Εδώ κι αρκετό καιρό αρνούμαι να καταλήξω σε συμπεράσματα για τα διάφορα θέματα της επικαιρότητας αν πρώτα δεν σιγουρευτώ για τη ορθότητα των ειδήσεων που μεταδίδονται.
Διάβασα παντού ότι ένας από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που "διαφοροποιήθηκαν" χθες στη Βουλή, ήταν ο Κώστας Καρτάλης από τη Μαγνησία. Αναζήτησα στα πρακτικά της Βουλής την ομιλία του και ειλικρινά απορώ με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν οι "σοφοί" δημοσιογράφοι.
Η εντύπωσή μου είναι ότι η τοποθέτηση του κ. Καρτάλη ήταν μια από τις πλέον σοβαρές και τεκμηριωμένες.
Δυστυχώς φίλοι ζούμε την εποχή που η φήμη έχει καταντήσει να είναι είδηση και γι' αυτό κάποιοι έχουν ευθύνη. Επιτρέψτε μου να πω ότι αυτό που έπαθε ο ατυχής Χατζηδάκης θα το πάθουν σε λίγο καιρό αυτή που έχουν την κύρια ευθύνη αυτού του φαινομένου.
Μόνο και μόνο για λόγους ιστορικούς, παραθέτω αυτούσια την ομιλία του κ. Καρτάλη, για να μπορέσει ο καθένας να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα:
ΟΜΙΛΙΑ Κ. ΚΑΡΤΑΛΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ 2011
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κύριοι Υπουργοί, η συζήτηση που γίνεται στο Εθνικό Κοινοβούλιο για τον Προϋπολογισμό του 2011 μου δίνει την εντύπωση ότι πολλά από τα μέλη του Εθνικού Κοινοβουλίου δεν έχουν ακούσει την κοινωνία, δεν έχουν ακούσει την κόπωση των πολιτών για το πολιτικό σύστημα.
Η όλη συζήτηση μου θυμίζει μια βρετανική ταινία -επιτρέψτε μου να το πω- με έναν πολύ χαρακτηριστικό τίτλο: «Ο Εγγλέζος που ανέβηκε ένα λόφο ή κατέβηκε ένα βουνό». Πρόκειται για την ιστορία μιας επαρχίας στην Ουαλία, όπου οι βασιλικοί χωρομέτρες αποφασίζουν ότι ο λόφος δεν τηρεί τα κριτήρια για να καταγραφεί ως βουνό και δεν αποτυπώνεται η περιοχή στον γεωγραφικό άτλαντα. Όλο το χωριό -και έχει σημασία-, όλη η περιοχή αποφασίζει να βοηθήσει σε ένα στόχο: να κάνει το λόφο βουνό. Μεταφέρουν χώματα και πέτρες από άλλες περιοχές. Ο λόφος γίνεται βουνό μετά από τιτάνια προσπάθεια και η περιοχή καταγράφεται στο χάρτη της βρετανικής αυτοκρατορίας.
Η προσπάθεια για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας χρειάζεται όλους τους πολίτες μαζί, χρειάζεται όλους τους ανθρώπους της κοινωνίας, χρειάζεται όλο το πολιτικό σύστημα. Χρειάζεται έναν κοινό στόχο, που είναι πολύ δύσκολος.
Μέσα από αυτό το στόχο συναντιόμαστε με το 2011, που ενδεχομένως θα είναι ο δυσκολότερος χρόνος της μεγαλύτερης δημοσιονομικής, οικονομικής και παραγωγικής αναδιάρθρωσης της χώρας, ο οποίος πρέπει να βγει με ένα πολιτικό σύστημα σε κόπωση και με πολλές δυσκολίες και κρίσεις αντιπροσώπευσης. Μέσα σε αυτό έχουμε το Μνημόνιο. Άκουσα πολλούς συναδέλφους, κυρίως της Νέας Δημοκρατίας, να μιλούν για την κρίση του Μνημονίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το Μνημόνιο δεν είναι η βασική αιτία των δεινών μας. Είναι το δραματικό αποτέλεσμα των λαθών μας. Εμείς έχουμε υποχρέωση να το εφαρμόσουμε, να το υπερβούμε καταβάλλοντας τα χρέη μας, κάνοντας τη δουλειά μας, αποδεικνύοντας στο εξωτερικό, αλλά κυρίως εντός της χώρας, ότι έχουμε τις δεξιότητες να ανταποκριθούμε σε μεγάλα στοιχήματα.
