Στις 12/9 το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοίνωσε τρία μέτρα με πρόσχημα την αντιμετώπιση του όντως τεράστιου προβλήματος της λειψυδρίας.
- το πρώτο μέτρο αφορά την αύξηση των τιμών στα τιμολόγια του νερού,
- το δεύτερο συγχωνεύσεις των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης-Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) σε εταιρείες ανά νομό και
- το τρίτο η εκπόνηση έργων ιδιωτικής διαχείρισης σε σχέση με την ύδρευση.
Η κυβέρνηση, μετά την απόφαση του ΣτΕ για την αναγκαστική επιστροφή των μετοχών ΕΥΔΑΠ-ΕΥΑΘ στο Δημόσιο το 2022, ήταν φανερό πως έψαχνε τρόπους έμμεσης εισαγωγής ιδιωτικών συμφερόντων στην διαχείριση του νερού. Το πρώτο βήμα ήταν η συμπερίληψη του νερού στη ΡΑΑΕΥ που υποτίθεται ρυθμίζει τις τιμές σε ρεύμα και νερό. Απέναντι σε αυτή την απόφαση, τίθεται το εύλογο ερώτημα του τι μπορεί να ρυθμίζει μια τέτοια αρχή σε ένα δημόσιο αγαθό όπως το νερό.
Η απάντηση στο ερώτημα κρύβεται στις πρόσφατες ανακοινώσεις του ΥΠΕΝ. Από τη μια αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο σε αυτές τις νέες περιφερειακές εταιρείες διαχείρισης να εισέλθουν και να συμμετέχουν ιδιωτικά συμφέροντα. Από την άλλη, τα εφεδρικά έργα ύδρευσης, τα οποία ανακοίνωσε το υπουργείο, όπως οι αφαλατώσεις στα νησιά ή η εφεδρική παροχή νερού μέσω αντλησοταμίευσης από το φράγμα Καστράκι στον Αχελώο, σύμφωνα με τον ίδιο τον υπουργό θα είναι «εκ φύσεως ιδιωτικά».
Στην ουσία, φαίνεται πως το πρώτο μέλημα της κυβέρνησης δεν είναι να αντιμετωπίσει το αποτύπωμα της κλιματικής κρίσης και την κρίση της λειψυδρίας. Αντίθετα, επιθυμεί να τις χρησιμοποιήσει ως προπέτασμα προκειμένου να ιδιωτικοποιήσει τη διαχείριση του νερού και να μετατρέψει ακόμα και αυτό το δημόσιο αγαθό σε πεδίο κερδοφορίας.
Η ιδιωτικοποίηση του νερού δεν είναι πείραμα. Ξέρουμε τις τραγικές επιπτώσεις της τόσο στις τιμές όσο και στην ποιότητα. Τα παραπάνω τα γνωρίζουμε γιατί, την περίοδο που ο νεοφιλελευθερισμός ήταν στο απόγειό του, οι ιδιωτικοποιήσεις της διαχείρισης του νερού έγιναν πραγματικότητα σε δεκάδες χώρες και εκατοντάδες περιφέρειες και πόλεις του κόσμου και απέτυχαν. Το παραπάνω οδήγησε πάνω από 270 πόλεις και περιφέρειες από το 2000 και μετά να πάρουν πίσω σε δημόσιο έλεγχο τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ύδρευσης. Ανάμεσα σε αυτές τις πόλεις φιγουράρουν η Νέα Υόρκη, το Παρίσι, το Βερολίνο, η Φρανκφούρτη, η Σεβίλη, η Βουδαπέστη, το Μπουένος Αϊρες, το Γιοχάνεσμπουργκ.
Όταν μιμούμαστε διεθνείς πρακτικές, καλό είναι να επιλέγουμε τις πετυχημένες και όχι αυτές που έχουν αποδειχθεί αποτυχημένες εδώ και 20 χρόνια. Αυτό επιτάσσει η λογική, αν πρώτο σου μέλημα είναι το δημόσιο συμφέρον. Οι αποφάσεις της κυβέρνησης λοιπόν σίγουρα δεν λήφθηκαν με άξονα το συμφέρον της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Αντίθετα, οι αποφάσεις του ΥΠΕΝ φαίνεται να είναι επακόλουθο ενός εκ των τριών ενδεχομένων:
- Ενδεχόμενο πρώτο: H κυβέρνηση έχει εγκληματική άγνοια για το πόσο καταστροφική έχει αποβεί η ιδιωτικοποίηση του νερού ανά τον κόσμο.
- Ενδεχόμενο δεύτερο: Οι ιδεολογικές εμμονές της κυβέρνησης είναι τόσο έντονες ώστε να επιλέγει τη θέση «αν η πραγματικότητα είναι εναντίον μας τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».
- Ενδεχόμενο τρίτο: H κυβέρνηση έχει κάνει τη συνειδητή επιλογή τού να ταχθεί με τα κέρδη των λίγων και όχι τις ανάγκες των πολλών.
Με απόλυτη ειλικρίνεια δεν ξέρω ποιο από τα τρία ενδεχόμενα είναι χειρότερο. Γνωρίζω όμως ότι καμία και κανένας δεν έχει το περιθώριο να δει τις τιμές και στο νερό να αυξάνονται, καμία και κανείς δεν μπορεί να κόψει μια ανελαστική ανάγκη όπως το νερό.
* Ο Λευτέρης Καρχιμάκης είναι νομικός και πολιτικός επιστήμονας. Εργάζεται στη Χάγη της Ολλανδίας. Διδάσκει Ευρωπαϊκή Πολιτική και Διαχείριση Κρίσεων ως Λέκτορας και υποψήφιος διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Leiden. Στις περασμένες ευρωεκλογές ήταν υποψήφιος με το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής