Πέτρος Τασσόπουλος*: Ο Σκουρλέτης και η Αλήθεια

0

Οφείλω ευθύς εξαρχής να διευκρινίσω πως, εάν με προτρέπατε να προτείνω ένα πρότυπο πολιτικού που θυσίασε τη σταδιοδρομία του στο βωμό της αλήθειας, το όνομα του Πάνου Σκουρλέτη δεν θα περιλαμβανόταν σ’ εκείνα που θα μου έρχονταν στο νου· ούτε ανάμεσα στα πρώτα εκατό ονόματα, ούτε καν ανάμεσα στα εκατό τελευταία.

Είμαι προκατειλημμένος με τον Πάνο, το παραδέχομαι, αλλά έχω και λόγο σοβαρό –ή έτσι, τουλάχιστον, πιστεύω. Τον όχι και τόσο μακρινό Δεκέμβριο του 2014, όταν οι τριακόσιοι της βουλής κληθήκαμε να εκλέξουμε (και να μην πάμε σε πρόωρες εκλογές) ή να μην εκλέξουμε (και να πάμε) τον Σταύρο Δήμα ως τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, υποχρεωθήκαμε να παίξουμε με σημαδεμένη τράπουλα.

Επιτρέψτε μου να αντιγράψω από το βιβλίο μου «Ήμουν κι εγώ εκεί» (Μεταίχμιο, 2016) το σχετικό απόσπασμα: «Δείτε τώρα πόσο ωραία ήταν στρωμένη η δουλειά. Ήδη από το καλοκαίρι του 2014, ο Αντώνης Σαμαράς διεμήνυε πως έχει έτοιμα τα μαξιλαράκια του. Το μαγικό «180» στο τσεπάκι. Ο Τσίπρας, από την άλλη, ήταν βέβαιος πως δεν υπήρχε περίπτωση να εκλεγεί Πρόεδρος, ακόμη και αν κατέβαινε υποψήφιος ο Ιησούς Χριστός. Τα κουκιά δεν βγαίνουν. Εκτός και αν υπάρξει, φυσικά, μια ομαδική αποστασία. Εάν αργυρώνητοι προδότες εμποδίσουν την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ και του σοσιαλιστικού παραδείσου.
Ο ίδιος ο Τσίπρας, όχι μωρέ, δεν πίστευε ότι υπάρχουν προδότες. Κοίτα να δεις, όμως, σπάσιμο: οι εφημερίδες που τον στήριζαν –ανάμεσά τους και όλα τα κίτρινα λουλούδια- όχι μονάχα το πίστευαν, αλλά και σχεδόν καθημερινά δημοσίευαν ονόματα υποψηφίων προδοτών. Ναι, το βρήκατε, και το δικό μου. Εγώ θα ήμουν προδότης της τελευταίας στιγμής. Στην τρίτη ψηφοφορία. Εν εσχάτη ανάγκη».

Κύριοι διακινητές του αφηγήματος της «αποστασίας», εκείνες τις δύσοσμες ημέρες, ήταν ο αείμνηστος παλαίμαχος δημοσιογράφος Βασίλης Μουλόπουλος, πρόεδρος τότε του διοικητικού συμβουλίου της «Αυγής», καθώς και ο Πάνος Σκουρλέτης που τότε, όχι μονάχα δεν ήταν βουλευτής, αλλά και θα γινόταν βουλευτής ως πρώτος επιλαχών, έτσι και παρέδιδα εγώ την έδρα μου. Όπως γράφω παρακάτω στο ίδιο βιβλίο: «Ο Βασίλης Μουλόπουλος, άγρυπνος φρουρός της επανάστασης, χτύπησε από την «Αυγή» τα τύμπανα του πολέμου: «Αναζητούν πρόθυμους Εφιάλτες». Από κοντά και ο Πάνος Σκουρλέτης, με απανωτές συνεντεύξεις, εξήγησε πως «είχε μπει σε εφαρμογή το σχέδιο αποστασίας»…». Το χαλκευμένο αφήγημα για την «αποστασία», εκτός από το να προκαλεί λύσσα οργής σε όποιον βουλευτή ένιωθε να τον πνίγει το άδικο, ενείχε και μια πρόσθετη αμοραλιστική τσαχπινιά: δεν μπορούσες να αποδείξεις ότι δεν ίσχυε (δεν εξαγοράστηκες, δηλαδή) παρά μόνο ψηφίζοντας εναντίον της υποψηφιότητας του Σταύρου Δήμα.

