Óôç äçìïóéüôçôá Üãíùóôá ðïéÞìáôá ôïõ ÃéÜííç Ñßôóïõ

Βασßλης Φουρτοýνης, δÜσκαλος

ΤετÜρτη 23 Οκτωβρßου 2013

Στο φως δÝκα Üγνωστα ποιÞματα του ΓιÜννη ΡßτσουΔÝκα Üγνωστα ποιÞματα του ΓιÜννη Ρßτσου Ýρχονται στο φως, σε μια προδημοσßευση απü το Αθηναúκü Πρακτορεßο της ανÝκδοτης συλλογÞς «Το Υπερþον», που θα κυκλοφορÞσει τον ΝοÝμβριο απü τον εκδοτικü οßκο ΚÝδρος: Πρüκειται για 72 ολιγüστιχα πεζüμορφα ποιητικÜ, στο πολυτονικü σýστημα, που γρÜφτηκαν το 1985.

Πρüκειται για μßα ακüμη αποδÝσμευση δημιουργημÜτων του Ρßτσου, Ýχοντας την Ýγκριση της κüρης του ¸ρης, αποδÝσμευση απü το απÝραντο ωκεανü ποιημÜτων του ανθρþπου ο οποßος δεν δßσταζε να γρÜφει αενÜως, αδιαφορþντας για τους επικριτÝς αυτÞς της πληθωρικÞς επιμονÞς του .

¶λλωστε, Þδη απü το 1977, στο πεζοποßημα «Το τερατþδες Αριστοýργημα», Ýνα Ýργο εκπληκτικοý μοντερνισμοý ελληνικÞς προÝλευσης, ο Ρßτσος Ýχει απαντÞσει ευθÝως : «… και μ’ ακοντßζανε οι νωθροß τις κατηγορßες του κομπογιαννßτη και του πολυγρÜφου κι απü κοντÜ τους με σεγκοντÜριζαν γαυγßζοντας τα σκυλιÜ της ΑσφÜλειας, üμως εγþ χαμογελοýσα κι Ýκρυβα κÜτω απ' το κρεβÜτι μου τα εννιÜ μου χιλιÜδες περιστÝρια … γονÜτιζα στο χþμα και Ýπλενα στοργικÜ τα πüδια των εκτελεσμÝνων».

Τα πρωτοφανÝρωτα υπερþα ποιÞματα εßναι γραμμÝνα κυρßως με μια υπαρξιακÞ υπερ-οπτικÞ, χωρßς βÝβαια να αποξενþνονται απü τον αγωνιστικü μýθο, ο οποßος üμως ενυπÜρχει ως αχλÞ και ως μοτßβο. 

Απü θεματικÞ και μορφικÞ üψη αντιστοιχοýν στο κλßμα των ποιητικþν εγκολπßων «Μαρτυρßες» (1966) και «Λοιπüν;» (1978), üπου η ελλειπτικüτητα Ýχει δþσει τη θÝση της στην υψηλüφρονα διατýπωση του επαναστατικοý οßστρου, η οποßα κυριαρχεß στα στρατευμÝνα Ýργα του.

Οπως σημειþνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, απü το «Υπερþον» του, απü το υπερυψωμÝνο δþμα του, απü τον πανοπτικü του εξþστη, «ο ποιητÞς της Ρωμιοσýνης» μετεξελßσσεται σε ποιητÞ της εσωτερικüτητας, παρατηρþντας τα συμβÜντα του καθημερινοý βßου, διαλεγüμενος με το αßνιγμα, το μυστÞριο, το χρüνο, τα πρüσωπα, τα προσωπεßα, τη φθορÜ, τον Ýρωτα, τον θÜνατο.

Με ομιλßα κρυπτικÞ, με γοητευτικÜ μισüλογα, με θρυμματισμÝνα νοÞματα - üπως κÜποιος που δεν θÝλει να προδþσει τα αθÝατα και σου μιλÜει με τα μÜτια- ο Ρßτσος οδηγεß τον λÜτρη της ποßησης στην απüλαυση Ακüμη και αν -ενßοτε - η αφÞγηση και τα σýμβολα εßναι προβλÝψιμα, ακüμη και αν η εξÝλιξη δεßχνει αναμενüμενη, η περιεκτικüτητα και η συμπýκνωση της γραφÞς του αποτελοýν αναμÝτρηση του Ρßτσου με τον εαυτü του, συνιστþντας την καλýτερη απÜντηση σε üσους μÝνουν μüνο στον ποιητÞ των μακροπερßοδων συνθÝσεων .

 

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Μιλοýσε για μυστικÝς αρτηρßες,

για σιωπηλÜ εφüδια,

για κεßνο το ανÜλαφρο βÜρος στις πλÜτες

 üταν η Μαρßα λýνει την ποδιÜ της και κοιτÜει απ’ το παρÜθυρο,

üταν δýο νÝοι εμπορεýονται στο πεζοδρüμιο

λαθραßα υφÜσματα,

üταν ο Λαοδßκης στον εξþστη, με ριγÝ πιτζÜμες,

κλεßνει τα μÜτια του στο μÝγα φως,

κι η θÜλασσα μας πλησιÜζει

üλους ανεξαιρÝτως

διδακτικÞ, αμερüληπτη, αμνησßκακη.

 

Ο ΩΡΑΙΟΣ ΔΡΑΠΕΤΗΣ

Φτηνü το φως, φτηνÜ μαγαζιÜ, φθηνüτερα λüγια.