Θα πω ψέματα αν ισχυριστώ ότι είμαι ευτυχής, ότι νοιώθω άνετα με όλα τα μέτρα που ψηφίσαμε. Όπως θα πω ψέματα αν υποστηρίξω ότι πολλά από τα μέτρα, τα οποία ψήφισε η Κυβέρνηση, δεν είναι μέτρα που θα έπρεπε να είχαν εγκριθεί και εφαρμοστεί τα προηγούμενα χρόνια, πριν ένα, πριν δύο, πριν δέκα χρόνια. Όπως θα πω ψέματα αν ισχυριστώ ότι αυτή η Κυβέρνηση δεν κάνει τεράστια προσπάθεια να ξεφύγει στις αποφάσεις από τον εκλογικό κύκλο και να δρομολογήσει μέτρα, τα οποία ξεπερνούν τον εκλογικό κύκλο, όχι γιατί δεν φοβάται το πολιτικό κόστος, αλλά γιατί αντιλαμβάνεται ότι το πολιτικό κόστος είναι ανασχετικός παράγοντας για τη διόρθωση δεινών της χώρας.
Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι το Μνημόνιο δεν είναι ένα στατικό κείμενο. Από τη στιγμή που αφορά μια μακρά περίοδο στη χώρα μας, μπορεί να τροποποιηθεί, με την προϋπόθεση ότι το παρακολουθούμε στενά και διαπιστώνουμε ποιες ρυθμίσεις του, ποια μέτρα του αντιβαίνουν στους βασικούς στόχους, που είναι η βελτίωση της κοινωνικής και οικονομικής συνοχής. Και όταν βλέπουμε ότι η ίδια η Διεθνής Κοινότητα, το ΔΝΤ, αλλάζει όρους του Μνημονίου επιμηκύνοντας την περίοδο αποπληρωμής, αντιλαμβανόμαστε ότι όταν έχουμε ρεαλιστικό και διαπραγματεύσιμο λόγο, όταν έχουμε επιχειρήματα, μπορούμε να δρομολογήσουμε αλλαγές που είναι προς το συμφέρον της σωτηρίας της οικονομίας της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Προϋπολογισμός του 2011 δεν είναι ένας αριστερός προϋπολογισμός. Είναι, όμως, ο προϋπολογισμός εκείνος που μας επιτρέπει στα επόμενα χρόνια να δρομολογήσουμε και να υλοποιήσουμε προοδευτικές πολιτικές που έχει τόσο πολύ μεγάλη ανάγκη η χώρα. Πρέπει να δρομολογήσουμε πάνω από όλα ελπίδα μέσα από την αλήθεια. Και η αλήθεια για τα δημόσια οικονομικά της χώρας είναι ότι η χώρα μας θα καταφέρει να σταθεί πραγματικά στα πόδια της και να είναι ανταγωνιστική στο διεθνές περιβάλλον, που είναι πάρα πολύ ανταγωνιστικό, όταν το δημόσιο χρέος θα φτάσει στο 80% με 100% του ΑΕΠ. Δηλαδή, περίπου το 2020, με τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα δρομολογήσει η χώρα τα επόμενα χρόνια.
Αυτός είναι ο στόχος μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Το 2011 είναι η πρώτη ουσιαστική χρονιά βασικών προσπαθειών για να επιτύχουμε το μεγάλο στόχο, τη μείωση του δημοσίου χρέους στο 80% με 100% του ΑΕΠ στα επόμενα χρόνια. Γιατί τότε θα μπορέσουμε πραγματικά να διεκδικήσουμε ουσιαστικό ρόλο στη Διεθνή Κοινότητα, να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις των αγορών που δυστυχώς υπάρχουν και δεν μπορούμε να τις υπερβούμε όσο και αν κάποιοι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας μας κάλεσαν να τις αγνοήσουμε.
Η πορεία θα είναι ανηφορική, όμως κάθε χρονιά θα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. Θα διαμορφώνονται πρωτογενή πλεονάσματα, ο ρυθμός ανάπτυξης θα γίνει θετικός και σταδιακά η χώρα θα κινείται σε μια ανοδική πορεία που θα συναντήσει και τη δική μας δυνατότητα να ανταποκριθούμε στα στοιχήματα.
Η μάχη, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι για τη σημερινή γενιά. Εμείς που είμαστε στο Εθνικό Κοινοβούλιο και εκπροσωπούμε πολλούς πολίτες, τους πολίτες της χώρας, έχουμε την υποχρέωση να στηρίξουμε την προηγούμενη γενιά που απαιτεί από εμάς να διαφυλάξουμε αυτά για τα οποία κοπίασαν και είναι υποχρέωσή μας για την επόμενη γενιά που περιμένει από εμάς να έχει την καλύτερη δυνατή ποιότητα ζωής.
Υπάρχουν πολλές προϋποθέσεις για να πετύχουμε αυτό το στόχο, το στόχο της πραγματικής μείωσης του δημοσίου χρέους. Η πρώτη προϋπόθεση είναι ότι οφείλουμε να δρομολογήσουμε και να υλοποιήσουμε ένα πολιτικό πρόγραμμα που θα είναι ευρύτερο του Μνημονίου, να στηρίξουμε τη δικαιοσύνη, να ανοίξουμε τη περιφερειακή ανάπτυξη, να στηρίξουμε την αγροτική πολιτική, τη νησιωτική και ορεινή πολιτική, την παιδεία, την υγεία, το περιβάλλον, στοιχεία δηλαδή που συναντώνται με το κοινωνικό κράτος και πρακτικά ξεπερνούν και υπερβαίνουν το Μνημόνιο.
Αυτός είναι ο βασικός μας πολιτικός στόχος και πάνω σε αυτόν το στόχο κινούμαστε με ρυθμούς, οι οποίοι νομίζω ότι είναι καλοί, αν και χρειάζονται πολλές φορές επιτάχυνση και καλύτερα αποτελέσματα.
Η δεύτερη μεγάλη προϋπόθεση είναι να στηρίξουμε το κοινωνικό κράτος. Αν χάσουμε το κοινωνικό κράτος, χάνουμε τη ψυχή μας. Παραδίδουμε τη ψυχή μας στο διάβολο, και δεν παίρνουμε τη νιότη ως αντάλλαγμα -κάτι που θα ήταν πάρα πολύ χρήσιμο- αλλά παίρνουμε δύσκολα και μαραμένα γηρατειά. Νομίζω ότι το κοινωνικό κράτος πρέπει να αντιπαλέψει με μια αντίληψη, η οποία κυκλοφορεί όλο και περισσότερο το τελευταίο διάστημα, ότι ένα δημόσιο αγαθό πρέπει να βγάζει τα λεφτά του. Όχι, ένα δημόσιο αγαθό παρέχεται στον πολίτη ακόμα και αν κοστίζει χρήματα στο κράτος, αν δεν έχει ισολογισμό, αν δεν έχει ισοζύγιο στα έσοδα και στα έξοδα, γιατί μόνο έτσι διαφυλάττεις το βασικό αρμό της κοινωνίας που είναι οι άνθρωποι, οι άνθρωποι και η συνοχή του κοινωνικού συνόλου.
Η τρίτη προϋπόθεση είναι η κοινωνική συναίνεση. Αυτά όλα τα κάνουμε για τους ανθρώπους με τους ανθρώπους. Πρέπει να μιλάμε μαζί τους, πρέπει εμείς οι Βουλευτές να τους ακούμε και να μεταφέρουμε στο Εθνικό Κοινοβούλιο αυτά που πραγματικά τους απασχολούν, αλλά και αυτά που τους ενοχλούν.
Η τέταρτη προϋπόθεση είναι η δικαιοσύνη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Πρέπει να αποδείξουμε στους πολίτες ότι πληρώνουν και οι έχοντες, γιατί σήμερα πληρώνουν, κυρίως, οι μη έχοντες. Η διαφοροποίηση των βαρών είναι πολύ μεγαλύτερη για τους μη έχοντες, παρά για τους έχοντες.
Ακούω πολλούς από αυτούς που έχουν καταφέρει στη ζωή τους να κάνουν πολλά χρήματα, να διαμαρτύρονται για το κακό κράτος, να λένε για την Κυβέρνηση, η οποία δεν προχωρά, να λένε για την κοινωνία που δεν ανταποκρίνεται. Είναι οι ίδιοι που σήμερα έχουν βγάλει τα χρήματα τους στο εξωτερικό. Είναι οι ίδιοι που σήμερα δεν στηρίζουν την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών, που τις έχουν βάλει σε μια κρίση. Γιατί η δημοσιονομική κρίση έχει μεταφερθεί στο τραπεζικό σύστημα. Και όσο δεν το βλέπουν αυτό, όσο υποκρίνονται, δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στους πολίτες και στον κόσμο.
Χρειάζεται, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να εμπιστευτούμε την διανόηση της χώρας. Όταν θα κινηθούμε μέσα από αυτήν την κρίση και όταν θα βγούμε πρέπει να έχουμε μαζί μας τον κόσμο του πνεύματος. Και ο κόσμος του πνεύματος είναι και ο κόσμος των Πανεπιστημίων, είναι ο ανώνυμος δάσκαλος, ο πανεπιστημιακός, που πρέπει να στηριχθεί. Γιατί ακούω σήμερα φωνές ότι τα Πανεπιστήμια είναι διαλυμένα, ότι είναι άντρα διαφθοράς, ότι είναι τα παραρτήματα της «Κόζα Νόστρα» στην Ελλάδα. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Να στηρίξουμε τη διανόηση. Να στηρίξουμε τον καλό εκπαιδευτικό, αυτόν που θέλει να προσφέρει. Να αλλάξουμε όλα τα κακώς κείμενα, γιατί πρέπει να τα αλλάξουμε.
Πρέπει να έχουμε πολιτική συνεννόηση και συναίνεση. Το είπαμε πολλοί συνάδελφοι και κλόνισε τον πολιτικό κόσμο, γιατί, δήθεν, έτσι θα αμβλυνθούν οι ιδεολογικές μας διαφορές και δεν θα φαινόμαστε διακριτοί στο κοινωνικό σύνολο. Όμως, να έχουμε πολιτική συνεννόηση και πολιτική συναίνεση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουμε κριτική με λύσεις και κριτική με ευθύνες.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Τελειώνω, κυρία Πρόεδρε.
Σημαίνει ότι θα μπορούμε να συμφωνήσουμε για κάποια πράγματα που θα έχουν αντοχή στο χρόνο, για την παιδεία, για την χωροταξία με αυξημένη πλειοψηφία, για να ξέρουμε πώς αναπτύσσεται η χώρα μας.
Φυσικά, -μια κουβέντα ακόμα, κυρία Πρόεδρε- πρέπει να αλλάξουμε το πολιτικό μας σύστημα. Το λέμε συνέχεια. Το λέμε συνέχεια και έχει κουραστεί ο πολίτης να το ακούει, αλλά δεν το βλέπει. Να αλλάξουμε το Σύνταγμα της χώρας για να υπάρχει αυστηρός έλεγχος για την ευθύνη των Υπουργών. Να τροποποιήσουμε το πόθεν έσχες. Να δώσουμε τη δυνατότητα για την προνομοθετική επεξεργασία των νομοσχεδίων πριν έρθουν στη Βουλή, για να έρχεται στη Βουλή μόνο ό,τι διαφωνούμε και όχι ό,τι συμφωνούμε και να μην δημιουργούνται προβλήματα. Επίσης, να δώσουμε τη δυνατότητα στο Βουλευτή να αποκτήσει μεγαλύτερη υπόσταση.
Αναρωτιέμαι αν θα φτάσει κάποτε η στιγμή που ένας Βουλευτής δεν θα συμφωνεί με το νομοσχέδιο της κυβέρνησής του και δεν θα θεωρείται αυτό ως υπονόμευση ή συνομωσία.
Αναρωτιέμαι, επίσης, ποιος είναι ο ρόλος του Βουλευτή που θέλει ο πολίτης σήμερα.
Ο Βουλευτής, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ακυρώνεται όταν προτιμά να παραμείνει σιωπηλός, όταν προτιμάμε να μην λέει τη γνώμη του, γιατί φοβάται ότι θα τοποθετηθεί σε παγετώνα. Ο Βουλευτής έχει υποχρέωση να λέει τη γνώμη του, να ασκεί την κριτική του. Δεν υπονομεύει, δεν γκρινιάζει, δεν δημιουργεί προβλήματα. Το αντίθετο θα συνέβαινε αν σιωπούσε. Σε δέκα χρόνια από σήμερα πολλοί από εμάς θα έχουν μετανιώσει που δεν μίλησαν, όταν είχαν τη δυνατότητα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στηρίζω την Κυβέρνηση, στηρίζω το Προϋπολογισμό του 2011 με το σκεπτικό που ανάπτυξα προηγουμένως, γιατί είναι η βάση για μια προοδευτική πολιτική για τα επόμενα χρόνια.
|