Καλημέρα με πρόσωπα και γεγονότα της Μεσσηνίας – Σαν σήμερα……23 Νοεμβρίου 1901 πέθανε ο Γιάννης Καμβύσης

0

Επιμέλεια: Τάσος Αποστολόπουλος
Σαν σήμερα, στις 23 Νοεμβρίου 1901, πέθανε ο πεζογράφος, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και μεταφραστής Γιάννης Καμβύσης που είχε γεννηθεί το 1872 στην Κορώνη.  Ο πατέρας του, Αναστάσιος, ήταν ζωγράφος και αγιογράφος που εργαζόταν σε όλη την επαρχία Μεσσηνίας. Ξάδερφος από τη μεριά της μητέρας του ήταν ο πρωτοποριακός ποιητής Τ.Κ.Παπατσώνης.
Ο Γιάννης Καμπύσης γεννήθηκε με ασθενική κράση και αυτό τον εμπόδιζε να παίρνει μέρος στα παιχνίδια των συνομηλίκων του όταν ήταν παιδί. Ήταν μοναχικό παιδί και προτιμούσε τη μελέτη, τη μουσική και τους αρχαιολογικούς χώρους αντί για τις παρέες των συνομηλίκων του. Το πνευματικό περιβάλλον όχι μόνο της οικογένειας αλλά και της ευρύτερης περιοχής αναμφισβήτητα επηρέασε τα ενδιαφέροντά του και παράλληλα του έδωσε την ευκαιρία να διευρύνει τους ορίζοντές του: η Καλαμάτα γνώριζε τότε μεγάλη οικονομική και πνευματική ακμή. Εκεί είχε την πρώτη του επαφή με το θέατρο και μάλιστα έπαιρνε μέρος σε ερασιτεχνικές παραστάσεις. Παράλληλα ασχολήθηκε ερασιτεχνικά και με το επάγγελμα του πατέρα του.
Το 1888 η οικογένεια Καμπύση πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει ο Γιάννης νομικά. Τελείωσε τη σχολή το 1894, αλλά η νομική επιστήμη δεν τον ενδιέφερε καθόλου και ποτέ δεν εργάστηκε ως δικηγόρος. Επί μια τριετία, (1896-1899) ήταν υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών. Παράλληλα, από το 1893 άρχισε την ενασχόλησή του με τα γράμματα. Το 1895 δημοσίευσε το πρώτο διήγημά του, το “Παουλίνα-Παουλίνα“. Αυτό και κάποια άλλα διηγήματά του εμπνευσμένα από τον τόπο καταγωγής του, εντάσσονται σε μία θεματική ενότητα με τίτλο “Χωριάτικη Ζωή“. Ως το 1898 ασχολήθηκε με την πεζογραφία και το θέατρο. Το πρώτο θεατρικό του έργο, “Το μυστικό του γάμου“, δημοσιεύτηκε το 1893. Τα πιο παραγωγικά του χρόνια στον θεατρικό τομέα ήταν τα χρόνια 1897-1899, όταν και έγραψε τα έργα “Η μις Άννα Κούξλεϋ” (1897), “Οι Κούρδοι” (1897) και “Το δακτυλίδι της μάνας” (1898). Συνεργαζόταν επίσης με τα περιοδικά “Εστία“, που τότε είχε αναλάβει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος και “Φιλολογική Ηχώ” που διηύθυνε ο Ιωάννης Γρυπάρης.
Η κοσμοθεωρία του για τη λογοτεχνία αυτήν την πρώτη περίοδο ήταν επηρεασμένη από το ανανεωτικό κλίμα της πεζογραφίας της γενιάς του ’80, με την στροφή του ενδιαφέροντος στο λαό της υπαίθρου. Επίσης, αρχικά αντιμετώπισε θετικά τις γλωσσικές θεωρίες του Ψυχάρη και έγινε ο πιο φανατικός από τους υποστηρικτές του. Τις πνευματικές του ανάγκες κάλυπτε η έκδοση του πρωτοποριακού περιοδικού “Η Τέχνη, σε συνεργασία με τους Γρυπάρη και Κώστα Χατζόπουλο. Μέσω του περιοδικού αυτού εισήχθη στην Ελλάδα το λογοτεχνικό ρεύμα του συμβολισμού και η βορειοευρωπαϊκή λογοτεχνία.
Το 1898 παραιτήθηκε από τη θέση του στο Υπουργείο, θέση που ούτως ή άλλως δεν τον ενδιέφερε αλλά την είχε αποδεχθεί λόγω οικογενειακών πιέσεων. Εξ άλλου η οικονομική άνεση της οικογένειας του επέτρεπε να ασχολείται αποκλειστικά με τα λογοτεχνικά και φιλολογικά του ενδιαφέροντα. Στο πλαίσιο του γενικού προβληματισμού και των αναζητήσεών του πραγματοποίησε το ταξίδι στη Γερμανία, τον Οκτώβρη του 1898, επηρεασμένος και από τη γενική τάση των νέων της εποχής, που απομακρύνονταν πλέον από τις γαλλικές επιδράσεις και “ανακάλυπταν” το βορειοευρωπαϊκό πνεύμα. Το διάστημα της παραμονής του εκεί ήταν καθοριστικό για την πνευματική του εξέλιξη: αγάπησε τη χώρα σαν δεύτερη πατρίδα και επηρεάστηκε από τον νιτσεϊσμό. Γνώρισε και τις σοσιαλιστικές ιδέες, αλλά δεν είχε ούτε το χρόνο, ούτε τις προαπαιτούμενες γνώσεις για να τις αφομοιώσει σωστά. Οι νέες ιδέες τον οδήγησαν σε αναθεώρηση πολλών από τις προηγούμενες αντιλήψεις του για θέματα γλωσσικά και λογοτεχνικά και τον έφεραν σε ρήξη με παλιούς φίλους και συνεργάτες, όπως οι Ιωάννης Γρυπάρης και Γιάννης Ψυχάρης.
Ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που προήλθε από κρυολόγημα τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Στη δεύτερη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας (1899-1901) ασχολήθηκε με τη συγγραφή θεατρικών έργων επηρεασμένων από τον συμβολισμό, μεταφράσεων, ποίησης και κριτικών άρθρων και μελετών. Παράλληλα ίδρυσε μαζί με τον Δ. Χατζόπουλο (Μποέμ) το περιοδικό “Ο Διόνυσος” (1901), που συνέχισε το ανανεωτικό πνεύμα του περιοδικού “Η Τέχνη”.
Η υγεία του όμως συνεχώς επιδεινωνόταν και το κρυολόγημα εξελίχθηκε σε φυματίωση. Τελικά πέθανε στις 23 Νοεμβρίου 1901 στην Αθήνα, σε ηλικία 29 ετών. Στην κηδεία του εκφώνησε επικήδειο λόγο ο Κωστής Παλαμάς.

Πηγή: http://homouniversalisgr.blogspot.com/2018/11/1872-23-1901.html

Share.

Comments are closed.

WordPress Πρόσθετο Cookie από το Real Cookie Banner