Κάποιο δραματικό γεγονός: μια φυσική καταστροφή με πολλά θύματα, ένας κοντινός πόλεμος, μια πανδημία κλπ μας αλλάζει την εικόνα που έχουμε για τον κόσμο, για τη ζωή, για τον εαυτό μας. Πέφτουμε σε μελαγχολία. Τα πάντα σκοτεινιάζουν γύρω μας.
Δραπετεύουμε από τα μικρά και από τα μεγάλα προβλήματα της καθημερινότητας και στοχαζόμαστε για την ουσία των πραγμάτων, για τις αιτίες που διαμορφώνουν την ιστορία, για τις υπαρξιακές μας ανησυχίες. Και τότε βλέπουμε μια μεταμόρφωση του εαυτού μας. Νιώθουμε να ξεχειλίζουμε από ευαισθησίες, από αγάπη και αλληλεγγύη προς τους δοκιμαζόμενους / τις δοκιμαζόμενες.
Κι όμως, αυτά τα συναισθήματα έπονται μιας ενστικτώδους συμπεριφοράς, που αφορά το πεδίο της αυτοσυντήρησής μας. Αισθανόμαστε πρώτα ανακούφιση που δεν αφορά το «κακό» εμάς και μετά αναδύεται η ψυχικά ένθερμη διάθεση για συμπόνοια προς αυτούς που υποφέρουν.
Υπάρχει και κάτι άλλο ακόμα, που δείχνει έναν κάποιο καιροσκοπισμό μας. Ενώ γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η πείνα και η φτώχεια θερίζουν ζωές εκατομμυρίων παιδιών και ανθρώπων, έχουμε αποδεχτεί αυτή την πραγματικότητα ως μια φυσική κατάσταση.
Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να ισχυρίζονται και να αποδέχονται ότι αυτή είναι και η κοινωνική πραγματικότητα αλλά και η ίδια η φύση! Ανθρωποποιούν τη φύση με βάση τη δική τους αισθητική και ηθική, που καλούνται να υπερασπιστούν τον τρόπο ζωής τους δηλαδή τα στενά όρια του εαυτού τους, το cocooning. Ο Καρλ Πόππερ στο εμβληματικό έργο του “Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της”, εκτιμώ ότι θέτει με καθαρό και πειστικό τρόπο το σχετικό ζήτημα.
«Η φύση συνίσταται από γεγονότα και κανονικότητες και η ίδια δεν είναι ούτε ηθική ούτε ανήθικη. Εμείς είμαστε εκείνοι που επιβάλλουμε τα πρότυπά μας στη φύση και μ’ αυτόν τον τρόπο εισάγουμε ηθικές αρχές στον φυσικό κόσμο, παρά το γεγονός ότι αποτελούμε μέρος αυτού του κόσμου.
Είμαστε προϊόντα της φύσης, αλλά η φύση μας έπλασε μαζί με τη δύναμή μας να αλλάξουμε τον κόσμο, να προβλέπουμε και να σχεδιάζουμε το μέλλον και να παίρνουμε μακροπρόθεσμες αποφάσεις για τις οποίες είμαστε ηθικά υπεύθυνοι. Αλλά η υπευθυνότητα και οι αποφάσεις εισέρχονται στον κόσμο της φύσης μόνο μαζί με εμάς».
Αλλά τι συμβαίνει και όσον αφορά την κοινωνία μας; Ένα μεγάλο μέρος της θεωρεί ότι η θρησκευτική του πίστη αρκεί και ότι απαντά στο τεθέν πρόβλημα της αγάπης και μάλιστα με περίσσεια, αφού η πίστη του φτάνει και περισσεύει, γιατί αφορά και τη μεταθανάτια κατάσταση!
Ένα άλλο μέρος θεωρεί ότι η περιθωριοποίηση και η απαξίωση εκατομμυρίων ανθρώπων είναι φυσική συνέπεια των ανισοτήτων που γεννά per se το καπιταλιστικό σύστημα, ότι είναι πολιτικό ζήτημα και θα λυθεί όταν εμφανιστεί ένα κάποιο σωτηριολογικό ρεύμα.
Και δεν είναι υποκριτικά μόνο αυτά τα ρεύματα, που ουσιαστικά καλύπτουν το μεγάλο τμήμα μιας κοινωνίας. Εμφανίζονται και αφελή. Γιατί ακόμα και αν δεν γνωρίζουν και δεν συνειδητοποιούν ότι οι εν λόγω εκδοχές τους – χωρίς φυσικά να έχουν καμιά κοσμοθεωρητική σχέση μεταξύ τους – δεν ευσταθούν γιατί η ιστορία δεν έχει ντετερμινισμούς, δεν αναρωτιούνται και δεν αναζητούν μήπως υπάρχει και άλλη ερμηνεία των πραγμάτων.
Ο δογματισμός και οι προκαταλήψεις τους όχι μόνο δεν καθηλώνουν κάθε ίχνος αναζήτησης και έρευνας, αλλά έχουν διαμορφώσει ένα ισχυρό πλέγμα αυτοχειραγώγησης και φυσικά η όποια κριτική σκέψη τους και η αυτοκριτική κουλτούρα τους είναι ατροφικές αν όχι και ανύπαρκτες.
Αλλά όλη η ιστορία του ανθρώπου, που είναι ιστορία της Γνώσης, έχει καταδείξει ότι δεν υπάρχουν ούτε έσχατες αλήθειες ούτε φωτεινές ουτοπίες και επίγειοι παράδεισοι. Πολύ σοφά το Μαντείο των Δελφών έλεγε ότι η φύση ούτε λέγει ούτε κρύβει παρά σημαίνει, κάτι που δηλώνει ότι το σημασιολογικό περιεχόμενο είναι πάντα προς αναζήτηση και διαρκή έρευνα, και αυτό καλείται να το δώσει ο άνθρωπος.
* Ο Νίκος Τσούλιας, πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) και νυν Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής
Πατήστε εδώ και δείτε τα 303 προηγούμενα άρθρα του Νίκου Τσούλια