Μηνυτήρια αναφορά κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ κατά Γ. Σανιδά και Κ.Καρούτσου για αδικήματα που διεπράχθησαν κατά την διερεύνηση του σκανδάλου της Μ. Βατοπαιδίου

 

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008

 

 

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ

 

          Αξιότιμε κ .Εισαγγελέα,

 

Αναφορικά με την υπόθεση της ανταλλαγής δημοσίων κτημάτων  μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου, την από 04.09.2008 παραγγελία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σανιδά και την από 13.10.2008 παραγγελία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και Προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών Κυριάκου Καρούτσου για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και τις παραβιάσεις εκ μέρους τους του άρθρου 86 του Συντάγματος,  του Ν. 3126/2003 «περί Ποινικής Ευθύνης των Υπουργών» του «Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Καταστάσεως Δικαστικών Λειτουργών»  και διατάξεων του ΠΚ, θέτουμε υπόψη Σας τα κάτωθι:

 

1. Στις 14.10.2008 οι διενεργούντες την προκαταρκτική εξέταση, μετά από παραγγελία του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου  Γ. Σανιδά, Αντεισαγγελείς Εφετών Ηλίας Κολιούσης και Ελένη Σωτηροπούλου , υπέβαλαν αίτηση παραιτήσεώς τους από το Δικαστικό Σώμα στον Υπουργό Δικαιοσύνης με το κάτωθι περιεχόμενο:

« ΑΙΤΗΣΗ

ΤΩΝ ΗΛΙΑ Ν. ΚΟΛΙΟΥΣΗ

ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ- ΣΤΕΡΙΟΥΛΗ

ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ ΕΦΕΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Προς

Το Υπουργείο της Δικαιοσύνης δια του κ. Διευθύνοντος την Εισαγγελία Αθηνών.

Στις 2.10.2008 ενημερώσαμε προφορικά τον Δ/ντα την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, όσο και τον Εισαγγελέα του Α.Π ότι, στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης, που διενεργούσαμε κατ/άρθρο 35 ΚΠΔ, σε εκτέλεση της υπ/αριθμ. πρωτ. 57673/5-9-2008 παραγγελίας του, ύστερα από την υπ/αριθμ. 3511/4'9'2008 παραγγελία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, προέκυπταν στοιχεία που σχετίζοντο με τη λειτουργία Υφυπουργών και επομένως δεν είχαμε πλέον αρμοδιότητα για περαιτέρω έρευνα, αλλά ότι η σχετική υπόθεση έπρεπε να υποβληθεί δια του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στη Βουλή των Ελλήνων, η οποία είναι το μόνο αρμόδιο όργανο, για την αξιολόγησή της. Υστερα από την ενημέρωση αυτή μας ζητήθηκε από τον Δ/ντα  την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, να του υποβάλλουμε τη δικογραφία, όπως και πράξαμε την 7'10'2008.

Ακολούθησε η υπ/ αριθμ. 58184/13.10.2008 παραγγελία του Δ/ντα την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, για διενέργεια νέων ανακριτικών πράξεων, παραβλέποντας την άποψή μας, ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 85 εδ. α/, 86 παρ. 1,2 και 3 του ισχύοντος Συντάγματος σε συνδυασμό με άρθρα 1,4 παρ. 1,2 και 4 ν. 3126/2003 « Ποινική Ευθύνη των Υπουργών», από τις οποίες συνάγεται ότι, δεν είναι κατά την ισχύουσα νομοθεσία επιτρεπτό στον Εισαγγελέα να αξιολογήσει στοιχεία, όταν αυτά συνδέονται με πράξεις (ενέργειες ή παραλείψεις) μελών της Κυβέρνησης και Υφυπουργών.

Επειδή  η συμμόρφωσή μας με την τελευταία αυτή παραγγελία, όπως έχομε υπηρεσιακή υποχρέωση, συνεπάγεται και παραβίαση των προαναφερθεισών διατάξεων, υποβάλλομε την παραίτησή μας και ζητούμε την κατά νόμο αποδοχή της.

