Νίκος Τσούλιας*: Η εκδίκηση της χειρωνακτικής εργασίας

0

Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλο προηγούμενο. Δεν ξέρω πού οφείλεται αυτή η παθογένειά μας. Δεν ξέρω αν αυτή η αντίληψη θα σταματήσει…

Μιλάω για την απορριπτική στάση μας απέναντι στη χειρωνακτική εργασία. (Παρενθετικά, να αναφέρω ότι ανθρωπογενετικά το χέρι και η χειρωνακτική εργασία ανέπτυξαν τον εγκέφαλο και την πνευματικότητα μας και «οδήγησαν» στον Homo Sapiens).

Μιλάω για μια ανορθολογική εικόνα, από τις πολλές που έχει η χώρα μας, που την ονομάζω ως «η εκδίκηση της εγκατάλειψης της χειρωνακτικής εργασίας» προς τις γενιές των νέων μας τα τελευταία πενήντα χρόνια. Και να γιατί.

Από τη δεκαετία του 1960 με την ανάπτυξη της αστικής τάξης στη χώρα μας και τη γνωστή αστικοποίηση ευρέων στρωμάτων του ελληνικού πληθυσμού, άρχισε μια νοοτροπία απόλυτης και γενικευμένης υπαλληλοποίησης των νέων. Επιδιωκόταν η με κάθε τρόπο απόκτηση εργασίας μισθωτής, ιδιαίτερα στο δημόσιο, ως το υπέρτατο στοιχείο όχι μόνο επαγγελματικής εξέλιξης και κοινωνικής ανόδου αλλά και ως συστατικό στοιχείο κατάκτησης της ευτυχίας.

Οι κακές συνθήκες της αγροτικής ζωής, η έλλειψη υποδομών – ειδικά στην περιφέρεια εκείνες τις εποχές -, η κρατούσα πρακτική του πελατειακού συστήματος και η παρασιτική γενικευμένη ευδοκίμηση του ρουσφετιού αλλά, προφανώς, και άλλοι παράγοντες συνέργησαν στην ανάπτυξη της με κάθε τρόπο απόκτησης υπαλληλικής θέσης. «Να τρέχει ο μισθός βρέξει χιονίσει», έλεγαν οι παλιότεροι ορμώμενοι από το γεγονός ότι το αγροτικό, πενιχρό κατά βάση, εισόδημα ήταν στο έλεος των καιρικών συνθηκών.

Και ήλθαν και τα ευρωπαϊκά Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα τη δεκαετία του 1980, όπου πολλοί αγρότες μετασχηματίζονται σε επιχειρηματίες με το χρήμα που «έπεσε», χωρίς ουσιαστικά κριτήρια, αφού οι επιδοτήσεις γίνονταν με βάση τις κατά απόλυτο κανόνα ψευδείς δηλώσεις των δικαιούχων, με την ενεργό σύμπραξη των τοπικών παραγόντων (έτσι εκλεγόμαστε…) και με τη συνακόλουθη συνέργεια των κρατικών φορέων (η ανεγκεφαλική κυνικότητα του «μαζί τα φάγαμε»!), αλλά και με το χρήμα να διοχετεύεται τελικά μόνο στην κατανάλωση υλικών αγαθών και καθόλου σε επενδυτικές παρεμβάσεις θεσμικών αλλαγών στον πρωτογενή τομέα παραγωγής της χώρας μας.

Αυτή η νοοτροπία της απόκτησης δανεικού χρήματος και ο καταναλωτικός παροξυσμός επέδρασαν με έναν απόλυτο τρόπο και στις νέες γενιές.

Έτσι, από τη δεκαετία του 1990 όλοι οι νέοι ήθελαν να σπουδάζουν – όχι για την αυταξία της μόρφωσης – μόνο και μόνο ως στοιχείο για την οικονομική εξέλιξη, ανεξάρτητα αν όλοι αυτοί οι νέοι ήθελαν πράγματι να σπουδάσουν ή αν μπορούσαν. Σχεδόν όλοι οι απόφοιτοι της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσηςπάνω από 90%, όταν στην Αγγλία αυτό το ποσοστό δεν ξεπερνάει το 40% – ήταν και είναι ακόμα υποψήφιοι για τα πανεπιστήμια κατά κύριο λόγο και για τα ΤΕΙ κατά δεύτερο, αλλά και όσοι έμεναν έξω από αυτούς τους στόχους είχαν ως επιλογή τα Κέντρα Ελεύθερων Σπουδών, που κάθε φορά μεταλλάσσονταν λεκτικά – και έφταναν και φτάνουν να αυτοπροσδιορίζονται, στη χώρα της νομοθετικής αοριστίας και της θεσμικής απροσδιοριστίας, ακόμα και ως πανεπιστημιακά ιδρύματα – ανάλογα με τη σημειολογία της κάθε εποχής.

