Όχι άλλα δάκρυα για τους εκπαιδευτικούς
Η τηλεοπτική εικόνα των δακρυγόνων και των χημικών, που ρίχτηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις εναντίον των δασκάλων διαδηλωτών, μπήκε σε κάθε ελληνικό σπίτι, συμπληρώνοντας ένα ακόμη κομμάτι - και δυστυχώς δεν πρόκειται γα το τελευταίο - στο «παζλ» μιας αλαζονικής και αυταρχικής αντίληψης διακυβέρνησης. Η ευφορία και ο εφησυχασμός από μια «αίθρια» πολιτικά άνοιξη και καλοκαίρι, όπως μαρτυρούσαν και τα αυξημένα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας στις δημοσκοπήσεις, μετατρέπονται σιγά-σιγά σε έντονο εκνευρισμό από την ανησυχητική εικόνα διάλυσης που παρουσιάζει τον τελευταίο καιρό η κυβέρνηση. Κουμπάροι και παρατρεχάμενοι, τρόφιμοι ήδη του Κορυδαλλού, επιβεβαιώνουν, απλά, την αντίληψη που έχει η συντηρητική παράταξη για την άσκηση της εξουσίας, αλλά και την πλήρη αναλγησία της κυβέρνησης απέναντι στα προβλήματα του λαού και ιδιαίτερα των λιγότερο προνομιούχων τάξεων.
Χρόνια στερήσεων και θυσιών από μέρους των φορολογούμενων Ελλήνων δημιούργησαν αυτό που ονομάζεται εθνική περιουσία και «κεφάλαιο», είτε πρόκειται για δημόσιες υποδομές, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, Ολυμπιακή, τράπεζες κλπ., είτε, πάλι, για το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τη Δημόσια Παιδεία, την Κοινωνική Ασφάλιση. Εθνικό κεφάλαιο, που η κυβέρνηση βάλθηκε να εκποιήσει, στο όνομα μιας ελεύθερης οικονομίας, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις, που θα υπακούει στους νόμους της αγοράς. Επιχειρηματολογία που ακούστηκε κατά κόρον από τους κυβερνώντες, αλλά δυστυχώς, και από κάποιους «σοσιαλίζοντες» της προηγούμενης κυβέρνησης, που σαγηνεύονταν από τις σειρήνες του νεοφιλελευθερισμού. Και είναι δυστυχώς αυτοί οι τελευταίοι που νομιμοποίησαν την επιχειρηματολογία της Νέας Δημοκρατίας, καθιστώντας εθνικό στόχο και «μονόδρομο» το ξεπούλημα όσο-όσο του εθνικού πλούτου. Κατάφεραν να πείσουν μία μεγάλη μερίδα των Ελλήνων ότι η πρόοδος και η ευημερία τους εξαρτάται από την εκποίηση όσων με τόσες θυσίες κατάφεραν να δημιουργήσουν.
Αν όμως για τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και τις κρατικές τράπεζες οι αντιστάσεις έχουν ήδη καμφθεί και ελάχιστοι, πλην των εργαζομένων σ' αυτές, ενδιαφέρονται πλέον για το ξεπούλημά τους, δεν συμβαίνει το ίδιο και με την Εκπαίδευση ή την Υγεία. Το κοινωνικό κράτος, κατάκτηση της αλληλέγγυας νεοτερικότητας, δεν είναι εύκολο να καταλυθεί χωρίς διαμαρτυρίες και αντιστάσεις. Τότε, όμως, μπαίνει σε εφαρμογή ο βρώμικος πόλεμος της απαξίωσης του Δημόσιου Τομέα, όπως παρατηρείται τελευταία με την Υγεία και την Παιδεία. Προνομιακά όπλα της κυβέρνησης στην κατεύθυνση αυτή είναι η υποχρηματοδότηση και η συκοφάντησή τους.