¶λλοι Ýφυγαν, Üλλοι κοιμοýνται, Üλλοι πεθÜνανε.

Κι αυτοß κι εκεßνοι το ßδιο γερνÜνε.

Εσý αρνÞθηκες τον γενικü κανüνα.

¶φησες πλαγιασμÝνο στο κρεβÜτι σου το ομοßωμÜ σου

μην καταλÜβουν πως εσý πλανιÝσαι

στο μÝγα δÜσος, Üοπλος κυνηγüς,

φορþντας τις λευκÝς σου μπüτες.

 

ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΟ

Η σιωπηλÞ αθωüτητα της Üγνοιας. Πüσες

διαδοχικÝς αναιρÝσεις, σφαλερÝς διαισθÞσεις.

Κοιτοýσες το βουνü, το ποτÜμι, το σýννεφο.

Τα ωραßα κορßτσια χÜθηκαν στον κÞπο

πßσω απü πανýψηλα χρυσÜνθεμα.

Η νýχτα

διαστÝλλονταν πÜνω απ’ την πüλη.

Κι εσý

απüμεινες ασÜλευτος μÝσα στο διχασμü σου,

Ýχοντας μüνο Üλλοθι το Üστρο.

 

ΧΩΡΟΣ ΑΠΟΡΡΙΜΑΤΩΝ

Πßσω απ’ τη μÜντρα, σπασμÝνα γυαλιÜ,

σπασμÝνες στÜμνες και κονσερβοκοýτια,

τα λυπημÝνα σκυλιÜ, οι Üγριες γÜτες,

πλÞθος τσουκνßδες κι ανÜμεσÜ τους

Ýνα μικρü λουλοýδι κßτρινο,

σαν Üστρο παραμελημÝνο,

Ýχει αναλÜβει να πληρþσει üλα τα σπασμÝνα.

Μαζß κι εγþ.

 

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ

Πριν απü εσÝνα Þσουν εσý;

¸ξω στο δρüμο δεν περνÜει κανÝνας.

Το φως του δωματßου πÝφτει κÜθετα

τονßζοντας τα ζυγωματικÜ, σβÞνοντας το σαγüνι

μÝσα στην ßδιαν απορßα: «υπÞρξαμε;». ¸τσι

πÝταξα το ποτÞρι απ’ το παρÜθυρο.

¸τσι Üκουσα τουλÜχιστον κÜτω στο πεζοδρüμιο τον κρüτο: «υπÜρχουμε».

 

ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ

Τα πιο πολλÜ, τα πιο ωραßα,

Τα ‘δες απ’ την κλειδαρüτρυπα- λουλοýδια πεσμÝνα στο πÜτωμα

και μÝσα στα παποýτσια σου.

Καλýτερα λοιπüν

να περπατÜς ξυπüλητος

μη σ’ ακοýσουν.

 

ΤΟ ΑΔΙΑΒΑΤΟ

¶νθρωποι ριψοκßνδυνοι Þταν.

Δεν το περηφανεýονταν ωστüσο.

¸σπασε το θερμüμετρο,

ο υδρÜργυρος σκüρπισε.

Σαν φτÜσαμε στα σýνορα

μας σταμÜτησαν.

Τα ψεýτικα διαβατÞρια

Þταν Ýγκυρα.

Εμεßς δεν περÜσαμε.

 

ΔΗΜΟΣΙΟ ΠΑΡΚΟ

Στη μικρÞ λßμνη τα χρυσüψαρα κι Ýνας κýκνος.

Στο παγκÜκι η Περσεφüνη σταυροπüδι. Τα γüνατÜ της

λÜμπουν ωραßα. ¼μως, προπÜντων, αυτüς ο κýκνος ακριβþς Þταν το επιχεßρημα σου

να συνεχßσεις να γρÜφεις μετÜ θÜνατον.

 

ΥΑΛΟΥΡΓΕΙΑ

Οι φοýρνοι των υαλουργεßων. Φλüγες, διαθλÜσεις,

κρυστÜλλινες μορφÝς, αγαλμÜτια, δοχεßα.

Το σþμα της ¶ρτεμης διÜφανο,

ο κλüουν, ο υπνοβÜτης, η θλιμμÝνη χελþνα,

τα δßδυμα Üλογα. ΣχÞματα οικεßα-

μακρινÝς μνÞμες επιστρÝφοντας στον εαυτü τους,

πραγματωμÝνη διαφÜνεια. Πρüσεχε- εßπε-

αχ, η ονειρεμÝνη, η εýθραυστη, διαψευσμÝνη,

η προδοτικÞ.

 

Τ’ ΑΣΠΡΑ ΒΟΤΣΑΛΑ

Ετοýτα τ’ Üσπρα βüτσαλα στο γυμνü σου τραπÝζι

λÜμπουν στον Þλιο. ΚανÝνας δε μαντεýει

απü ποιους βυθοýς ανασýρθηκαν. ΚανÝνας

δεν υποπτεýεται με το ριψοκßνδυνες

καταδýσεις τ’ ανÝβασες. Με τι

στερÞσεις κι αρνÞσεις τ’ απÝσπασες

απü τα νýχια κοραλλüδεντρων και βρÜχων. Γι’ αυτü

λαμποκοποýν τüσο λευκÜ με τη σεμνÞ τους περηφÜνια

ν’ αποσκεπÜζουν το σκοτÜδι της καταγωγÞς τους και ποτÝ

να μην μαρτυρÞσουνε την þρα της ΜεγÜλης Δßκης.