Τον τελευταίο καιρό η επικαιρότητα βρίθει ειδήσεων σχετικά με περιστατικά βίας κατά ανηλίκων. Οι περισσότερες από τις υποθέσεις αυτές έχουν ως θύτες ενηλίκους και αντιμετωπίζονται, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, αρκετά δυναμικά από την Πολιτεία. Θα μπορούσε να σχολιάσει κανείς ότι με τις αλλαγές που έχουν επέλθει στον Ποινικό Κώδικα έχει υπάρξει αυστηροποίηση των ποινών για τα εγκλήματα που σχετίζονται με τις παραπάνω περιπτώσεις. Παραταύτα, εδώ και κάποιες μέρες παρακολουθούμε την εξέλιξη μιας υπόθεσης που σίγουρα δεν εντάσσεται στα εγκλήματα με θύτες ενηλίκους και θύματα ανηλίκους. Φυσικά πρόκειται για την επίθεση που δέχτηκε μαθητής γνωστού ιδιωτικού σχολείου των Αθηνών από συνομήλικους του, οι οποίοι τον έδεσαν με πετονιά.
Η πλευρά των θυτών αλλά και το ίδιο το σχολείο έχουν περιορίσει το θέμα, οι μεν πρώτοι θεωρώντας ότι «έπαιζαν» βασανίζοντας έναν συμμαθητή τους και το δε δεύτερο κάνοντας λόγο για απλό περιστατικό μεταξύ μαθητών και δίνοντας σαθρές οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές που ουδεμία σχέση έχουν με την υποχρέωση των σχολικών μονάδων να διασφαλίζουν την ασφάλεια όλων των ευρισκομένων σε αυτές.
Το πιο τρομακτικό κομμάτι όμως του περιστατικού αυτού είναι η πλήρης αδυναμία αντίληψης και ανταπόκρισης σε ένα τέτοιο ζήτημα. Το σχολείο, εκ του αποτελέσματος, δείχνει να έχει αποτύχει να εκπαιδεύσει τα παιδιά αυτά ώστε να ενταχθούν ομαλά στην κοινωνική ζωή της χώρας. Το γεγονός ότι κάποιος θεωρεί παιχνίδι την παραπάνω πράξη, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να είναι κακουργηματική αν μιλούσαμε για ενηλίκους, αποτελεί δείγμα των πολλαπλών προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας αλλά και του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι τα άτομα αυτά δεν καθοδηγήθηκαν ποτέ από το οικογενειακό τους περιβάλλον ώστε να διδαχτούν για τις συνέπειες των πράξεών τους και περί ομαλής κοινωνικής συμπεριφοράς, το εχέγγυο του σχολείου βρίσκεται πάντοτε εκεί για να ομαλοποιήσει την κατάσταση και να διδάξει στους μαθητές την κριτική σκέψη και την αρμόζουσα συμπεριφορά απέναντι στον οποιονδήποτε συνομήλικο, συμπολίτη και συνάνθρωπό τους.
Θα πρέπει να αναλογιστούμε επί μακρόν τους τρόπους επίλυσης αυτών των προβλημάτων, τα οποία συμβαίνουν όλο και συχνότερα. Σίγουρα οι συνέπειες, κυρίως ποινικής και διοικητικής φύσεως για τους θύτες, είναι απαραίτητη, καθώς οι έκνομες συμπεριφορές δεν πρέπει να γίνονται ανεκτές. Όμως, είναι αδιανόητο να αναγκάζεται να επέμβει η Πολιτεία ή οι αρμόδιες δικαστικές και αστυνομικές Αρχές για να επιλύσουν ένα θέμα που το ίδιο το σχολείο έπρεπε και όφειλε να έχει λύσει ήδη από την αρχή της σχολικής εκπαίδευσης των ανηλίκων.
Τα φαινόμενα παραβατικότητας των ανηλίκων έχουν πλέον ξεπεράσει κάθε όριο. Φυσικά, σημαντικό ρόλο παίζουν και διάφοροι κοινωνικοί παράγοντες, οι οποίοι εμφανίζονται ιστορικά σχεδόν σε όλα τα κράτη και αποτελούν μέρος της εξέλιξης μιας οργανωμένης κοινωνίας. Το σχολείο όμως έρχεται ως θεμέλιο του εκπαιδευτικού συστήματος και καθοδηγεί την ανάπτυξη της προσωπικότητας και της σκέψης ενός παιδιού, ώστε να ενταχθεί στην κοινωνία ως ενεργός πολίτης. Πράξεις όπως αυτές απλώς καταδεικνύουν την αδυναμία και την αδιαφορία του σχολικού συστήματος για την ορθή άσκηση του ύψιστου λειτουργήματος της εκπαίδευσης.
* Ο Στέφανος Ι. Γιαννακόπουλος είναι Δικηγόρος Αθηνών Παρ’ Εφέταις, υπ. διδάκτωρ Νομικής ΔΠΘ
Προηγούμενο άρθρο: