Ðþò Ýæçóá áðü êïíôÜ ôç óýëëçøç ôïõ Í. Ìáæéþôç |
|
---|---|
Βασßλης Φουρτοýνης, δÜσκαλος | ÔåôÜñôç 16 Éïõëßïõ 2014 |
Εßναι περßπου δþδεκα και μισÞ το μεσημÝρι και βγαßνω απü του ΓΡΗΓΟΡΗ στο ΜοναστηρÜκι με τον καφÝ μου στο χÝρι. ¸χω να κÜνω κÜποιες δουλειÝς στην περιοχÞ. Περνþ απÝναντι την ΑθηνÜς. ΜπροστÜ απü την εßσοδο του ΜΕΤΡΟ εßναι τρεις αστυνομικοß της ομÜδας ΔΙΑΣ, ο τÝταρτος λεßπει και κÜποια στιγμÞ τους πλησιÜζει μια κοπÝλα, που διακρßνεις εýκολα τον τρüμο στο πρüσωπü της. ΠλησιÜζω και ÜθελÜ μου και ακοýω να τους λÝει üτι στο απÝναντι μαγαζß, στου Δραγουμανιþτη που διαθÝτει εßδη ταξιδßου, εßναι Ýνας τýπος με üπλο. Τüτε οι τρεις αστυνομικοß τρÝχουν ανÜμεσα στα διερχüμενα αυτοκßνητα της ΑθηνÜς και εισβÜλουν στο κατÜστημα. Σε λßγο βγÜζουν Ýνα τýπο Ýξω, ο οποßος πÜνω στην αναμπουμποýλα τους ξεφεýγει και κατευθýνεται προς την πλατεßα Μοναστηρακßου. «Τους ξÝφυγε το κλεφτρüνι σκÝφτομαι» και τη σκÝψη μου τη διακüπτη Ýνας πυροβολισμüς που Ýρχεται απü την πλατεßα. ΜÝχρι να φτÜσω στην πλατεßα ακοýγονται κι Üλλοι τÝσσερις – πÝντε πυροβολισμοß. ΚÜτι σοβαρü συμβαßνει σκÝφτομαι. Στην πλατεßα επικρατεß αναστÜτωση. Σε λßγο εμφανßζονται κι Üλλοι αστυνομικοß που τρÝχουν προς τα σουβλατζßδικα της οδοý Ερμοý. «ΜÜγκα μου, κυνηγÜνε το Μαζιþτη» ακοýω κÜποιον να λÝει. ΠλησιÜζω προς τα εκεß και τα βλÝπω Üδεια. Τüτε συνειδητοποιþ üτι αυτü που Üκουσα ως φÞμη, θα πρÝπει να εßναι αλÞθεια. ¹δη η πλατεßα Ýχει γεμßσει αστυνομικοýς. Στη διασταýρωση Ερμοý και ΑθηνÜς γßνεται πανζουρλισμüς. Γυρßζω πßσω και αποφασßζω να περÜσω ανÜμεσα στα σουβλατζßδικα. Στο δεýτερο αριστερÜ üπως ανεβαßνουμε για το Σýνταγμα βλÝπω αναποδογυρισμÝνα τραπÝζια και σε Ýνα σημεßο να υπÜρχουν και αßματα. ΣτÝκομαι και βλÝπω στο εσωτερικü του Ýνα νεαρü που το πüδι του εßναι γεμÜτο αßματα. «¸φαγε σφαßρα στο αστρÜγαλο» με ενημερþνει Ýνας απü τους υπαλλÞλους του καταστÞματος. Εßναι ο Ýνας απü τους δυο τραυματßας. ¹δη κÜποιος απü το κατÜστημα Ýχει καλÝσει το ασθενοφüρο. ΜετÜ απü λßγο βλÝπω κι Üλλο Ýναν νεαρü να τρÝχει σα χαμÝνος φορþντας τη μια σαγιονÜρα του και απü το πüδι τους, κÜτω απü το γüνατο, να Ýχει αßματα. Προφανþς θα πρÝπει να Þταν ο δεýτερος τραυματßας. Εκεß πλÝον μαθαßνω ο καταδιωκüμενος εßναι ο Νßκος Μαζιþτης και üτι τον εßχαν πια συλλÜβει οι αστυνομικοß στην οδü Μητροπüλεως στο ýψος της ΚαπνικαρÝας, αφοý πρþτα τον εßχαν τραυματßσει. Παντοý επικρατεß πανικüς και αναστÜτωση. ¸ξω απü κατÜστημα υπÜρχουν τρεις κÜλυκες απü πυροβüλο üπλο, αυτοýς μπüρεσα και εßδα. Ο Ýνας πÜνω σε Ýνα τραπÝζι, ο Üλλος σκεπασμÝνος με μια καρÝκλα και ο τρßτος καπακωμÝνος με Ýνα γυÜλινο σταχτοδοχεßο. Κατορθþνω και παßρνω μια φωτογραφßα του κÜλυκα που εßναι κÜτω απü την καρÝκλα. Ακοýγονται σειρÞνες, κüρνες, πανζουρλισμüς. Επικρατεß χÜος! «Ο δικüς μας τη γλßτωσε», ακοýω Ýναν αστυνομικü να λÝει σε Ýναν Üλλον, «την μια την Ýφαγε στο αλεξßσφαιρο αλλÜ η δεýτερη τον πÞρα στο πüδι και τον τραυμÜτισε». ΑναφÝρονταν στο τραυματßα αστυνομικü. Γýρισα πßσω προς την πλατεßα για να πÜω να κÜνω τις δουλειÝς μου. «ΣÞμερα εßχαμε Üγιο», σκÝφτηκα. Θα μποροýσαμε να θρηνÞσουμε θýματα, üπως εξελßχτηκαν τα γεγονüτα. Αφοý τελεßωσα τις δουλειÝς μου ανÝβηκα την Ερμοý. Στο ýψος της ΚαπνικαρÝας εßχαν üλα απολεστεß και εßχε αρχßσει τον Ýλεγχο η ΑντιτρομοκρατικÞ. Ακολουθεß φωτογραφικü υλικü
|