Διασπάθιση δημοσίου χρήματος

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Πέτρος Βλάχος: δάσκαλος

 

Περιγραφή: C:\Users\2FD9~1\AppData\Local\Temp\FineReader10\media\image1.jpeg"Η διασπάθιση δημοσίου χρήματος και η αρπαγή θησαυροφυλακίων από τους κατά καιρούς ορισθέντες ως φύλακες αυτών δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Οι καταχρήσεις των ταμείων της χώρας μας από ασυνείδητους κρατικούς λειτουργούς αλλά και αδηφάγους ιδιώτες που έρχονται στο φως καθημερινά, μας θυμίζουν παρόμοια φαινόμενα καταχραστών χρημάτων σε παλαιότερες εποχές, όπως αυτά είναι καταγεγραμμένα στις σελίδες της ιστορίας. Οι καταχραστές αυτοί παθιασμένοι με την έκλυτη ζωή τους και την κλοπή δημοσίου χρήματος, με απώτερο σκοπό την τέρψη αυτών των ιδίων και των απογόνων τους, μας φέρουν στη μνήμη τον Άρπαλο του Μαχάτα, τον παιδικό και πιστό φίλο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αξίζει να θυμηθούμε τον περιβόητο Άρπαλο αντιπαραβάλλοντάς τον με όσους ενέχονται σήμερα σε καταχρήσεις και που με την προσωπική τους ζωή προκαλούν το περί δικαίου δημόσιο αίσθημα του λαού μας, ο οποίος δικαίως αγανακτεί, εξεγείρεται και επιζητεί να τιμωρηθούν οι «άρπαλοι» για να αποκατασταθεί η ευνομία και να παραδειγματιστούν οι υπόλοιποι.

Ο Αρπαλος, λοιπόν, ένας καχεκτικός φίλος του Αλεξάνδρου που τον είχε ακολουθήσει στη μεγάλη του πορεία για την κατάκτηση της Ανατολής, είχε οριστεί στη Βαβυλώνα ως βασιλικός θησαυροφύλακας των αμύθητων χρηματικών ποσών που συγκέντρωνε στο διάβα του ο Αλέξανδρος, για να τα χρησιμοποιήσει στα ταμεία του απέραντου κράτους του που ονειρευόταν να δημιουργήσει. Ακόρεστος στην ερωτική ζωή και στις ακολασίες με τις γυναίκες των βαρβάρων, άρχισε να σπαταλά αφειδώς τα χρήματα που του εμπιστεύτηκε ο Αλέξανδρος, όταν αυτός έφευγε για την Ινδία. Ξόδεψε τεράστια ποσά στις εταίρες του, την Πυθιονίκη και τη Γλυκέρα, τις οποίες παρομοίαζε με θεές, τους έφτιαχνε αγάλματα, τους έδινε όσα χρήματα ήθελαν για την περιποίησή του, έκανε πανάκριβα ολονύκτια γλέντια και πλουσιοπάροχα συμπόσια, απαιτούσε να τις προσκυνούν ως βασίλισσες, τους έφτιαξε μεγαλοπρεπή μνημεία αδιαφορώντας για τους υπόλοιπους που βαρυγκομούσαν με την απρεπή συμπεριφορά του.

Δεν αρκέστηκε όμως μόνο στα ερωτικά του έξοδα και στην αχόρταγη χλιδάτη ζωή του αλλά κατέστρωνε και σχέδιο φυγής από τη Βαβυλώνα για την Αθήνα. Είχε φροντίσει δηλαδή, σκεπτόμενος μελλοντικές δύσκολες μέρες που ενδεχομένως θα τον έβρισκαν, να καλοπιάσει εκ των προτέρων τους Αθηναίους προσφέροντάς τους δωρεές από τα βασιλικά χρήματα. Επιστρέφοντας από τις Ινδίες ο Αλέξανδρος, μπροστά στην κατακραυγή του κόσμου για την προκλητικά τρυφηλή ζωή του Άρπαλου, άρχισε να τιμωρεί τους αξιωματούχους του που εμπλέκονταν στις ατασθαλίες. Ο Άρπαλος πρόλαβε να αρπάξει 5.000 τάλαντα από το θησαυροφυλάκιο και με 6.000 μισθοφόρους δραπέτευσε για την Αθήνα όπου θα ζητούσε καταφύγιο, ελπίζοντας πως οι προγενέστερες γενναιοδωρίες του προς τους Αθηναίους θα είχαν πιάσει τόπο και θα ήταν εκεί καλοδεχούμενος.

Άφησε στο Ταίναρο τους μισθοφόρους του και μέρος των χρημάτων του παρουσιάστηκε στους Αθηναίους ζητώντας τους άσυλο και να μη συναινέσουν στην έκδοσή του. Οι ρήτορες, ελπίζοντας στα χρήματά του, λύγισαν και συμφώνησαν στην παραμονή του. Ο, κατά τα άλλα δημοκρατικός, Δημοσθένης αρχικά πρότεινε την έκδοσή του για να μην εμπλακεί η πόλη σε εχθρότητα με τον Αλέξανδρο. Ο Άρπαλος όμως, γνωρίζοντας τη δύναμη του χρήματος, ακολούθησε το δρόμο της δωροδοκίας για να κάμψει και το Δημοσθένη. Γράφει σχετικά ο Πλούταρχος «..και γενομένης τάχιστα της νυκτός έπεμψεν αυτώ την κύλικα μετά των είκοσι ταλάντων. Ην δ' άρα δεινός ο Άρπαλος ερωτικού προς χρυσίον ανδρός όψει και διαχύσει και βολές ομμάτων ενευρείν ήθος. Ου γαρ αντέσχεν ο Δημοσθένης, αλλά πληγείς υπό της δωροδοκίας , ώσπερ παραδεδεγμένος φρουράν προσκεχωρήκει τω Αρπάλω, και μεθ' ημέραν ευ και καλώς ερίοις και ταινίαις κατά του τραχήλου καθελιξάμενος εις την εκκλησίαν προήλθε, και κελευόντων ανίστασθαι και λέγειν, διένευεν ως αποκεκομμένης αυτώ της φωνής. Οι δ' ευφυείς χλευάζοντες ουχ υπό συνάγχης έφραζον, αλλ' αργυράγχης ειλήφθαι νύκτωρ τον δημαγωγόν..»

Μετάφραση: Και με το που ήλθε η νύχτα έστειλε σ' αυτόν (το Δημοσθένη) την κύλικα με τα είκοσι τάλαντα. Ήταν ασφαλώς ασυναγώνιστος ο Άρπαλος στο να διακρίνει το ήθος του ανθρώπου που διψά για χρυσάφι, από την όψη, τις γκριμάτσες και τις αστραπές των ματιών του. Γιατί ο Δημοσθένης δεν αντιστάθηκε, αλλά προσβληθείς από το μικρόβιο της δωροδοκίας σαν να είχε δεχτεί προστασία πήγε με το μέρος του Άρπαλου και την επόμενη ημέρα αφού περιτύλιξε καλά το λαιμό του με μαλλιά και ταινίες εμφανίστηκε στην εκκλησία του δήμου, κι ενώ τον παρακινούσαν να σηκωθεί και να μιλήσει, τους έκανε νόημα ότι δεν μπορεί να μιλήσει, διότι είχε κοπεί η φωνή του. Οι ξύπνιοι όμως συμπολίτες του, περιγελώντας τον, έλεγαν, ότι όχι από «συνάγχη» (κρυολόγημα), αλλά από «αργυράγχη» (ασθένεια του χρήματος) είχε προσβληθεί τη νύχτα ο δημαγωγός.

Τελικά, για την ιστορία της υπόθεσης, ο Δημοσθένης εξορίστηκε από τους Αθηναίους για τη δωροδοκία του και μετά την καταδίκη του σε θάνατο από την Εκκλησία των Αθηναίων αυτοκτόνησε μέσα στο ναό του Ποσειδώνα στον Πόρο, για να μη συλληφθεί. Ο Άρπαλος απ' την άλλη, για να αποφύγει την απέλαση, δραπέτευσε με τους μισθοφόρους του στην Κρήτη, όπου δολοφονήθηκε από έναν φίλο του, το Θίβρωνα, για να του πάρει το θησαυρό του.

Τούτη η εξιστόρηση των κατορθωμάτων του Άρπαλου έχει πολλές ομοιότητες με όσα συμβαίνουν στις μέρες μας στη χώρα μας, που κάποιοι υποτιμητικά την αποκαλούν «χώρα της μίζας, της αραχτής και της αρπαχτής». Γίνονται σχεδόν τα ίδια πράγματα με κάποιες μικρές παραλλαγές ως προς την αξιοποίηση του χρήματος, σχετιζόμενες με την εξέλιξη του ανθρώπου.

Βλέπουμε δηλαδή και σήμερα ότι οι καταχραστές του δημοσίου χρήματος προβαίνουν σε πολυτελέστατες ιδιωτικές κατασκευές και αγορές ακινήτων, διαθέτουν τεράστιες καταθέσεις στο εσωτερικό και το εξωτερικό, εμπλέκονται σε δωροδοκίες, διοργανώνουν και συμμετέχουν σε ακριβοπληρωμένα γλέντια με εταίρες, οι οποίες τώρα μετονομάστηκαν σε μοντέλα ή συνοδοί των πλουσίων, να τελούν ακριβοθώρητους γάμους. Τους βλέπουμε όμως και να δραπετεύουν στο εξωτερικό ή να προσποιούνται ασθένειες με εισαγωγές στα νοσοκομεία λόγω «αργυράγχης» , όταν οσμίζονται ότι επίκειται η αποκάλυψη των παρανομιών τους. Η σημαντική διαφορά των αρχαίων Αθηναίων από τους Νεοέλληνες έγκειται στο ότι εκείνοι, τους καταχραστές του δημοσίου χρήματος, τους δωροδοκούντες και τους αργυρώνητους, τους εξόριζαν και τους τιμωρούσαν ακόμα και με θανατική ποινή, όποιοι κι αν ήταν αυτοί. Τα ρήματα «κολάζω» και «τιμωρώ» είχαν την ιδιαίτερη σημασία τους και δεν επιδέχονταν καμιά παρερμηνεία, όταν έμπαιναν σε ισχύ.

Αντίθετα στις μέρες μας, εδώ στη χώρα μας, σχεδόν ποτέ δεν τιμωρείται κάποιος ατάσθαλος και στο τέλος οι καταχραστές με τα μέσα που διαθέτουν γίνονται από «φεύγοντες» (κατηγορούμενοι) «διώκοντες» (κατήγοροι).

Τα δημόσια θησαυροφυλάκια αλλά και κάθε θησαυροφυλάκιο, σε όλες τις εποχές, ήταν και είναι πειρασμός. Σωστά ο Σαίξπηρ διετύπωσε την άποψη πως «όπου προπορεύεται το χρήμα, όλοι οι δρόμοι ανοίγουν» για να συμφωνήσει μαζί του και ο θυμόσοφος λαός μας που λέει «άσπρα στο πουγγί, ψάρια στο βουνί».

Η καταρράκωση των αξιών -ηθικών , κοινωνικών και πολιτικών - είναι η βαθύτερη αιτία όλων αυτών των «βιαίων πράξεων» που συμβαίνουν σήμερα και τη μεγαλύτερη ευθύνη για τη «διαπαιδαγώγηση» αυτή των πολιτών, ώστε να συμπεριφέρονται έτσι όπως συμπεριφέρονται, τη φέρουν οι ασκήσαντες και οι ασκούντες την εξουσία.

Η καταβαράθρωση της αξιοπιστίας των πολιτικών, λόγω της ευνοιοκρατίας και αναξιοκρατίας, της απίστευτης αδιαφάνειας και διαφθοράς, του χρηματισμού και της συνεχιζόμενης ανεξέλεγκτης σπατάλης, το μεγάλο δηλαδή έλλειμμα στο κράτος δικαίου, η δραματική οικονομική κρίση που οφείλεται πρωτίστως στους διαχειριστές της εξουσίας τα τελευταία τριάντα χρόνια, η ανεργία που αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς και η ακρίβεια, έχουν οδηγήσει τους πολίτες σε απόγνωση και σε οργή, την οποία δεν βρίσκουν τρόπους να την εκφράσουν. Άμεση καθίσταται η ενίσχυση των δημοκρατικών διαδικασιών και της διαφάνειας τόσο στα κόμματα όσο και στους θεσμούς, καθώς επίσης και η θεσμοθέτηση ασφαλιστικών δικλείδων, ώστε να αποκλειστεί η κατάχρηση εξουσίας για ιδιοτελείς σκοπούς.

Στη σκληρή και απαιτητική ζωή μας ας ακολουθήσουμε όλοι μας τη συμβουλή του σοφού Σόλωνα: «Χρήματα δ' ιμείρω μεν έχειν, αδίκως δε πεπάσθαι ουκ εθέλω, πάντως ύστερον ελθείν η δίκη» (= χρήματα επιθυμώ να έχω, δεν θέλω όμως να τ' αποκτήσω άδικα, γιατί οπωσδήποτε στο τέλος έρχεται η τιμωρία)."

 

Πηγή: Άρθρο του Κώστα Λ. Χρήστου, καθηγητή φιλολογίας. Απόσπασμα από δημοσίευμα του Κώστα Λ. Χρήστου, Φιλολόγου, στην ΗΧΩ της Άρτας και με τον τίτλο "Αρπάλεια χρήματα"