Νίκος Χαλαζιάς:  Μεσολογγίτικα πετράδια

0

Δύσκολα μπορεί να συναντήσει κανείς στην παγκόσμια ιστορία γεγονός παρόμοιο με την Έξοδο του Μεσολογγίου. Πολλά είναι τα μικρά και όχι πάντα ευρέως γνωστά γεγονότα που συνθέτουν το έπος του Μεσολογγιού. Για χάρη της ιστορικής μνήμης ας σταχυολογήσουμε μερικά:

Το πάθος για την ελευθερία,  η αξιοπρέπεια και η περηφάνεια των ελεύθερων πολιορκημένων ξαναγράφουν το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα και «Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ’ ἐμόν ἐστιν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν» του τελευταίου αυτοκράτορα, του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου. Όταν οι πασάδες – μετά τους αδιάκοπους κανονιοβολισμούς – θάρρεψαν ότι οι Μεσολογγίτες κιότεψαν, έστειλαν νέα πρεσβεία (την έβδομη) με νέους όρους για παράδοση: τρεις καπεταναίοι και δυο προεστοί του  Μεσολογγίου να παρουσιαστούν στους πασάδες και να παραδώσουν με τα χέρια τους πενήντα κουμπούρια και άλλα τόσα σπαθιά ως σημάδι υποταγής.  Η απάντηση των Μεσολογγιτών ήταν λιτή και περήφανη: οι καπεταναίοι  της φρουράς του Μεσολογγιού, όταν το φέρει η ανάγκη, ή θα παραδώσουν στους βεζύρηδες τα σπαθιά τους, όχι στις θήκες τους αλλά γυμνά, ν’ αχνίζουν απ’ το αίμα του εχθρού ή θα επιχειρήσουν ηρωική έξοδο!

Την άλλη μέρα μετά τη νίλα των Τουρκοαιγυπτίων στην Κλείσοβα πολλοί αραπάδες, έχοντας χάσει τον προσανατολισμό τους κατά τη διάρκεια της νύχτας, περιπλανιούνταν στα ρηχά νερά της λιμνοθάλασσας κατατρομαγμένοι. Και οι Έλληνες, γυρνώντας ανάμεσα στα μικρά νησάκια, άλλους έσφαζαν κι άλλους αιχμαλώτιζαν. Ένας στρατιώτης από τον νταϊφά (στρατιωτικό σώμα) του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, ονόματι Στάθης από τη Λιβαδειά,  συναντιέται σε ένα νησάκι με τέσσερες αραπάδες οπλισμένους. Καθώς είναι μόνος του, σκιάζεται και κάνει να πισωδρομήσει. Ακούει έκπληκτος τους πανικόβλητους εχθρούς να εκλιπαρούν: «ράι καπετάνε» (χάρη καπετάνιο)! Παίρνει θάρρος, τους πλησιάζει και με το γιαταγάνι σφάζει τους δυο, αφοπλίζει τους άλλους και σέρνοντάς τους, τους φέρνει αιχμάλωτους στο Μεσολόγγι!

Στις 12 Απριλίου 1826, δυο μέρες μετά την Έξοδο, από τη Δερβέκιστα, χωριό της Αιτωλίας, η Φρουρά έστειλε γράμμα στη Διοίκηση στ’ Ανάπλι. Το υπέγραφαν ο Κίτσος Τζαβέλας, ο Δημήτρης Μακρής, ο Νότης Μπότσαρης και άλλοι καπεταναίοι. Να τι έγραφε: Δεν λυπόμαστε τόσο για το χαμό του Μεσολογγιού, για το οποίο τόσα αίματα χύσαμε· περσσότερο μας στενοχωρεί γιατί χάθηκε το Μεσολόγγι, σ’ ένα καιρό όπου είχαμε τόσο αδυνατίσει και απελπίσει τον εχθρό, ώστε τρεις φορές κάνοντας γιουρούσια από το Κάστρο, του κόψαμε μέσα στις ντάπιες ως δύο χιλιάδες. Και στην Κλείσοβα, εκατό παλληκάρια λιάνισαν ως τρεις χιλιάδες τουρκαραπάδες.

Το έπος του Μεσολογγιού το έγραψε και το τραγούδησε ο λαός, το κατέγραψαν οι ιστορικοί, αλλά επιγραμματικά – όπως σημειώνει ο Δάσκαλος του Γένους Σαράντος Καργάκος – το απαθανάτισε ο λόγος του ποιητή Τάκη Παπατσώνη:

Κι ήρθε το Πάσχα τω όντι
αφού του προηγήθη
ο Μυστικός ο Δείπνος
του Μεσολογγιού.

Share.

Comments are closed.

WordPress Πρόσθετο Cookie από το Real Cookie Banner