Με μια εισαγωγή και έναν επίλογο με σαφείς αιχμές, ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έδωσε το στίγμα του στην ομιλία του στην Ιερά Σύνοδο για το παρόν και το μέλλον της Εκκλησίας, καθώς και τις σχέσεις της με το κράτος.
Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από τον πρόλογό του:
«Η Ιεραρχία της Εκκλησίας μας συνερχομένη εις το μέσον μιας ταραχώδους και κρίσιμης εποχής για τον τόπο, την κοινωνία και την ανθρωπότητα γενικότερα δεν είναι δυνατόν να αντιπαρέλθει και να μην λάβει υπ’ όψιν της μικρά και μεγάλα θέματα του καθημερινού δημόσιου λόγου και ιδιαίτερα τα «μυθεύματα» και τις ανώριμες σκέψεις η αν θέλετε τις ιδεοληψίες και τα παράγωγά τους εις βάρος της Εκκλησίας μας, που θέλουν να μας γυρίσουν εικοσαετίες πίσω.
Την ίδια ώρα που ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της Χώρας μας κάνει λόγο για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, στο Κοινοβούλιο γίνονται ατέρμονες μονομαχίες για ουσιαστικά της ζωής θέματα, στον ημερήσιο Τύπο και τα Μ.Μ.Ε. υπεύθυνοι η ανεύθυνοι μας βομβαρδίζουν με δημοσιεύματα και ξύλινους λόγους στηριγμένοι σε μυθεύματα και μυθοπλασίες που τους ανέθρεψαν κατά το παρελθόν, πιστεύω, ότι και το σώμα της Ιεραρχίας της Εκκλησίας μας έχει χρέος να εκφράσει τις θέσεις της σε θέματα ουσίας, να εκζητήσει αυτά που της ανήκουν και της πρέπουν, όχι σήμερα αλλά από αιώνες.»
Επιθυμώντας να δώσει το στίγμα του για τις θέσεις του απέναντι στην Αριστερά, ο κ. Ιερώνυμος χρησιμοποίησε «τις σκέψεις του αγαπητού αδελφού, σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείμ», όπως ανέφερε, λέγοντας:
«Τα κόμματα της Αριστεράς με τη γνωστή φιλοσοφικο-κοινωνική βιοκοσμοθεωρία του κομμουνιστικού κοσμοειδώλου, όπως γνώρισε τον χωρισμό αυτό ο καταρρεύσας υπαρκτός σοσιαλισμός στο ανατολικό μπλοκ, που στην ουσία ήταν ο διωγμός της θρησκευτικής πίστεως, ελαύνονται από αποτυχημένα αθεϊστικά ιδεολογήματα και συναντώνται με τα υπόλοιπα κόμματα του νεοφιλελεύθερου χώρου κάτω από τις ντιρεκτίβες της νέας εποχής και της νέας τάξεως. Μιλούν γα χωρισμό εκκλησίας και Κράτους επικαλούμενοι δήθεν προοδευτικά συνθήματα. Οι αντιλήψεις, όμως, περί χωρισμού είναι του περασμένου αιώνα που γεννήθηκαν κάτω από μισαλλόδοξο αντιθρησκευτικό και αντικληρικαλιστικό λαϊκιστικό πνεύμα που δεν συμβιβάζεται με τις σημερινές πολιτειακές και θρησκευτικές αντιλήψεις».
Κλείνοντας την εισήγησή του ο Μακαριώτατος έκανε τις ακόλουθες προτάσεις:
- «Δεν θα ήθελα να συνεχισθεί αυτός ο τρόπος λειτουργίας Εκκλησίας και Πολιτείας, εκείνης δηλαδή από το έτος 1834 μέχρι σήμερα. Της καταπιέσεως, της αναγκαστικής σιωπής, της ”Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας” ή της ”υπό πατρωνίαν” διαβιώσεως.
- Ο χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας δεν είναι χαρακτηριστικό της εκκλησιαστικής ποιμαντικής διακονίας. Η Εκκλησία ”δεν χωρίζεται από τα παιδιά της”. Όποιος θέλει αποχωρεί. Όποιος θέλει επιστρέφει.
- Να καθιερωθεί ο τρόπος ”των Διακριτών Ρόλων”, που εν μέρει λειτουργεί σήμερα, αλλά των ”Καθαρών Διακριτών Ρόλων” με τάση συνεργασίας, όταν το χρειάζεται ο λαός μας.
- Τρόπος Στελέχωσης της Εκκλησίας.
- Αξιοποίησης της εναπομεινάσης εκκλησιαστικής περιουσίας σε συνεργασία με την Πολιτεία.
- Αντιμετώπισης των παρενεργειών των αποφάσεων της Κοσμικής Δικαιοσύνης.
- Υλοποίηση της ληφθείσης αποφάσεως στη Βουλή την Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016, σύμφωνα με την οποία θα συνεχισθεί η συνεργασία μέσα από αμοιβαίο διάλογο από μηδενική βάση Εκκλησίας – Πολιτείας για το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών.
- Η Αποστολή της Εκκλησίας μας είναι καθορισμένη. Αυτήν θα ακολουθήσουμε σταθερά κάτω από οποιεσδήποτε κοσμικές συνθήκες. Πυλώνες μας θα συνεχίσουν να είναι: α) «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη διανοία σου», β) «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» και γ) «ουκ ήλθον διακονηθήναι αλλά διακονήσαι».