και παράλληλα, να συνδέσει τη μόρφωση με ουμανιστικό και δημοκρατικό περιεχόμενο. Γιατί και σε αυτό το πεδίο είναι το προνομιακό της έδαφος, ιδιαίτερα τώρα που τα ακροδεξιά ρεύματα και ο ρατσισμός, ο ανορθολογισμός και ο σκοταδισμός φέρνουν τα δικά τους βαριά σύννεφα πάνω από την Ευρώπη.
* Ο Νίκος Τσούλιας, είναι Δρ. Ειδικής Αγωγής ΕΚΠΑ, τ. Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) (1996-2003) και νυν Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής
Πατήστε εδώ και δείτε τα 318 προηγούμενα άρθρα του Νίκου Τσούλια
Χθες, την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου, την πιο μικρή μέρα του χρόνου με το μεγαλύτερο…
Ο Δήμος Αθηναίων, θέλοντας να δώσει την ευκαιρία στις μαθήτριες και τους μαθητές να απολαύσουν…
Μια καταιγίδα οργής της ακροδεξιάς άναψε σε όλη την Ευρώπη το βράδυ της Παρασκευής, αφού…
Η Χαμάς και δύο ακόμη παλαιστινιακές οργανώσεις (ο Ισλαμικός Τζιχάντ και το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση…
«Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας φέτος ξέχασε τους χαμηλοσυνταξιούχους. Μάταια περίμεναν στα ΑΤΜ έστω και…
Μία από τις πιο μεγάλες απορίες μου, που δεν μπορώ να απαντήσω, είναι ότι ενώ…