Ο Τσίπρας με όπλο τον εκλογικό νόμο θα προσπαθήσει να ξεφύγει από το παρόν

0

Τον τελευταίο καιρό ο υπουργό εσωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Κουρουμπλής γυροφέρνει το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Ας μη λησμονούμε ότι ο εν λόγω υπουργός υπήρξε από τους καλύτερους μαθητές της πολύχρονης θητείας στη πολιτική το ΠΑΣΟΚ το οποίο κατά καιρούς έπαιξε με αυτό που λέγεται εκλογικός νόμος.

Γιατί αναφερόμαστε σε αυτό: Απλούστατα πιστεύουμε ότι ακόμη και αν ήταν ανυποψίαστοι στο Μαξίμου για το πόσο δύσκολη και σκληρή θα είναι η διαπραγμάτευση για την πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος, η ωμή δήλωση της κ. Λαγκάρντ για το Ασφαλιστικό ότι «ζητήσαμε να μας στείλουν αγελάδα και μας έστειλαν γάτα», δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αυταπάτες. Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας φυσικά θα συναντήσει την κ. Λαγκάρντ στο Νταβός, αλλά οι ελπίδες για μεταστροφή της στάσης της είναι αμελητέες και άρα δεν μπορέι να ελπίζει σε αυτή.

Τούτο δοθέντος, είναι φυσικό η κυβέρνηση να στοχεύει πλέον στο σενάριο των εκλογών με νέο, αναλογικότερο εκλογικό νόμο. Γιατί το λέμε αυτό; Μα, γιατί στη συνάντηση του πρωθυπουργού Αλέξη με τον Γ.Γ. του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα ο νέος εκλογικός νόμος ήταν το βασικό «μενού». Παρεμπιπτόντως, ο κ. Κουτσούμπας που αρνούνταν να συζητήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια, τώρα με το προκάλυμμα της «θεσμικής» συνάντησης όχι μόνο συναντιέται αλλά συζητά επί της ουσίας για λεπτομέρειες των κυβερνητικών σχεδίων.

Παραδόξως ο πρωθυπουργός Αλέξης προσπαθεί να χτίσει συμμαχίες για την αλλαγή του εκλογικού νόμου ακόμη και με το ΚΚΕ. Για να περάσει ο νέος εκλογικός νόμος από τη Βουλή ώστε να ισχύσει στις επόμενες εκλογές, απαιτείται πλειοψηφία 2/3, δηλαδή 200 βουλευτές. Άρα είναι απαραίτητη η μεγαλύτερη δυνατή συστράτευση «συμμάχων». Σε ένα τέτοιο εγχείρημα, τα κόμματα του Κέντρου (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων) αλλά και το ΚΚΕ δεν έχουν λόγους να πουν όχι αν το κριτήριο είναι αποκλειστικά το περιεχόμενο του εκλογικού νόμου. Διότι αυτό που προσφέρει ο κ. Τσίπρας στους συνομιλητές του είναι ένα σχέδιο αναλογικότερο, με περιορισμό του μπόνους για το πρώτο κόμμα και με μείωση του ορίου για είσοδο στη Βουλή στο 2% (από 3% που είναι σήμερα).

Μόνο για τη ΝΔ δεν είναι συμφέρουσα μια τέτοια αλλαγή, αφού οι πρώτες δημοσκοπήσεις ύστερα από την εκλογή του κ. Μητσοτάκη στην αρχηγία δείχνουν δημοσκοπική άνοδο και κατάκτηση της πρώτης θέσης. Οι αντιρρήσεις μπορούν να έχουν καθαρά πολιτικά κίνητρα. Είτε την ανασφάλεια κάποιων κομμάτων για τις επιδόσεις τους σε νέα εκλογική αναμέτρηση (π.χ. Ποτάμι και Ένωση Κεντρώων) είτε γενικότερους πολιτικούς υπολογισμούς που υπερτερούν του ζητήματος του εκλογικού νόμου. Σε αυτό θα επανέλθουμε παρακάτω, αφού προέχει να δούμε την «αριθμητική» διάσταση του εγχειρήματος. Η οποία είναι απλή: για να συγκεντρωθούν 200 ψήφοι βουλευτών, πρέπει να συστρατευθούν όλα τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης πλην Χρυσής Αυγής. Το άθροισμα των εδρών του ΣΥΡΙΖΑ (144 πλέον μετά τη διαγραφή του κ. Γαβριήλ Σακελλαρίδη), ΑΝΕΛ (9 πλέον ύστερα από τη διαγραφή του κ. Δημήτρη Καμμένου), ΠΑΣΟΚ (16 πλέον ύστερα από τη διαγραφή πρόσφατα του κ. Λεωνίδα Γρηγοράκου), ΚΚΕ (15), Ποτάμι (11) και Ένωση Κεντρώων (9) είναι 204 έδρες. Ο αριθμός των 300 βουλευτών συμπληρώνεται με την προσθήκη 75 βουλευτών της ΝΔ, 18 της ΧΑ και 3 ανένταχτων.

Επομένως, είναι απαραίτητη η υπερψήφιση του νέου εκλογικού νόμου από όλα αυτά τα κόμματα πλην της ΝΔ διότι αυτή θεωρείται βέβαιο ότι θα τον καταψηφίσει. Όχι επειδή δεν τη συμφέρει ένας τέτοιος εκλογικός νόμος εκλογικά, αλλά λόγω γενικότερου πολιτικού σχεδιασμού που εκπορεύεται από την εκλογή Μητσοτάκη η οποία σηματοδοτεί το τέλος των συναινέσεων.

Προ του αδιεξόδου, το επιτελείο του Μαξίμου επεξεργάζεται το σχέδιο… «Πορτογαλία». Το οποίο περιλαμβάνει τέσσερα βήματα:

Πρώτο, αλλαγή εκλογικού νόμου, που θα ευνοεί όχι το δεύτερο αλλά τα μικρότερα κόμματα!

Δεύτερο, «αντίσταση» στις απαιτήσεις των δανειστών για το Ασφαλιστικό και εξάντληση όλων των χρονικών περιθωρίων της διαπραγμάτευσης (οι πληροφορίες μας λένε ότι τα δημόσια ταμεία αντέχουν χωρίς την εκταμίευση της δόσης των 5 δισ. ευρώ μέχρι το Μάρτιο).

Τρίτο, προκήρυξη εκλογών στο πολιτικό κλίμα που θα δημιουργεί η «κόντρα» με τους δανειστές, που θα φέρουν σε δύσκολη θέση τη ΝΔ, θα εκθέσουν τη νέα της ηγεσία σαν «σύμμαχο των δανειστών» και θα εξασφαλίσουν την πρωτιά στον ΣΥΡΙΖΑ και την ενίσχυση της δύναμης των μικρών κομμάτων και την είσοδο νέων μικρότερων κομμάτων στη Βουλή.

Τέταρτο, τη συγκρότηση κυβέρνησης με τη «φόρμουλα Πορτογαλίας», δηλαδή κυβέρνηση με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά ευρύτερης στήριξης από τα μικρότερα κόμματα.

Ωστόσο, πρέπει να απαντηθεί ένα ερώτημα: Γιατί ο κ. Τσίπρας δεν προχωράει σε κυβερνητική διεύρυνση εφαρμόζοντας αυτή τη φόρμουλα από τώρα; Η απάντηση που προς το παρόν δίνεται, είναι διπλή: Πρώτο, υπό τις παρούσες συνθήκες ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε τα μικρότερα κόμματα είναι «ώριμα» για μια τέτοια κίνηση. Και δεύτερο, διότι το συγκεκριμένο σενάριο είναι «αμυντικό» και γρήγορης φθοράς, που θα ευνοήσει ένα γρήγορο come back της ΝΔ. Αντίθετα, ύστερα από μια νέα εκλογική νίκη ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξαναπιάσει το «τιμόνι» του πολιτικού ηγεμόνα…

Share.

Comments are closed.