Νίκος Τσούλιας*: Η “πανούκλα” του Καμύ και η δική μας – Ομοιότητες

0

Θα αγκαλιαστούμε ξανά…

Μα είναι οι ομοιότητες τόσες πολλές και το πιο σημαντικό είναι ότι δεν αφορούν κυρίως τα στοιχεία του καθεαυτού γεγονότος της πανδημίας όσο κυρίως τη στάση και τις αντιδράσεις των ανθρώπων! Είναι εκπληκτικό το εξής κοινό σημείο, το ξάφνιασμα από την εμφάνιση, την αγριότητα και την γρήγορη εξάπλωση της πανδημίας.
Πάντα θεωρούμε ότι η αυριανή ημέρα, το μέλλον – κοντινό και μακρινό – φέρνουν περισσότερη πρόοδο, πιο πολύ φως. Αλλά και αν έλθει κάποια συμφορά, εκτιμούμε ότι δεν μπορεί παρά να είναι μικρής διάρκειας – ένα άσχημο όνειρο, που θα φύγει πολύ σύντομα.
«Οι μάστιγες βέβαια είναι κάτι συνηθισμένο, δύσκολα ωστόσο πιστεύεις στις μάστιγες όταν σου πέσουν στο κεφάλι. Έχουν ξεσπάσει στον κόσμο τόσες πανούκλες όσοι και οι πόλεμοι. Και ωστόσο, πανούκλες και πόλεμοι πάντα βρίσκουν τους ανθρώπους το ίδιο απροετοίμαστους».
Οι άνθρωποι δεν θέλουν να πιστέψουν ότι ο απλός τρόπος ζωής τους, η καθημερινότητά τους (να πάνε στη δουλειά τους, μια βόλτα, στο σχολείο, στο γιατρό, σε μια υπηρεσία…) μπορούν να ακυρωθούν. Δεν μπορούν να κατανοήσουν, πώς είναι δυνατόν να επιβάλλεται εγκλεισμός σε ελεύθερους ανθρώπους.
«Οι συμπολίτες μας δεν ήταν πιο ένοχοι από άλλους, ξεχνούσαν μόνο να είναι μετριόφρονες, αυτό είναι όλο και σκέφτονταν ότι όλα είναι ακόμη δυνατά για αυτούς· πράγμα που σήμαινε ότι οι συμφορές ήταν αδύνατο να υπάρχουν. Συνέχιζαν να κάνουν εμπορικές συναλλαγές, ετοίμαζαν ταξίδια κι είχαν τις απόψεις τους. Γιατί να σκέφτονταν την πανούκλα, που καταργεί το μέλλον, τις μετακινήσεις και τις συζητήσεις; Θεωρούσαν τους εαυτούς τους ελεύθερους και κανένας δεν θα είναι ποτέ ελεύθερος, όσο υπάρχουν συμφορές».
Μεταμορφώνεται η ψυχή και το συναίσθημα των ανθρώπων. Απαγορεύονται οι επαφές των ανθρώπων, τα αγκαλιάσματα και τα φιλιά, τα φλερτ και ο έρωτας, οι παρέες και οι φιλίες. «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η απότομη αυτή εισβολή της αρρώστιας είχε σαν πρώτο αποτέλεσμα ν’ αναγκάσει τους συμπολίτες μας να φέρονται σαν να μην είχαν προσωπικά αισθήματα».
Ναι, το κακό δεν πέφτει από τον ουρανό, δεν έρχεται από κάποια υπερφυσική πηγή, δεν έχει μεταφυσική αφετηρία. Είναι μέσα στον άνθρωπο, μπορεί να είναι στον καθένα και στην καθεμιά – δεν το ξέρεις… Αποστρέφουμε το πρόσωπό μας, άμα πλησιάζουμε κάποιον άλλο – το ίδιο κάνει και αυτός. «Κατά περίεργο ωστόσο τρόπο όλοι οι επιβάτες γυρίζουν, στο μέτρο του δυνατού, την πλάτη τους για να αποφύγουν να μολύνουν ο ένας τον άλλο. Στις στάσεις ξεχύνεται απ’ το τραμ ολόκληρο φορτίο από άντρες και γυναίκες, που βιάζονται να φύγουν και να βρεθούν μόνοι τους».
Οι κλειστός χώρος είναι μαύρο σκηνικό. Έξω, στη φύση, μακριά από τους ανθρώπους. Η αθωότητα είναι έξω από τις κοινωνίες μας, τις γειτονιές μας ακόμα και από τα σπιτικά μας. Και αφού ο χώρος, μάς είναι απαγορευμένος, πιάνουμε τους εαυτούς μας να προσπαθούν να διαρρήξουν τον χρόνο. Θυμόμαστε ξανά και ξανά κάθε περασμένη εικόνα και μαρτυρία – θα γινόταν τώρα όμορφη μόνο και μόνο γιατί δεν είχε τη σκιά της πανδημίας. Σπρώχνουμε τον χρόνο να έλθει πιο γρήγορα το αύριο, το λυτρωτικό αύριο – δεν μας ενδιαφέρει τίποτα άλλο, παρά μόνο οι καιροί της ελευθερίας.
«Ναι, ήταν ακριβώς η αίσθηση εξορίας αυτό το κενό που κουβαλούσαμε αδιάκοπα μέσα μας, αυτή η συγκεκριμένη συγκίνηση, η παράλογη επιθυμία να γυρίσουμε πάλι προς τα πίσω ή, αντίθετα, να επιταχύνουμε την πορεία του χρόνου, αυτά τα καυτά βέλη της μνήμης».
Το παν είναι η γνώση, αυτή μας σώζει. Αυτή μας εξανθρωπίζει. Με αυτή γράφουμε ιστορία και δημιουργούμε πολιτισμό. Με αυτή βγήκαμε από τα ζωικά σκοτάδια και ετοιμαζόμαστε να αποικίσουμε το Διάστημα, να αποχαιρετίσουμε το γαλάζιο πλανήτη μας.
«Το κακό που υπάρχει στον κόσμο οφείλεται πάντα σχεδόν στην άγνοια κι η καλή θέληση μπορεί να κάνει τόση ζημιά όση και η κακία να δεν είναι φωτισμένη. Οι άνθρωποι είναι περισσότερο καλοί παρά κακοί και στην πραγματικότητα δεν βρίσκεται εδώ το πρόβλημα. Είναι ωστόσο λίγο πολύ ανήξεροι κι αυτή την άγνοια είναι που αποκαλούμε προτέρημα ή ψεγάδι γιατί το πιο απογοητευτικό ψεγάδι είναι η άγνοια που νομίζει πως τα ξέρει όλα και της επιτρέπεται έτσι να σκοτώνει».
Η ελπίδα και το φως είναι και μέσα στην ψυχή μας, στην πιο βαθιά επιθυμία μας: να ζήσουμε, για να αγαπήσουμε, για να αγαπηθούμε, για να αγαπάμε. «Ήθελε να φερθεί σαν όλους αυτούς που φαίνονταν να πιστεύουν γύρω του, πως η πανούκλα μπορούσε να έρχεται και να ξαναφεύγει χωρίς να αλλάζει την καρδιά των ανθρώπων».
Θα μας επιστραφεί η ζωή μας. Θα ξαναβρεθούμε όλοι μαζί. Θα αγκαλιαστούμε ξανά!

Ο Νίκος Τσούλιας, πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) και νυν Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής

Πατήστε εδώ και δείτε τα 107 προηγούμενα άρθρα του Νίκου Τσούλια

Share.

Comments are closed.

WordPress Πρόσθετο Cookie από το Real Cookie Banner