Σε πείσμα των Χαλανδραίων ο Σπύρος Λούης συμμετείχε στο μαραθώνιο και έγινε ολυμπιονίκης

Ο Σπύρος Λούης στα 65 του μιλάει για τη νίκη του 1896 στην εφημερίδα της εποχής «Αθηναϊκά Νέα»

Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Βασίλης Φουρτούνης: δάσκαλος, αναπληρωματικός Αιρετός ΑΠΥΣΠΕ Αττικής, Αντιπρόεδρος Συλλόγου Εκπ/κών «Ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ»

Αν δεν έκαναν καζούρα οι τότε οι Χαλανδραίοι στο Σπύρο Λούη και την παρέα του, είναι σίγουρο ότι ο Λούης δεν θα κέρδιζε το χρυσό μετάλλιο στο μαραθώνιο δρόμο των πρώτων Ολυμπιακών αγώνων του 1896.

Αυτό το γεγονός προκύπτει από τη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα της εποχής «Αθηναϊκά Νέα».

Και βέβαια μπορεί αυτή η συνέντευξη που δόθηκε από έναν πρωταγωνιστή των Ολυμπιακών Αγώνων, 39 χρόνια μετά τη νίκη του, το1935, αλλά και 115 χρόνια από εκείνη τη μεγαλειώδη στιγμή μέχρι σήμερα, να πάψει ποτέ να θεωρείται επίκαιρη; Νομίζουμε πώς όχι και γι’ αυτό τη δημοσιεύουμε.

Δεν πρόκειται να αλλάξουμε ούτε μία φράση από όσα είπε εκείνη την ημέρα ο Λούης, έστω και αν ορισμένες λεπτομέρειες ίσως να μη τις θυμόταν επακριβώς, ύστερα από 39 χρόνια, γιατί ήταν τότε 65 χρονών, κάτι που ομολόγησε αρκετές φορές με χαμόγελο.

Σημαντικό όμως είναι να παρατηρήσουμε ότι ήταν παραδεκτό ότι και τότε ακόμα, οι συγχωριανοί του, δεν μπορούσαν να τον νικήσουν στην πεζοπορία. Η συνέντευξη δόθηκε στο σπίτι του και ο ίδιος προσέφερε στο δημοσιογράφο της εφημερίδας «Αθηναϊκά Νέα» καφέ και σταφύλια από την δική του κληματαριά.

 

 

Ολόκληρη η συνέντευξη

Περιγραφή: finis1896
O τερματισμός του Λούη στο Παναθηναικό στάδιο 1896

Ώστε δεν είχες σκοπό να μετάσχεις στους αγώνες;

«Όχι, οι αγώνες άρχιζαν την Κυριακή του Πάσχα και εγώ τη Μεγάλη Πέμπτη δεν είχα ιδέα ότι θα έτρεχα. Εγνώριζα μονάχα ότι ο Παπασυμεών από το Μαρούσι και ο Καλαντζής ή Καρράς από το Χαλάνδρι, επροπονούντο στον μαραθώνιο και θα έτρεχαν δοκιμαστικώς. Η επιτροπή είχε δηλώσει ότι όποιος τρέξει σε τρείς ώρες και πέντε λεπτά, θα είχε το δικαίωμα να μετάσχει στους Ολυμπιακούς. Πολλοί Μαρουσιώτες πήγαμε να παρακολουθήσουμε τη δοκιμή, στην οποία ο Χαλανδριώτης πέρασε τον Μαρουσιώτη. Γυρίζοντας στο χωριό μας περάσαμε μέσα από το Χαλάνδρι και ακούσαμε κοροϊδίες από τους Χαλανδριώτες για το πάθημα του δικού μας. Δεν μπορούσαμε να το χωνέψουμε και αποφασίσαμε να εκδικηθούμε. Ο Μουσούρης, ο Λαυρέντης, ο αδελφός του Παπασυμεών, εγώ και ένας άλλος κατεβήκαμε το Μεγάλο Σάββατο στην Αθήνα και δηλώσαμε στην επιτροπή ότι θέλουμε να τρέξουμε. Μας είπαν να κάνουμε μία δοκιμή και αν τρέξουμε κάτω από τρείς ώρες και πέντε λεπτά, θα μας εδέχοντο στους Ολυμπιακούς. Οι συγχωριανοί μας έκαναν έρανο και μας αγόρασαν αθλητικά παπούτσια, 25 δραχμές στοίχιζαν τότε. Τη Δευτέρα του Πάσχα ξεκινήσαμε για τον Μαραθώνα».

 

H παρέλαση στη λήξη των αγώνων
 
Η απονομή  

Και πότε θα γινόταν ο μαραθώνιος δρόμος;

«Ύστερα από τέσσερις μέρες. Πρώτος τερμάτισε ο Λαυρέντης. Εγώ ήλθα πέμπτος γιατί με είχε πιάσει πόνος αλλά ήμουνα στην ώρα μου. Την άλλη μέρα ήμουνα πιασμένος και προσπαθούσα με μασάζ να ξεμουδιάσω. Τρεις μέρες αργότερα, τη παραμονή του αγώνα για τους Ολυμπιακούς, πήγαμε στον Μαραθώνα και το βράδυ μας φιλοξένησε ο δήμαρχος. Δεν πίστευα ότι θα κερδίσω γιατί ήμουνα ακόμα πιασμένος. Όταν ήρθε η ώρα, ένας από την Ολυμπιακή Επιτροπή έβγαλε λόγο σε ξένη γλώσσα και ελληνικά και μας είπε πώς εκείνη ήταν η μεγάλη μέρα της Ελλάδος. Δεν καταλάβαινα γιατί ήταν μεγάλη μέρα, το κατάλαβα αργότερα. Εκείνη τη στιγμή, σκεπτόμουν πως ο δρόμος ήταν πολύς και με παρηγορούσε ότι είχα το δικαίωμα να σταματήσω αν έβλεπα πως δεν μπορώ να συνεχίσω».

Έφυγες αμέσως μπροστά...

«Όχι, έως το Πικέρμι, στα μισά του δρόμου, ήμουν έκτος. Πρώτος ερχόταν ο Γάλλος, δεύτερος ένας Αυστραλός και άλλοι. Από το Πικέρμι και ύστερα, άρχισα να τους πιάνω έναν - έναν και στην Αγία Παρασκευή, έφθασα τον πρώτον. Από κει και πέρα διατήρησα τη πρώτη θέση».

Τι αισθάνθηκες όταν μπήκες πρώτος στο στάδιο;

«Τίποτα. Πεινούσα... Ύστερα από τόσο δρόμο...»

 

Ο πρώτος Μαραθώνιος δρόμος

O συνταγματάρχης Παπαδιαμαντόπουλος, που ήταν υπεύθυνος για τους αγώνες, έδωσε το σήμα εκκίνησης στον Μαραθώνα. Δεκατρείς δρομείς από την Ελλάδα και τέσσερις αθλητές από άλλα έθνη έλαβαν μέρος.

Ο Γάλλος Albin Lermusiaux που είχε πάρει και χάλκινο στα 1500 μέτρα μπήκε νωρίς μπροστά και προηγείτο.

Στο Πικέρμι ο Λούης σταμάτησε σε ένα καφενείο και ζήτησε να πιει ένα ποτήρι κρασί, λέγοντας ότι θα τους φτάσει και θα τους προσπεράσει όλους πριν από το τέλος.

Μετά το 32ο χιλιόμετρο, ο Lermusiaux κατέρρευσε από την εξάντληση. Το προβάδισμα ανέλαβε τώρα ο Αυστραλός Teddy Flack που πρωτύτερα είχε πάρει μετάλλιο στα 800 και 1500 μέτρα. Ο Λούης άρχισε να ελαττώνει την απόσταση, μέχρι που και ο Αυστραλός, που δεν ήταν συνηθισμένος στις μεγάλες αποστάσεις, κατέρρευσε μερικά χιλιόμετρα αργότερα, αφήνοντας το τελικό προβάδισμα στον Λούη.

Δύο ώρες και 58 λεπτά μετά την εκκίνηση το πλήθος στο Ολυμπιακό Στάδιο υποδεχόταν τον πρώτο νικητή ζητωκραυγάζοντας «Έλλην, Έλλην!».

Ο Λούης μπήκε στο στάδιο, όπου τον υποδέχτηκε ο λαός μαζί με δυο πρίγκιπες, τον κατοπινό διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκιπα Γεώργιο.

Ο Σπύρος Λούης

Το έπαθλο του Λούη από τον βασιλιά ήταν ένα

άλογο και μια τετράτροχη καρότσα, να

κουβαλάει νερό στην Αθήνα

Ο βασιλιάς Γεώργιος ρώτησε τον Λούη τι δώρο θα ήθελε να του προσφέρει, και εκείνος του απάντησε: «Ένα γαϊδουράκι να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό.» και αυτός του έδωσε ένα άλογο και μια τετράτροχη καρότσα

Μετά τους Ολυμπιακούς γύρισε στο χωριό του και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου. Έζησε μια ζωή ήρεμη, εργαζόμενος ως αγρότης, και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός.

ΠΗΓΑΙΝΕ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