Από το Νηπιαγωγείο[1] στο Δημοτικό: μια αλλαγή αλλιώτικη από τις άλλες |
Βαρβάρα Γεωργιάδου-Καμπουρίδη, Σχ.Σύμβουλος 18ης Περ. Δ.Ε.Ν.Αθήνας |
Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010 |
Κάθε αλλαγή στη ζωή του ανθρώπου συνοδεύεται από ανάμεικτα συναισθήματα αναμονής αλλά και προσμονής, αγωνίας αλλά και ευχαρίστησης, φόβου και ανησυχίας, έλξης και αποχής για το καινούριο και άγνωστο. Η μετάβαση του παιδιού από το νηπιαγωγείο στην Α' τάξη του Δημοτικού είναι μια αλλαγή στη ζωή του. Η εκπαιδευτική έρευνα έχει δείξει ότι μια σειρά από παράγοντες επηρεάζουν τα συναισθήματα και τις ιδέες των νηπίων που γίνονται μέσα σε ένα καλοκαίρι μαθητές του δημοτικού. Το παιδί ακούει τους μεγάλους να μιλούν για το δημοτικό, το δημοτικό είναι πολλές φορές η διπλανή μεγάλη πόρτα που οδηγεί στο τεράστιο κτήριο δίπλα από το δικό τους αλλά δεν βλέπει τα παιδιά του δημοτικού να παίζουν γιατί τα διαλείμματά τους δεν συμπίπτουν. Τα ακούει βέβαια γιατί η φασαρία που κάνουν όταν βγαίνουν στα δικά τους διαλείμματα τα 'μεγάλα' παιδιά είναι εκκωφαντική και πολλές φορές το εμποδίζει να ακούσει και να καταλάβει τι του λέει η δική του δασκάλα. Συχνά το νήπιο θεωρεί το δημοτικό έναν άλλο κόσμο, όπου ένα αόρατο χέρι θα το πάρει πουλάκι τιτιβιστό από τη ζεστή, οικεία φωλιά του νηπιαγωγείου, όπου όλα είναι κομμένα και ραμμένα στα μέτρα του, και θα το τοποθετήσει στρατιωτάκι στη σειρά στην αίθουσα της Α' τάξης, όπου όλα είναι μεγάλα, μακρινά και καινούρια. Οι σκέψεις αυτές δεν εκφράζονται πάντα από το παιδί. Τις αγωνίες του τις κρατά μέσα του, όπως άλλωστε κράτησε κάποτε και άλλες αγωνίες που μπορεί να μη αναδείχθηκαν ποτέ στην επιφάνεια. Ας δούμε τι κάνουν οι βασικοί θεσμοί που είναι υπεύθυνοι για το παιδί σε αυτή τη φάση της ζωής του, δηλαδή η πολιτεία, το σχολείο και οι γονείς. Η πολιτεία θέσπισε την υποχρεωτική φοίτηση στο ελληνικό νηπιαγωγείο ικανοποιώντας ένα μακροχρόνιο αίτημα της εκπαιδευτικής κοινότητας και εναρμονίζοντας-αν και όχι απόλυτα, ωστόσο είναι ένα πρώτο βήμα- την προσχολική εκπαίδευση με αυτή της υπόλοιπης Ευρώπης. Επιπλέον τα νέα αναλυτικά προγράμματα του νηπιαγωγείου και τα νέα αναλυτικά προγράμματα του δημοτικού σχολείου δομήθηκαν σε κοινή επιστημονική βάση σε μια προσπάθεια από την πλευρά του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του Υπουργείου Παιδείας να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στις δυο βαθμίδες σε σχέση με το γνωστικό περιεχόμενο. Προφανώς διαφορές στην οργάνωση του περιεχομένου παραμένουν εφόσον το περιεχόμενο στο νηπιαγωγείο είναι διδακτικά ενιαίο ενώ στο δημοτικό χωρίζεται σε διακριτά διδακτικά αντικείμενα, όπως ελληνική γλώσσα, μαθηματικά κλπ. Αλλά και στα προηγούμενα χρόνια πριν το 2006 τέτοιου είδους διαφορές ως προς το περιεχόμενο σπουδών ήταν μικρές. Βασική διαφορά παραμένει ακόμη η διδακτική προσέγγιση. Τα περισσότερα νήπια εγγράφονται στο δημοτικό σχολείο στο οποίο συστεγάζεται και το νηπιαγωγείο που φοιτούσαν μαζί με τους φίλους τους και τα παιδιά της γειτονιάς τους. Επομένως το περιβάλλον του δημοτικού θα έπρεπε να θεωρείται οικείο και φιλόξενο. Τα τελευταία χρόνια ένα ικανός αριθμός νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων εφαρμόζουν πιλοτικά προγράμματα μετάβασης άλλοτε σε συνεργασία με πανεπιστημιακά τμήματα και άλλοτε με σχολικούς συμβούλους. Τα προγράμματα αυτά περιλαμβάνουν μια σειρά από σχεδιασμένες δράσεις και από τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές που ο κύριος στόχος τους είναι να καταστήσουν τη μετάβαση από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό μια δημιουργική και γόνιμη διαδικασία που στηρίζεται στη συμμετοχή των ίδιων των παιδιών και των δασκάλων τους. Μέσα από τη συμμετοχή τους τα παιδιά οικειοποιούνται τη διαδικασία της μετάβασης, δεν είναι απλοί θεατές κάποιου γεγονότος που συμβαίνει ερήμην τους αλλά ως δρώντες έχουν ρόλο πρωταγωνιστικό και καθοριστικό για ό,τι συμβαίνει. Μια τέτοια ενέργεια μπορεί για παράδειγμα να περιλαμβάνει επίσκεψη των νηπίων στην Α' τάξη και κοινό παιχνίδι με τα πρωτάκια ή παρακολούθηση ενός δρώμενου που ετοίμασαν τα πρωτάκια για τα νήπια. Άλλη δράση μπορεί να είναι ένας κοινός περίπατος ή η ζωγραφική ενός κοινού έργου. Οι βασικότεροι παράγοντες επιρροής φαίνεται πως είναι οι γονείς, οι συγγενείς, τα μεγαλύτερα αδέλφια, το στενότερο φιλικό περιβάλλον της οικογένειας, η τηλεόραση. Πολλές φορές οι εκφράσεις που χρησιμοποιούν και ο τρόπος με τον οποίο αναφέρονται στα μαθήματα, το σχολείο, τους δασκάλους και τους μελλοντικούς συμμαθητές μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση στο μικρό παιδί. Συχνά και οι ίδιοι οι 'μεγάλοι' δεν έχουν ξεκάθαρες απόψεις ή εκφέρουν αντικρουόμενες πληροφορίες, γεγονός που μπερδεύει το νήπιο ακόμη περισσότερο. Συζητήσεις σε μεγάλο κύκλο που έχουν θέμα τη μετάβαση του παιδιού και πειράγματα που έχουν αστείο χαρακτήρα στο ίδιο θέμα είναι πιθανόν να δημιουργούν αναίτιες αγωνίες και άγχη στους υποψήφιους 'μαθητές'. Ευτυχώς όλο και λιγότερο ακούγονται εκφράσεις του τύπου «οι δάσκαλοι στο δημοτικό δεν αστειεύονται» ή «δεν θα πας στο σχολείο, αλίμονό σου!, δεν περνάνε εκεί αυτά που έκανες στο νηπιαγωγείο» αλλά και άλλες παρόμοιες, που ήταν πολύ συνηθισμένες στα παλαιότερα χρόνια. Οι ίδιοι οι γονείς εκφράζουν την αγωνία τους για το αν ο μικρός θα τα καταφέρει να είναι καλός μαθητής, αν θα μπορέσει γρήγορα να διαβάσει και να γράψει, αν η μαθήτρια θα εξακολουθήσει να έχει τις ίδιες καλές επιδόσεις που είχε στο νηπιαγωγείο στην αριθμητική ή 'θα τα βρει σκούρα' και θα υστερήσει. Όλες αυτές οι ανησυχίες φαίνεται πως είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τους διακριτούς ρόλους νηπιαγωγείου και δημοτικού, όπως αυτοί γίνονται αντιληπτοί από τους γονείς και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Οι αντιλήψεις αυτές σκιαγραφούν το νηπιαγωγείο ως μια χαλαρή και ευέλικτη μορφή εκπαίδευσης ενώ το δημοτικό ως χαρακτηριζόμενο από αυστηρές νόρμες και αξιολόγηση. Ωστόσο, οι γονείς είναι εκείνοι που μπορούν να βοηθήσουν το παιδί τους να απαλλαγεί από τις δικαιολογημένες αγωνίες του προκαλώντας παράλληλα και τον εαυτό τους να μετριάσει τα δικά τους άγχη και φοβίες. Ένας καλός τρόπος είναι να προσπαθήσει να ακούσει το παιδί του όταν έχει κάτι να του πει και να το ερμηνεύσει. Να ανοίξει συζήτηση γι αυτό το θέμα προσεκτικά λέγοντας όσο το δυνατόν λιγότερα, χρησιμοποιώντας ουδέτερες αρχικά εκφράσεις, και ακούγοντας όσο το δυνατόν περισσότερα από το παιδί, όσο ακαταλαβίστικα κι αν φαίνονται αυτά που πιθανόν το παιδί θα λέει στην αρχή. Κάποια βιβλιαράκια, το ξεφύλλισμα του ντοσιέ του από το νηπιαγωγείο μπορούν να αποτελέσουν αφορμές για να ακουστούν οι ερωτήσεις του παιδιού, οι σκέψεις του, τα συναισθήματά του. Οι σαφείς και ολιγόλογες απαντήσεις από την πλευρά του γονιού θα είναι πολύτιμες. Είναι γνωστό ότι οι μακροσκελείς συζητήσεις κουράζουν τα μικρά παιδιά και θα πρέπει κι εδώ να αποφεύγονται. Το χιούμορ μπορεί να βοηθήσει στην εκτόνωση των εντάσεων, εφόσον είναι στα μέτρα του μικρού παιδιού και της προσωπικότητάς του. Οι γονείς που θα καταφέρουν να συγκρατήσουν και να ελέγξουν τις δικές τους αγωνίες θα είναι σε θέση να ανακουφίσουν το άλγος των παιδιών τους. Οι αλλαγές στη ζωή του ανθρώπου είναι συνυφασμένες με την ίδια την εξέλιξη της ζωής του. Ο άνθρωπος που τις συνειδητοποιεί τις απολαμβάνει και τις ζει με πάθος. Με δυο λόγια, αποδίδει νόημα στην ίδια του τη ζωή.
|
[1] Το άρθρο αυτό απευθύνεται κυρίως στους γονείς που για πρώτη φορά στέλνουν παιδί τους στην Α'τάξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ενδιαφέρει και τους γονείς που έχουν μεγαλύτερα παιδιά που έχουν ήδη υπάρξει 'πρωτάκια'. Οι σχετικές εμπειρίες βοηθούν αλλά μπορεί να μην αρκούν δεδομένου ότι αφ' ενός κάθε παιδί είναι μοναδικό και αφ' ετέρου έχουν υπάρξει μικρές αλλαγές στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. |