Αθήνα 14.10.2008

Οι Εισαγγελείς

Ηλίας Κολιούσης                   Ελένη Σωτηροπούλου»

Αντεισαγγελέας Εφετών       Αντεισαγγελέας Εφετών».

 

Από την επισκόπηση του ανωτέρω έγγραφου προκύπτει, ότι οι διενεργούντες την προκαταρκτική εξέταση, Αντεισαγγελείς Εφετών, υπέβαλαν την αίτηση παραιτήσεώς τους από το λειτούργημά τους για να μη παραβιάσουν τα άρθρα 85 εδ. α/, 86 παρ. 1, 2 και 3 του Συντάγματος και τα άρθρα 1, 4 παρ. 1 και 2  του Νόμου 3126/2003

«Περί Ποινικής Ευθύνης Υπουργών», εάν δέχονταν να εφαρμόσουν την από 13.10.2008 παραγγελία  του Προϊσταμένου της  Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου, προσφάτως διορισθέντος, από το Ανώτατο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, μετά την κατάργηση του αυτοδιοίκητου των Δικαστηρίων. Οι λόγοι της κατάργησης του αυτοδιοίκητου είναι πλέον προφανείς.  Πρόκειται για προσπάθεια πλήρους ελέγχου της Δικαιοσύνης και τη ποδηγέτησή της από ελάχιστο αριθμό «επίλεκτων»  δικαστών και εισαγγελέων.

Συγκεκριμένα:

 Οι δύο Αντεισαγγελείς την 02.10.2008 ενημέρωσαν προφορικά τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά και τον ίδιο τον Προϊστάμενο, ότι κατά τη διενέργεια της από αυτούς, προκαταρκτικής εξέτασης, προέκυψαν  στοιχεία που αφορούσαν σε Υφυπουργούς της Κυβέρνησης και κατόπιν τούτου έπρεπε η σχετική δικογραφία να διαβιβαστεί στην Βουλή των Ελλήνων, διότι οι ίδιοι δεν είχαν αρμοδιότητα για περαιτέρω έρευνα. Μετά την προφορική ενημέρωση, όπως προκύπτει από την αίτησή τους,  ο Προϊστάμενος ζήτησε καταρχάς να του υποβάλλουν τη δικογραφία, την οποία και υπέβαλαν την 07.10.2008 και στη συνέχεια ακολούθησε η υπ/αριθμ. πρωτ. 58184/ 13.10.2008  παραγγελία του για  διενέργεια νέων ανακριτικών πράξεων, ταυτοχρόνως δε όρισε και τρίτο Εισαγγελέα Εφετών ως συντονιστή της προκαταρκτικής εξέτασης. 

Η παραγγελία του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών, είχε ως στόχο την καθυστέρηση της προκαταρκτικής εξέτασης, όπως αποδεικνύεται από το περιεχόμενό της και τη μη διαβίβαση της δικογραφίας στην Βουλή των Ελλήνων.

Οι ενέργειές του αυτές, ήταν μη σύννομες, αφού κατά την προκαταρκτική εξέταση προέκυπταν στοιχεία κατά μελών της Κυβέρνησης και Υφυπουργών και κατά συνέπεια σύμφωνα με τα άρθρα 85 εδ α/, 86 παρ. 1,2 και 3 του ισχύοντος Συντάγματος σε συνδυασμό με άρθρα 1,4 παρ. 1,2 και 4 του Ν. 3126/ 2003, μόνη αρμόδια πλέον  για την αξιολόγηση των στοιχείων της δικογραφίας και την άσκηση ή μη δίωξης κατά Υπουργών και Υφυπουργών, ήταν  η Βουλή των Ελλήνων.

Εν γνώσει του κατά συνέπεια και με σκοπό την καθυστέρηση της προκαταρκτικής εξέτασης και τη μη διαβίβαση, ως όφειλε, της δικογραφίας στη Βουλή των Ελλήνων, παραβίασε το Σύνταγμα και το Νόμο για τη συγκάλυψη της υπόθεσης και την εξυπηρέτηση των επιδιώξεων της Κυβέρνησης.

 

2. Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Σανιδάς, ενόψει του θορύβου στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά αναφορικά με τις ανταλλαγές ακινήτων μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου του Αγίου /Ορους και αφού έλαβε υπόψη του νέα στοιχεία και την ανασυρθείσα από το Αρχείο δικογραφία , με την υπ/αριθμ. 3511/04.09.2008 παραγγελία του προς τον Διευθύνοντα την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, ζήτησε την ενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για θέματα που σχετίζονται με την αναγνώριση εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου της κυριότητας της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους στη λίμνη Βιστωνίδα και τις παραλίμνιες εκτάσεις, την εκτίμηση της αγοραίας αξίας της λίμνης και των παραλίμνιων εκτάσεων και την ανταλλαγή ποσοστών κυριότητας της Μονής Βατοπεδίου επί της λίμνης με σειρά αγροτικών και αστικών ακινήτων  του Ελληνικού Δημοσίου η αξία των οποίων υποεκτιμήθηκε, μέσω της Κτηματικής Εταιρίας του Δημοσίου.

Στο έγγραφο του Εισαγγελέα του ΑΠ περιγράφονται τα στοιχεία σειράς αξιοποίνων πράξεων που προσέλαβαν τη μορφή Υπουργικών Αποφάσεων ή κοινών Υπουργικών αποφάσεων με την έκδοση των οποίων τελέστηκαν ποινικά αδικήματα.

Στην υπ/αριθμ. 3511/04.09.2008 παραγγελία του αναφέρονται  όλα τα στοιχεία που συγκροτούν το ποινικό αδίκημα της απιστίας σε βάρος Υπουργών και Υφυπουργών. Και ενώ όφειλε, να διαβιβάσει τη δικογραφία στη Βουλή των Ελλήνων, μόνο αρμόδιο όργανο κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος και του Ν. 3126/2003, παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης παραβιάζοντας το Σύνταγμα και το Νόμο, με το αιτιολογικό  ότι,  οι Υπουργοί που συνέπραξαν στην τέλεση των ποινικών αδικημάτων «παραπλανήθηκαν».

 Μόνη αρμόδια να κρίνει αν «παραπλανήθηκαν» ή όχι  οι Υπουργοί, είναι η Βουλή των Ελλήνων και εν γνώσει του ότι παραβιάζει το Σύνταγμα και το Νόμο, δεν διαβίβασε  τη δικογραφία με σκοπό τη συγκάλυψη της υπόθεσης, τον επηρεασμό των διενεργούντων την προκαταρκτική εξέταση, το όφελος της Κυβέρνησης και των ενεχομένων Υπουργών, ενδεχομένως δε με την καθυστέρηση αυτή τη παραγραφή των αδικημάτων για τους Υπουργούς σε περίπτωση εκλογών προς όφελος της Κυβέρνησης, που τον διόρισε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. 

 

3Α. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου  Γεώργιος Σανιδάς και ο  Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κυριάκος  Καρούτσος διέπραξαν το αδίκημα του άρθρου 259 ΠΚ, διότι εν γνώσει τους και εκ προθέσεως παραβίασαν τη Συνταγματική Διάταξη του άρθρου 86 και του ν. 3126/2003 που επιβάλλει τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή των Ελλήνων, αμελλητί όταν προκύπτουν στοιχεία για ποινικό αδίκημα σε βάρος Υπουργού χωρίς αξιολογήσεις του τύπου « επλανήθησαν» .

Εξάλλου, κατ/ άρθρο 259 και 13 περίπτωση α/ του ΠΚ, υπάλληλοι θεωρούνται και οι δικαστικοί λειτουργοί στη φύση του λειτουργήματος των οποίων, ως αναπόσπαστο μέρος της λειτουργίας και αποστολής τους  ενυπάρχει η αρχή της αμεροληψίας, αντικειμενικότητας και ουδετερότητας, η εφαρμογή της οποίας δεν συνιστά ένα απλό υπαλληλικό  καθήκον,  αλλά ένα υπέρτατο υπηρεσιακό καθήκον που αποκλείει στο δικαστικό λειτουργό την υπό οποιαδήποτε μορφή παρέμβαση ή υπόδειξη σε άλλο δικαστικό λειτουργό προκειμένου να ευνοηθεί ένα από τα διάδικα μέρη. Τα ανωτέρω ισχύουν προεχόντως στις περιπτώσεις που οι παρεμβάσεις ή υποδείξεις γίνονται  από ιεραρχικά ανώτερο  κατά βαθμό δικαστικό λειτουργό προς κατώτερο. Τούτο άλλωστε προκύπτει και  από το περιεχόμενο της διατάξεως του άρθρου 19 παρ. 3 του Ν. 1756/1988 « Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών» όπως ισχύει,  με την οποία ορίζεται ότι « Οποιαδήποτε οδηγία, σύσταση ή υπόδειξη σε δικαστικό λειτουργό για ουσιαστικό ή δικονομικό θέμα σε συγκεκριμένη υπόθεση  ή κατηγορία υποθέσεων είναι ανεπίτρεπτη και συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα». Η ως άνω διάταξη με την οποία οριοθετούνται τα καθήκοντα των δικαστικών λειτουργών, προκειμένου να διασφαλίζεται η αμεροληψία και αντικειμενικότητα της κρίσεως κατά τον χειρισμό των υποθέσεων, αποτελεί συγχρόνως σε περίπτωση παραβιάσεώς της, το θεμέλιο τελέσεως και του υπό του άρθρου  259 ΠΚ προβλεπομένου και τιμωρουμένου ποινικού αδικήματος της παραβάσεως καθήκοντος.

Β. Με τις προαναφερόμενες πράξεις τους υπονόμευσαν τη λειτουργία του Δημοκρατικού Πολιτεύματος και των Θεσμών και διατάραξαν την ομαλή λειτουργία τους. Επεδίωξαν την απαλλαγή των Υπουργών  παρακωλύοντας τη Βουλή των  Ελλήνων να ασκήσει τις εξουσίες που της παρέχει το Σύνταγμα και με κατάχρηση της ιδιότητάς τους ως ανώτατων λειτουργών της Δικαιοσύνης έχοντας γνώση του Συντάγματος και των νόμων, ανέλαβαν αυθαίρετα αντισυνταγματικά και παράνομα την αξιολόγηση των στοιχείων που αναφέρονταν σε πράξεις Υπουργών και αποστέρησαν από τη Βουλή για μεγάλο χρονικό διάστημα την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, διαπράττοντας το αδίκημα του άρθρου 239 παρ. 3 του ΠΚ.

Γ. Παρενέβησαν, υπέδειξαν, παρότρυναν  και πίεσαν δικαστικούς λειτουργούς, όπως προκύπτει από τις παραγγελίες τους, τις δηλώσεις τους και την αίτηση παραίτησης των Αντεισαγγελέων, κατωτέρου βαθμού διαπράττοντας το αδίκημα του άρθρου 186 παρ. 2 ΠΚ.

 

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι συγκροτείται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των αδικημάτων, της παράβασης του καθήκοντος (259 ΠΚ), της κατάχρησης εξουσίας ( 239 παρ. 3  ΠΚ) και της πρόκλησης και προσφοράς για την τέλεση αδικήματος ( 186 παρ. 2 ΠΚ).

 

Την παρούσα αναφορά την υποβάλλουμε ένεκα δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, απορρέοντος από την ιδιότητά μας ως εκλεγμένων εκπροσώπων του Ελληνικού Λαού και τη θέλησή μας για προστασία της εύρυθμης λειτουργίας του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, της Δικαιοσύνης και της Βουλής των Ελλήνων, καθώς και την εφαρμογή του Συντάγματος και των Νόμων. Το ενδιαφέρον μας αυτό εξάλλου, προκύπτει από αλλεπάλληλες επίκαιρες ερωτήσεις και ερωτήσεις Βουλευτών του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματός μας, την τελευταία διετία.

