Σαν σήμερα ο Κολοκοτρώνης μίλησε για «Νενέκους» και για «φωτιά και τσεκούρι»

Βασίλης Φουρτούνης, δάσκαλος

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης σαν σήμερα το 1828 μίλησε για «Νενέκους» και είπε το «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!».

Από τότε η φράση «Νενέκος» είναι η χειρότερη προσβολή που μπορεί να δεχτεί κάποιος πολιτικός. 

Πολλοί την έχουν εκστομίσει την προσβολή. Ποιος ήταν ο Νενέκος και γιατί το όνομά του έγινε συνώνυμο της εθνικής προδοσίας;

 

Οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821.

www.fourtounis.grΟ Δημήτριος Νενέκος καταγόταν από το χωριό Ζουμπάτα (σήμερα Πηγή) των Πατρών. Υπαγόταν στρατιωτικά στον προεστό της Αχαΐας Θάνο Κανακάρη και στον γιο του Μπενιζέλο Ρούφο και είχε περισσότερους στρατιώτες από τον εξάδελφό του Αθανάσιο Σαγιά, ο οποίος άνηκε στη σφαίρα επιρροής του Κολοκοτρώνη. Και οι 2 στρατολογούσαν στην επικράτεια των Ζουμπατοχωρίων και τα πρώτα χρόνια ο Νενέκος αποδείχθηκε επίσημος και ικανός καπετάνιος αποκτώντας ισχύ μεταξύ των συγχωριανών του. Αναφέρεται ότι ο Νενέκος για να αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των οπλαρχηγών του Μπενιζέλου Ρούφου, δολοφόνησε τους αντιζήλους του Σπανοκυριάκο και Σαγιά (αδελφό του Αθανασίου). Εκστράτευσε (Μάρτιος 1822) με εντολή της Επαρχίας Πατρών στην Δ Στερεά Ελλάδα με 70 άνδρες υπό τον στρατηγό Κανέλλο Δεληγιάννη. Αρχικά χρησίμευσε ως οδηγός του σώματος του Γενναίου Κολοκοτρώνη, ενώ στην συνέχεια μετακινήθηκε στο Μακρυνόρος και ακολούθησε τον Ανδρέα Ίσκο. Αναδείχθηκε σε έναν από τους γενναιότερους καπεταναίους της περιοχής του και έγινε γνωστός από την πολιορκία των Πατρών. Εκστράτευσε μαζί με τους Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λόντο στην 1η πολιορκία του Μεσολογγίου.

Μετά την άλωση του Μεσολογγίου συνεργάστηκε με τον Ιμπραήμ πασά (1825), από τον οποίο δελεάστηκε από υλικά ανταλλάγματα και μετατράπηκε σε συνειδητό προδότη της Επανάστασης. Έμεινε πιστός μέχρι τέλους στη συμμαχία του με τον Ιμπραήμ με συνέπεια το όνομά του να γίνει συνώνυμο του προδότη και του προσκυνημένου.

 

Το προσκύνημα του Νενέκου και των άλλων

Οι χωρικοί της Επαρχίας Πατρών είχαν πάντα προβλήματα λόγω της συνεχούς παρουσίας Οθωμανών στην περιοχή τους που μετακινούνταν από και προς το φρούριο της Πάτρας, τα οποία επιδεινώθηκαν περισσότερο μετά την εισβολή του Ιμπραήμ. Ο Ιμπραήμ Πασάς και ο Δελή Αχμέτ Πασάς προσέλκυσε τους χωρικούς των Ζουμπατοχωρίων με το προσκύνημα, εκμεταλλευόμενος την άθλια κατάστασή τους και τις καλές σχέσεις που ανέπτυξαν με τους επίσης ομιλούντες την αλβανική γλώσσα έγκλειστους στην Πάτρα μωαμεθανούς του Λάλα. Άρχισαν οι χωρικοί να έρχονται ελεύθερα σε εμπορικές και φιλικές σχέσεις με τους Τούρκους της Πάτρας, χωρίς να τους ενοχλεί κανείς κατόπιν εντολών των πασάδων. Με την απλή προϋπόθεση της υποταγής (προσκυνήματος). Πρωταγωνιστής σ’ αυτήν την διαδικασία υπήρξε ο Νενέκος από τον οποίον ήγοντο και εφέροντο όλοι οι Αρβανίτες των χωριών της Πάτρας, όπως ισχυρίζεται ο Φωτάκος. Ο Ιμπραήμ συμπάθησε πολύ τον Νενέκο στον οποίο χάρισε χρήματα, άλογα, του υποσχέθηκε γαίες και ασυδοσία προς αυτόν και όλη τη γενεά του κληρονομικώς και προκάλεσε και σουλτανικό φιρμάνι με το οποίο ονομάστηκε Μπέης Νενέκος. Ο Νενέκος οργάνωσε με τους επίσης προσκυνημένους οπλαρχηγούς 2,000 ενόπλους της περιοχής του που ακολουθούσαν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, σαν οπισθοφυλακή με αρκετές συμμετοχές σε συγκρούσεις με τους επαναστάτες.

Όπως αναφέρει ο Φωτάκος γρήγορα οι υπόλοιποι αρχικά σύντροφοι του Νενέκου στο προσκύνημα, οπλαρχηγοί Κοντογεωργακαίοι, Σταμάτης Μποτιώτης, Χαρμπίλας, Γκολφίνος Λουμπεστιάνος, Τσετσεβίτες, Κώστας Γκερμπεσιώτης, οι Αγιοβλασίτες αδελφοί Οικονομόπουλοι αποσπάστηκαν αμέσως από τους προδότες χωρίς να έλθουν σε επαφή με τους Τούρκους, αλλά τα αποτελέσματα δεν άλλαξαν πολύ, αφού τα πλήθη των χωρικών ακολουθούσαν τυφλά τον Νενέκο. Ο Χαρμπίλας και ο Σαγιάς κατόπιν οδηγιών του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη επιχείρησαν μάταια να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους προς απομάκρυνση των κατοίκων των Ζουμπατοχωρίων από τον Νενέκο και τους Τούρκους, με αποτέλεσμα να προχωρήσουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Το 1827, επικεφαλής των Τουρκοπροσκυνημένων πολέμησε εναντίον των Ελλήνων και τους νίκησε. Για αυτά τα «κατορθώματα» του και με τη μεσολάβηση του Ιμπραήμ, έγινε με διαταγή του Σουλτάνου, «μπέης».

 

Η στάση του Κολοκοτρώνη

www.fourtounis.grΟ Γέρος του Μοριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, βλέποντας τις θυσίες και τους αγώνες των Ελλήνων, να πηγαίνουν χαμένοι, αντέτεινε το ιστορικό «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!» και «ξαναζωντάνεψε» την ετοιμοθάνατη Επανάσταση. Απάντησε με μια χωρίς προηγούμενο τρομοκρατία στην τρομοκρατία του Ιμπραήμ.

Όσα χωριά ηρνούντο να επανέλθουν στο ελληνικό στρατόπεδο, δέχονταν αιφνιδιαστικές επιθέσεις από τους άνδρες του Γέρου. Σε όλο τον Μοριά οι πρωτεργάτες του προσκυνήματος συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν.

 

Η μη αιχμαλωσία του Ιμπραήμ

Το γεγονός που εξόργισε τον Κολοκοτρώνη ήταν ότι ο Νενέκος είχε την ευκαιρία να αιχμαλωτίσει ή να εξοντώσει τον Ιμπραήμ και δεν το έπραξε. Ο Ιμπραήμ χρησιμοποιούσε κάθε είδους μέσο, τρομοκρατία, βαρβαρότητες και απόπειρες δολοφονίας κατά του Κολοκοτρώνη για να σβήσει την Επανάσταση. Το περιστατικό περιγράφεται από τον Φωτάκο. Ο Ιμπραήμ βρέθηκε στο έλεος του Νενέκου, όταν χάθηκε μόνος του σε δάσος και αφού περιπλανήθηκε έπεσε κατά τύχη στα χέρια των τουρκοπροσκηνημένων του Νενέκου. «ο Πασάς ήτο μόνον και ακολούθει αυτόν μόνον ενας Τούρκος τσιμπουκοδότης. Ολόκληροω δε αυτήν την ημέραν εβάδιζε με τον Νενέκον, και εφρουρείτο από τούς μισθωτούς Έλληνας», γράφει ο Φωτάκος.