Κάτι που έπραξα χωρίς δεύτερη σκέψη, με όλες τις δυσάρεστες επιπτώσεις στην πολιτική μου ευεξία. Αντιλαμβάνεσθε λοιπόν πως όταν άκουσα με τα ίδια μου τα αφτιά τον Πάνο Σκουρλέτη, τον πρώην γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ, να ξεμπροστιάζει στρατιές τρολ σε εντεταλμένη έμμισθη υπηρεσία για «δολοφονία χαρακτήρα» στοχοποιημένων εσωκομματικών κι εξωκομματικών αντιπάλων, η φαντασία μου δεν έτρεξε συνειρμικά σε ακόμη έναν πιονέρο οσιομάρτυρα του πολιτικού μας πολιτισμού, αλλά σε κάποιον που αποσκίρτησε από τις μυστικές υπηρεσίες του εχθρού κι ετοιμάζεται να προσφέρει τις καυτές πρωτογενείς πληροφορίες του σε κάθε ενδιαφερόμενο. Δεν αμφέβαλα ούτε στιγμή ότι ο Σκουρλέτης –εκ της θέσεώς του, αν μη τι άλλο- ομιλούσε μετά λόγου γνώσεως, αλλά η αλήθεια είναι επίσης ότι δεν περίμενα τον Σκουρλέτη για να ψυχανεμιστώ την ύπαρξη ενός «συντονιστικού κέντρου» όλων αυτών των σκοτεινών κομματικών δυνάμεων.

Την είχα ψυχανεμιστεί από τον Οκτώβριο του 2012, όταν τα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης» (με δίκοπη αιχμή το Facebook και το Twitter) είχαν αρχίσει ήδη να δείχνουν τις απεριόριστες δυνατότητές τους στη μαζική διασπορά ψευδών ειδήσεων, συκοφαντιών και πρεταπορτέ αιτιολογιών, κομμένων και ραμμένων από την ίδια (αόρατη πάντα) κομματική μοδίστρα. Τότε, στα απόνερα των επεισοδίων που είχαν προκαλέσει χρυσαυγίτικα «τάγματα εφόδου» και σαλταρισμένοι παλαιοημερολογίτες έξω από το θέατρο «Χυτήριο», είχε συμβεί και το εξής φαινομενικά παράδοξο: μέσα σε ελάχιστη ώρα, μισή ή και λιγότερο, τα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης» είχαν πλημμυρίσει με την εξιστόρηση των επεισοδίων που είχε προκαλέσει το ΚΚΕ, κατά την πρώτη προβολή της ταινίας «Ελένη», τρεις δεκαετίες νωρίτερα. Το αντίβαρο ήταν οφθαλμοφανές: αφού τα ίδια έχει κάνει και το ΚΚΕ στο παρελθόν, γιατί δεν νομιμοποιούμαστε να τα κάνουμε κι εμείς οι ακροδεξιοί σήμερα;

Από τη στιγμή όμως που όσοι διέσπειραν το συγκεκριμένο «προηγούμενο» στο διαδίκτυο ήταν άτομα κυρίως νεαρής ηλικίας, νήπια ή αγέννητα κατά την επεισοδιακή προβολή της «Ελένης», δυσκολευόσουν να πιστέψεις ότι είχαν όλοι καταγράψει στο συλλογικό τους ασυνείδητο την ίδια ακριβώς ιστορία παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς. Πιο φυσικό σου φαινόταν –όπως και αποδείχτηκε εκ των υστέρων- ένας να υπαγορεύει και χιλιάδες να αντιγράφουν. Η σφραγίδα του «κόπι πάστε», καθώς θα μας έλεγε και ο σύντροφος Πολάκης, μαρτυρούσε την ύπαρξη ενός «συντονιστικού κέντρου» πιο καθαρά και από δαχτυλικό αποτύπωμα.

Εξυπακούεται ότι, εκτός από την ιλαρή του πλευρά, το ζήτημα έχει και τη σοβαρή. Ένας έμμισθος στρατός τρολ, που αμείβεται σε σταθερή βάση για να επιμολύνει καθημερινά τον δημόσιό μας βίο με τοξικότητα, δεν έχει και κανένα κίνητρο για να την περιορίσει (τουναντίον). Από αυτή τη σκοπιά, η καταγγελία του Πάνου Σκουρλέτη, αντλημένη από την αξιόπιστη και μακρόχρονη εσωτερική του πληροφόρηση, έχει το ειδικό της βάρος κι επιβάλλει την παρέμβαση των εισαγγελικών αρχών, όχι με μια επιδερμική έρευνα «για τα μάτια του κόσμου», ως συνήθως, αλλά με μια έρευνα εις βάθος που θα επιχειρήσει να συνδέσει τους λογαριασμούς των τρολ με τη διαβόητη «ροή του χρήματος». Εν τοιαύτη περιπτώσει κι εφόσον η εισαγγελική έρευνα ευοδωθεί, κάτι μας λέει πως δεν θα χάσει μονάχα ο ΣΥΡΙΖΑ τον ύπνο του.

* Πηγή: thetoc

Share.

Comments are closed.

WordPress Πρόσθετο Cookie από το Real Cookie Banner