Αθήνα 16.10.2008

Με τιμή

 

ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ

ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

ΑΗΔΟΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

ΑΛΕΥΡΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

ΑΜΟΙΡΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ ΜΙΛΕΝΑ

ΑΡΑΠΟΓΛΟΥ ΧΡΥΣΑ

ΑΡΓΥΡΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ

ΒΑΡΒΑΡΙΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ

ΒΕΡΕΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ

ΒΕΡΡΑΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ

ΒΡΕΤΤΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΓΕΙΤΟΝΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΓΕΡΑΝΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΓΙΑΝΝΑΚΑ ΣΟΦΙΑ

ΓΚΕΡΕΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ

ΓΡΗΓΟΡΑΚΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ

ΔΑΜΑΝΑΚΗ ΜΑΡΙΑ

ΔΗΜΑΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ AΝΝΑ

ΔΡΑΓΩΝΑ ΘΑΛΕΙΑ

ΔΡΙΒΕΛΕΓΚΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΕΞΑΡΧΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΠΕΤΡΟΣ

ΖΗΣΗ ΡΟΔΟΥΛΑ

ΖΩΪΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

ΚΑΪΛΗ ΕΥΑ

ΚΑΡΑΝΙΚΑΣ ΗΛΙΑΣ

ΚΑΡΤΑΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΚΑΡΧΙΜΑΚΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ

ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ

ΚΑΤΡΙΝΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ

ΚΑΤΣΕΛΗ ΛΟΥΚΑ

ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

ΚΕΓΚΕΡΟΓΛΟΥ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΚΟΥΒΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΣ

ΚΟΥΣΕΛΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

ΚΟΥΤΜΕΡΙΔΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ

ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΛΑΜΠΙΡΗΣ ΗΛΙΑΣ

ΛΙΑΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΛΙΝΤΖΕΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

ΜΑΓΚΡΙΩΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΜΑΝΙΑΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΜΑΝΤΑΤΖΗ ΤΣΕΤΙΝ

ΜΕΡΕΝΤΙΤΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ

ΜΠΕΓΛΙΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

ΜΠΟΛΑΡΗΣ ΜΑΡΚΟΣ

ΜΩΡΑΪΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

ΝΑΣΙΩΚΑΣ ΕΚΤΟΡΑΣ

ΝΙΚΗΤΙΑΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΝΙΩΤΗΣ ΓΡΗΓΟΡΗΣ

ΝΤΟΛΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΞΕΝΟΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΛΙΖΑ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ

ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ ΜΙΧΑΛΗΣ

ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΒΑΣΩ

ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ

ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

ΠΕΡΛΕΠΕ-ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ

ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΡΑΠΤΗ ΣΥΛΒΑΝΑ

ΡΕΠΠΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

ΡΗΓΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

ΡΟΒΛΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΣΑΚΟΡΑΦΑ ΣΟΦΙΑ

ΣΑΧΙΝΙΔΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ

ΣΓΟΥΡΙΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΣΚΟΥΛΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

ΣΚΟΥΛΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

ΣΚΡΑΦΝΑΚΗ ΜΑΡΙΑ

ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ

ΤΖΑΚΡΗ ΘΕΟΔΩΡΑ

ΤΙΜΟΣΙΔΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ

ΤΟΓΙΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

ΤΣΙΟΚΑΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΤΣΙΡΩΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

ΤΣΟΥΡΗ ΕΛΠΙΔΑ

ΦΛΩΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΧΑΪΔΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

ΧΑΤΖΗΟΣΜΑΝ ΑΧΜΕΤ

ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΥ ΕΥΗ

ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ

ΧΥΤΗΡΗΣ ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ

 

Συνημμένα υποβάλλουμε: