Κάθε αναφορά – ιδιαίτερα της Τέχνης – στην πιο μεγάλη πληγή της σύγχρονης Ισπανίας, στον Εμφύλιο, συγκεντρώνει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον. Η συγκεκριμένη κινηματογραφική ταινία έρχεται να προσθέσει άλλη μια ψηφίδα στη συζήτηση αυτή. Πρόκειται για μια ταινία με πολλαπλές πτυχές: ιστορική, ιδεολογική, πολιτική, εκπαιδευτική, για μια ταινία δραματική μα ταυτόχρονα και λυρική και βαθιά ανθρωπιστική.
Η Αριάδνα (Laia Costa) αναζητά για λογαριασμό του παππού της τα ίχνη του προπάππου της, που χάθηκε σε μια περίοδο στην οποία οι μαζικές εκτελέσεις και η αγριότητα του φασισμού ήταν μια καθημερινότητα.
Η όλη υπόθεση αφορά ένα πραγματικό γεγονός σε ένα ορεινό χωριό της βόρειας Ισπανίας λίγο πριν επιβληθεί η δικτατορία του Φράνκο. Εστιάζει δε περισσότερο σε έναν δάσκαλο, τον Άντονι Μπενάγιες, που είχε μαθητή του τον παππού της Αριάδνα και ο οποίος άλλαξε το «παιδαγωγικό παράδειγμα» έναντι του προκατόχου του, του ιερέα του χωριού, που ήταν και οπαδός του επερχόμενου φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο.
Απέναντι σε ένα άκρως αυταρχικό σχολείο με έντονο θρησκευτικό χρώμα, η όλη παιδαγωγική του Μπενάγιες είχε ανατρεπτικό χαρακτήρα. Ήταν ένα «άλλο σχολείο», που απόδιωχνε τον φόβο των παιδιών από τον διάχυτο αυταρχισμό των οικογενειών και του μικροπεριβάλλοντος του χωριού, που καλλιεργούσε την πρωτοβουλία, τη σταδιακή αυτοπραγμάτωση των μαθητών και την ελευθερία του πνεύματός των. Μετασχημάτισε τη διαδικασία της μάθησης σε ένα παιχνίδι χαράς και αυτοπεποίθησης.
Προήγαγε την αγάπη και το συναισθηματικό κόσμο των παιδιών είτε με την καλλιέργεια της μεταξύ των φιλίας είτε ασχολούμενος μεθοδικά με τα ιδιαίτερα οικογενειακά προβλήματα των παιδιών. Αφαίρεσε τον Σταυρό από την αίθουσα παρά τις αντιδράσεις του παπά και του δημάρχου επικαλούμενος την κοσμικότητα της εκπαίδευσης.
Μηδένισε την απόσταση με τους μαθητές τους. Τους κάλεσε να τον αποκαλούν με το μικρό του όνομα, να κάθονται όπου θέλουν χωρίς τη γνωστή ευθύγραμμη διάταξη των θρανίων. Τους ανέπτυξε μεθόδους συνεργασίας. Τους άνοιξε δρόμους καινοτομίας και ενίσχυσης των ιδιαίτερων δυνατοτήτων των, των κλίσεών των και των ταλέντων των.
Τον ξαφνιάζει η επίσκεψη ενός επιθεωρητή, ο οποίος συνοδευόμενος από τον παπά και τον δήμαρχο ήλθε βέβαιος – από σχετικές πληροφορίες παπά και δήμαρχου – ότι τα παιδιά δεν μάθαιναν γράμματα. Ωστόσο, οι γκρίζες προσδοκίες των κατέπεσαν. Όλα τα παιδιά ήταν πολύ πάνω από τις παραδοσιακές δυνατότητες. Είχαν δημιουργήσει έναν θαυμαστό κόσμο μάθησης και γνώσης. Ο δάσκαλος έδινε από κοινού με τους μαθητές του μαθήματα ζωής!
Πρωτοποριακή ήταν η ανάδειξη γραφής προσωπικών τετραδίων – και μάλιστα με στοιχεία του τυπογράφου που είχε – με θεματική ένα μείζον ζήτημα για το περιβάλλον των παιδιών, την έλλειψη της θάλασσας καλώντας τα να φανταστούν και να περιγράψουν το πως σκέπτονται τη θάλασσα.
Γίνεται μείζον θέμα στην μικροκοινωνία του χωριού η πρότασή του να συνοδέψει τα παιδιά σε ένα ταξίδι στη θάλασσα. Κατάφερε δε να πείσει τους γονείς γι’ αυτό τον στόχο. Αλλά δεν θα προλάβει. Τα μαύρα σύννεφα του φασισμού έχουν σωρευτεί όλο και πιο απειλητικά. Το μαρτύριο είναι κοντά…
Εκτυλισσόμενη η ταινία σε δύο παράλληλους χρόνους, με πολύ πειστική ηθοποιία και με εκπληκτικά τα σκηνικά, που θεωρώ ότι συνέργησαν κατά πολύ στην απόδοση εκείνης της εποχής, ξετυλίγει τα νήματα της αφήγησης και της δράσης με θαυμαστή ενότητα.
Το παρελθόν στοιχειώνει τις ζωές των ανθρώπων είτε με τη αποσιώπηση και τη συνειδητή λήθη της πληγής είτε με την αναζήτηση και το φωτισμό κάθε πτυχής της, για να αποδοθεί κάποιου είδους δικαιοσύνη.
* Ο Νίκος Τσούλιας, είναι Δρ. Ειδικής Αγωγής ΕΚΠΑ, τ. Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) (1996-2003) και νυν Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής
Πατήστε εδώ και δείτε τα 316 προηγούμενα άρθρα του Νίκου Τσούλια