Την προσεχή Κυριακή το ΠΑΣΟΚ οδεύει στις κάλπες για να εκλέξει τον νέο Πρόεδρό του. Ή να αναβαπτίσει τον παλιό, τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Η διαδικασία αποτελεί, αναμφίβολα, ένα σημείο καμπής στην πορεία του. Ένα σημείο καμπής, με μια αβεβαιότητα και μια βεβαιότητα.
Η αβεβαιότητα είναι προφανής. Ουδείς γνωρίζει, ακόμη και δυο 24ωρα πριν ανοίξουν οι κάλπες, ποιος υποψήφιος θα πάρει προβάδισμα, ποιοι θα δώσουν ραντεβού πάλι στις κάλπες και τελικά ποιος θα εκλεγεί την επόμενη Κυριακή. Όποιος θέλει να χάνει τον χρόνο του και να συνομιλεί με την «πιάτσα» των δημοσκόπων, αυτό το συμπέρασμα εξάγει: «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα».
Ίσως όμως πολύ πιο ενδιαφέρουσα από την αβεβαιότητα είναι η βεβαιότητα. Στις δυο επόμενες Κυριακές το ΠΑΣΟΚ αναβαπτίζεται ως κόμμα-διεκδικητής της εξουσίας. Ξαναμπαίνει, μετά από πολλά χρόνια, στις «μεγάλες πίστες» και στα «μεγάλα σαλόνια».
Η πραγματικότητα είναι ορατή, ακόμη και δια γυμνού οφθαλμού. Μετά από μια μακρά περίοδο πολιτικής εξορίας, ο κόσμος ενδιαφέρεται πάλι για τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, η κοινή γνώμη «ιντριγκάρεται» για μια εκλογική διαδικασία. Ακόμη και η προηγούμενη αναμέτρηση, με αντιπάλους τον Ν. Ανδρουλάκη, τον Γ. Παπανδρέου και τον Α. Λοβέρδο θύμιζε περισσότερο «μουσική δωματίου», μια εσωκομματική διαδικασία, παρά ένα κεντρικό πολιτικό γεγονός. Σε εμφανή αντίθεση με την τρέχουσα.
Δυο χαρακτηριστικά οδηγούν σε μια νέα «ποιότητα» την προσεχή εκλογική αναμέτρηση στο ΠΑΣΟΚ.
Το πρώτο είναι η αναμενόμενη μεγάλη προσέλευση στις κάλπες. Κάποιοι τοποθετούν τον πήχη στις 400.000 ψηφοφόρους. Ας θυμηθούμε ότι τόσοι ψήφισαν στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ το 2016 που ανέδειξαν αρχηγό τον Κ. Μητσοτάκη.
Από μόνη της, η συμμετοχή δημιουργεί ένα πολιτικό γεγονός. Το ΠΑΣΟΚ ξαναβαφτίζεται. Γιατί η δυνατότητα να προκαλείς μια τόσο μεγάλη λαϊκή συμμετοχή, αποδεικνύει ότι το ΠΑΣΟΚ εκπληρώνει πλέον τα κριτήρια να επανέλθει σε τροχιά εξουσίας. Έστω και προσεχώς…
Το δεύτερο χαρακτηριστικό αφορά την αναπόφευκτη σύγκριση με τις εσωτερικές διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ. Καμιά σχέση.
Στο ΠΑΣΟΚ συγκρούονται έξι υποψήφιοι, με διαφορετικά χαρακτηριστικά, πολιτική φυσιογνωμία και ιστορικές καταγωγές. Και οι έξι αρθρώνουν πολιτικό λόγο, καταθέτουν απόψεις, ιδέες, σχέδια και προτάσεις. Κόσμια, χωρίς κραυγές και αλαλαγμούς, χωρίς καμιά διάθεση για περιττές αιματοχυσίες.
Αντίθετα, στον ΣΥΡΙΖΑ μοιάζουν να έχουν βαλθεί να πάρουν «κεφάλι» στο βιβλίο Γκίνες των λαθών. Με προεξάρχουσα την ευθύνη μιας ανιστόρητης και απεχθούς κομματικής γραφειοκρατίας, που ένιωσε ότι ένας «παρείσακτος» θα τους αφαιρέσει τα προνόμια, όρμηξαν στον βούρκο.
Προφανώς, ο Κασσελάκης έκανε λάθη. Οι άλλοι όμως έκαναν εγκλήματα. Διάλεξαν να αυτοκτονήσουν, να επιστρέψουν δηλαδή στα ιστορικά ποσοστά του 4-5%, παρά να ανεχθούν έναν «ξένο» και να «χάσουν το σπίτι τους». Τώρα κινδυνεύουν, όχι μόνο να «χάσουν το σπίτι τους», αλλά μαζί «τα αβγά και τα καλάθια».
Πάντως, με τα λάθη του Στέφανου και τα εγκλήματα των άλλων, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι χάνει το «ντέρμπι» με το ΠΑΣΟΚ για την κυριαρχία στην προοδευτική παράταξη. Κλείνοντας μόνος του την παρένθεση που άνοιξε την περίοδο 2012-2015.
Δεν ξέρω αν μπορείς να αναφωνήσεις «κρίμα». Άλλωστε το ΠΑΣΟΚ και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το ιστορικό κόμμα της Μεταπολίτευσης, μαζί με τη ΝΔ. Διασύρθηκε, σχεδόν διαλύθηκε, πέρασε μια άνυδρη εποχή στην έρημο. Τώρα φαίνεται ότι η Ιστορία το καλεί σε ένα σημαντικό ραντεβού. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα την στήσει…