Κανείς” νέος δεν θέλει να κάνει χειρωνακτική εργασία και στη Τεχνικο – επαγγελματική εκπαίδευση πήγαιναν και πηγαίνουν μαθητές με κύριο, αν όχι αποκλειστικό, κριτήριο την αδυναμία φοίτησης στο γενικό λύκειο. Φτάνουμε στη δεκαετία του 2000 πλέον και αυτή η εγκατάλειψη της χειρωνακτικής εργασίας έχει πάρει «επιδημικά» χαρακτηριστικά.

Στις αγροτικές δουλειές, και ιδιαίτερα στις εποχιακές όπου απαιτούνται «μαζεμένα» εργατικά χέρια, στις οικοδομικές εργασίες, στις μεταφορές, στις βαριές δουλειές της «χλωμής» βιομηχανίας μας ακόμα και στη φύλαξη των ηλικιωμένων εργάζονται οι ξένοι μετανάστες που κατακλύζουν, ως ένα βαθμό αυτονόητα – γιατί χρησιμοποιούμε αρκετούς απ’ αυτούς στις εγκαταλελειμμένες εργασίες-, τη χώρα μας.

Έτσι μια χώρα χωρίς ανάπτυξη του δευτερογενούς και του τριτογενούς τομέα παραγωγής γεμίζει από πτυχιούχους και ταυτόχρονα αναρωτιέται «αυτιστικά»: τι θα γίνουν όλοι αυτοί;

Φυσικά και πρέπει να σπουδάζουν όλοι οι νέοι. Αλλά να σπουδάζουν και όχι να εγκαταλείπουν τις σπουδές (το σχετικό ποσοστό είναι πάνω από 35%!), να σπουδάζουν, αλλά δεν μπορεί κανένας να μην κάνει χειρωνακτική εργασία. Δεν ξέρω αν υπάρξουν τέτοιες κοινωνίες, αλλά σίγουρα δεν υπάρχουν τώρα.

Εξακολουθώ να μην κατανοώ ότι μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία χωρίς χειρωνακτική εργασία και μάλιστα σε μια χώρα που δεν έχει αναπτυγμένους σύγχρονους τομείς (τεχνολογίες, βιομηχανία, φάρμακα, τρόφιμα κλπ). Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη χώρα όπου η χειρωνακτική εργασία θεωρείται (σχεδόν) υποτιμητική και εγκαταλείπεται ακόμα και όταν δεν έχουμε άλλη επιλογή…

Φύλαξα για το τέλος ένα εντυπωσιακό στοιχείο. Τηρουμένων των αναλογιών και αφού κάνουμε τις σχετικές εκπαιδευτικές και κοινωνικές αναγωγές, η εικόνα που περιγράψαμε φαίνεται να έρχεται από μακριά, έναν αιώνα πριν, ως να είναι εγγεγραμμένη στην πολιτισμική μας μήτρα (!), ως να μην έχουμε εκσυγχρονιστεί στοιχειωδώς.

«Έτσι ευνοήθηκε από την ίδια την πολιτεία στην πατρίδα μας ο παρασιτισμός – παιδί που τέλειωσε ελληνικό σχολείο αδύνατο πια να πιάση την τσάπα του πατέρα του ή να γίνη χαμάλης – και η θεσιθηρία, ως που και οι ίδιοι οι γονείς των παιδιών καταλαβαίνουνε στο τέλος πως άδικα ήρθε ο γιος τους στο ελληνικό σχολείο, άδικα έδωσαν τρία χρόνια το αίμα τους για να συντηρήσουν (φαί, ρούχα, παπούτσια, βιβλία, τετράδια, χαρτόσημα, πέννες, χαρτιά και καλαμάρια), κι έρχονται στο τέλος με δάκρυα παρακαλώντας για να μην απορριφτή το παιδί τους, «νάχη τουλάχιστον ένα χαρτί» για να μπορή να κυνηγήση κάποια από τι τόσο λαμπρές θέσεις του δημόσιο υπηρέτη, ή για να γίνη στα πίσω πίσω και παπάς».
Πρόκειται για απόσπασμα από κείμενο που διαπραγματεύεται το θέμα «Τα Ελληνικά σχολεία και η μέση κοινωνική τάξη» (του Α. Πετρίδη) στο περιοδικό «Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου» του 1914!

* Νίκος Τσούλιας, έχει τελειώσει το Βιολογικό Τμήμα του ΕΚΠΑ, είναι Διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ στην «Ειδική Αγωγή», πρώην πρόεδρος για 4 θητείες (1996 – 2003) της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) και νυν Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής

Πατήστε εδώ και δείτε τα 253 προηγούμενα άρθρα του Νίκου Τσούλια

Share.

Comments are closed.