Στου Δεσπότη τη Βρύση καθώς προχωρούσε αυτός με τη νέα του συνοδεία κοιμήθηκε. Αναφέρει ο Φωτάκος: «και έως του Δεσπότη την βρύσιν λεγομένην, εκει οδόν δε και εις του Δεσπότη τον βρύσιν λεγομένην, εκει εκοιμήθη πολλήν ώραν από κάτω εις ένα δένδρον έως ότου η ζέστα επέρασεν.»

Στην διάρκεια του ύπνου του τον φύλαγαν καλά οι Νενεκαίοι γι’ αυτό σαν έφτασε στο στρατόπεδό του «επήνεσε τον Νενέκον δια την πίστην του, και παρρήσια μάλιστα τον εχάιδευσε με τα χέρια του ενώπιον των επισήμων Τούρκων».

Ο Κολοκοτρώνης μαθαίνοντας ότι ο Νενέκος είχε τον Ιμπραήμ στα χέρια του και δεν τον εκτέλεσε ορκίστηκςε να στον σκοτώσει με τα ίδια τοπυ τα χέρια.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Φωτάκος:

«Όλα δε ταύτα έμαθεν ο Γενικός Αρχηγός, και αγανακτήσας ωρκίσθη ωρκίσθει παρρησία ημών εις τον Μεγάλον Θεόν των Ελλήνων και είπεν, ότι επιθυμεί τον φόνον του Νενέκου, και αν τον εύρισκε πουθενά με τα ίδια του τα χέρια τον εφόνευεν, πράγμα πολύ παράξενον και πρωτάκουστον από το στόμα του Κολοκοτρώνη να ομιλή περί φόνου, και ότι μόνος του θέλει να τον κάμη».

Η εκτέλεση του Νενέκου, έγινε τελικά το 1828, κατ' εντολήν του Κολοκοτρώνη, από τον αδελφό του δολοφονημένου Σαγιά.

 

Το τέλος του προδότη

Ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης περιγράφει λακωνικά στα απομνημονεύματά του την οριστική εντολή του για την εκτέλεση του Νενέκου, που παρέμενε πιστός στους Τούρκους ακόμα και όταν έφτασε ο Ιωάννης Καποδίστριας ως Κυβερνήτης της Ελλάδος.

«Και τότενες μ’ έκαμε ίνα γράμμα δια τους προσκυνημένους Πάτρα και λοιπά και τους συγχωράει η Κυβέρνησις, και να αναχωρήσουν από τους Τούρκους. Και την έκαμε την διαταγή επάνω εις εμένα και εγώ να γράψω να ησυχάσουν και να μην ανακατώνονται πλέον με τους Τούρκους. Την διαταγή με την έδωκε στα έβγα του Γεναρίου και έκαμα διαταγάς εις όλας τας επαρχίας, και έτσι οι προσκυνημένοι ετραβήχθηκαν από τους Τούρκους, ο δε Νενέκος εις τις 26 του Μαρτίου επήρε τους Τούρκους και επήγε κι εχάλασε μία οικογένεια Καρυτινή όπου ήτον από παλαιά εις την Πάτρα (1), Εσκλάβωσε τα παιδιά, οι άνδρες εγλύτωσαν μόνον με το κορμί, με το τουφέκι στο χέρι, τους πήρε 6.000 σφαχτά

Εις τα 26, όταν επρωτοπροσκύνησε, είχα διατάξει έναν λεγόμενον Σαγιά να τον σκοτώσει. Ο Σαγιάς μου εζήτησε την άδειαν και εγώ είχα την όρεξιν, και πάλιν όταν άκουσα και εσκλάβωσε τους Έλληνας τον εντεμπίχιασα με ένα γράμμα: «Άπιστε, διατί δεν τον σκοτώνεις, που ακόμη με τους Τούρκους είναι, αφού ήλθε ο Κυβερνήτης;» Τότε ο Σαγιάς έσμιξε τον Νενέκο και εσκοτώθη (2) ο Νενέκος. Εις το 1828 έγιναν παράπονα. Ο Νενέκος είχε φερμάνι από την Πόλη και τον έλεγαν Μπέη Νενέκο.»