Αυτό ακριβώς παρατηρούμε τον τελευταίο καιρό σχετικά με τη Δημόσια Εκπαίδευση, όλων των βαθμίδων. Οι εκπαιδευτικοί κατηγορούνται για ανεπάρκεια, οκνηρία, αδιαφορία και «ανεντιμότητα»(sic!). Τα σχολεία ρημάζουν από την έλλειψη χρηματοδότησης. Το Ολοήμερο Σχολείο πελαγοδρομεί και υποβαθμίζεται. Τα Γυμνάσια και τα Λύκεια έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους και η παραπαιδεία τα έχει ήδη υποκαταστήσει στις συνειδήσεις γονιών και μαθητών. Τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ εγκαλούνται για τη χαμηλή ποιότητα σπουδών και το μεγάλο, υποτίθεται, κόστος τους. Το Υπουργείο Παιδείας επισείει την αξιολόγηση ως διαδικασία εκφοβισμού των εκπαιδευτικών και των μελών ΔΕΠ, αγνοώντας - οι αφελείς! - ότι οι πρώτες ευθύνες θα αποδοθούν στο ίδιο το κράτος για την πενιχρή χρηματοδότηση και εγκατάλειψη από μέρους του, του Δημόσιου Σχολείου και Πανεπιστημίου. Η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να δυσφημίσει τη Δημόσια Εκπαίδευση, ρίχνοντας, έτσι, γονείς και μαθητές στην αγκαλιά των ιδιωτικών σχολείων και - αύριο - Πανεπιστημίων. Επιχειρεί, ακόμη - και αυτό είναι το χειρότερο - τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, στρέφοντας τους γονείς, αλλά και άλλους επαγγελματικούς κλάδους εναντίον των εκπαιδευτικών, πιστή στην πολιτική του «διαίρει και βασίλευε».
Όσο, όμως, και αν προβληματίζεται ο κόσμος για την κατάσταση στο χώρο της Εκπαίδευσης, δεν είναι διατεθειμένος, στη μεγάλη του πλειοψηφία, να δεχτεί την απαξίωση των εκπαιδευτικών. Έχοντας συναίσθηση του λειτουργήματός τους, δεν αποδέχεται άκριτα τις συκοφαντίες που εκτοξεύονται από την κυβέρνηση εναντίον τους. Ακόμη και αν διαπιστώνει προβλήματα και δυσλειτουργίες από συμπεριφορές κάποιων εκπαιδευτικών, ξέρει ότι πρόκειται για τις εξαιρέσεις ενός κλάδου που μοχθεί καθημερινά, με ευσυνειδησία και αυταπάρνηση, για το καλό των παιδιών μας. Αναγνωρίζει, πάνω απ' όλα, ότι η Δημόσια Εκπαίδευση αποτελεί την εγγύηση για την προάσπιση των θεμελιωδών αρχών και αξιών του πολιτισμού μας, που βασίζονται στη δημοκρατία και την ισότητα μεταξύ των πολιτών. Οποιαδήποτε παρέκκλιση προς όφελος της ιδιωτικής - αριστοκρατικής αντίληψης για την εκπαίδευση αποτελεί εκτροπή.
Υπ' αυτή την έννοια, δεν μπορεί παρά να αισθανόμαστε αλληλέγγυοι στον αγώνα των δασκάλων. Σε μία περίοδο κατά την οποία η ακρίβεια, η υπερχρέωση και η χαμηλή αγοραστική δύναμη των υπαλλήλων καθιστούν απαγορευτική την απώλεια ημερομισθίων, η μαζική συμμετοχή τους σε μια πολυήμερη απεργία αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για το δίκαιο των αιτημάτων τους. Ουδείς κάνει σήμερα απεργία χωρίς λόγοή υποκινούμενοςαπό κόμματα και συνδικαλιστικές παρατάξεις, γιατί απλά δεν το αντέχει οικονομικά. Η συσπείρωση στον απεργιακό αγώνα υποδηλώνει ότι υπάρχει δίκαιος λόγος, στον οποίο μόνο η κυβέρνηση κωφεύει. Η αύξηση, μάλιστα, τις συμμετοχής, μετά τους προπηλακισμούς και τα δακρυγόνα κατά το Πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο, καταδεικνύει και τα υγιή πολιτικά ανακλαστικά των εκπαιδευτικών.
Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από δασκάλους αξιοπρεπείς, καταρτισμένους, με ανεξάρτητη συνείδηση και φωνή, για να μπορούν να εμπνέουν την ελπίδα στις νεότερες γενιές, μεταλαμπαδεύοντάς τους τις θεμελιώδεις αξίες του πολιτισμού μας. Η κυβέρνηση προσπαθεί να τους κρατήσει υποβαθμισμένους, εξαρτημένους, ταπεινωμένους, μίζερους και απαξιωμένους, γιατί ίσως κάπως έτσι οραματίζεται τους αυριανούς της πολίτες. Και για το λόγο αυτό αντιμετωπίζει τους δασκάλους ως ταραξίες και αντικοινωνικά στοιχεία, ρίχνοντάς τους δακρυγόνα και χημικά, από τα οποία όλοι δακρύσαμε, αμήχανοι μπροστά στα χειρότερα που πρόκειται να έλθουν.
«ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ» - Παρασκευή, 29/9/2006
Γιώργος Νικολάου
Επίκουρος Καθηγητής
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων