Η επιστήμη της Διοίκησης “δάνεισε” στα σχολεία μοντέλα ηγεσίας και προέτρεψε μέσα από τα αποτελέσματα της έρευνας τους παραδοσιακούς διευθυντές των σχολείων να μετατραπούν σε ηγέτες. Ο ρόλος του “υποκειμένου” είναι καθοριστικός. Ωστόσο, την ίδια στιγμή η επίδραση της επιστήμης είναι αναντίρρητα σημαντική καθώς διαμορφώνει το κρίσιμο πεδίο της επιμόρφωσης και της πρόσβασης στα βιβλιογραφικά δεδομένα αναφορικά με το πεδίο της διοίκησης ανθρώπινων και υλικών πόρων.
Σε αυτό το πλαίσιο “ο ηγέτης εκπαιδεύεται” πριν αναλάβει το ρόλο του και μάλιστα καλείται με το πρότυπο που θα προβάλει να λειτουργήσει με όρους παραδείγματος αλλά και εκπαιδευτικούς σε σχέση με το έμψυχο δυναμικό του σχολείου.
Το δημοκρατικό σχολείο μπορεί να αρθρώσει λόγο ηχηρό, όταν αυτός ο λόγος ενδυναμώνεται από τον ηγέτη. Γιατί ο ηγέτης είναι αυτός που ασκεί καταλυτική επιρροή στο περιβάλλον στο οποίο ηγείται με το παράδειγμα του. Η επιρροή του αυτή δεν είναι ποτέ αόριστη. Αντίθετα, είναι πάντοτε συνυφασμένη με ένα κοινό σκοπό ο οποίος διαμορφώνεται σε όραμα όταν γίνεται στόχευση αποδεκτή στο συλλογικό πεδίο. Όταν όλες και όλοι ταυτίζονται απόλυτα με το όραμα αυτό, οι σκοποί εκπληρώνονται και το σχολείο παρεμβαίνει στην κοινωνία και επιδρά πολύπλευρα και διαμορφωτικά.
Ωστόσο, η εικόνα του μετασχηματισμού – πολλές φορές μεγαλεπήβολη σε διακηρύξεις ή πλαισιώσεις-σε καμιά περίπτωση δεν αποδυναμώνει, πολύ περισσότερο δεν καταργεί τις προσπάθειες και τα όνειρα των ανθρώπων εκείνων που αγωνίζονται καθημερινά και μοχθούν για τα σχολεία που διευθύνουν με όρους δημοκρατικής λειτουργίας και ενσυναίσθησης. Αυτό γίνεται ακόμη και αν η ηγεσία τους δεν έχει “χαρισματικά” χαρακτηριστικά και των οποίων η προσπάθεια διακρίνεται από μια εσωτερικότητα και ταπεινότητα που προσιδιάζει με την περιγραφή του Αριστοτέλη για τον ηγέτη: σύνεση, εγκράτεια, σθένος και δικαιοσύνη.
Άλλωστε χωρίς το ήθος και τη γνώση είναι δεδομένο ότι ακολουθούν ο φόβος και η προκατάληψη. Σε κάθε περίπτωση, τη δημοκρατία στο σχολείο ενισχύει η λειτουργία μιας ηγεσίας με όρους οραματικούς, που διαπνέονται από πνεύμα σεβασμού και χαρακτηρίζονται από τη διάθεση ουσιαστικής συνεργασίας.
Το σχολείο που λειτουργεί με όρους ουσιαστικής σύνδεσης με την κοινωνία είναι το σχολείο που θα λειτουργήσει καταλυτικά στη διαμόρφωση της μέσω των αξιών και των προτεραιοποιήσεων που θα συγκροτήσει.
Σε ένα τέτοιο σχολείο ο άνθρωπος που λειτουργεί ως ηγέτης οφείλει να αναγνωρίζει το χρέος του απέναντι στο έμψυχο υλικό του σχολείου που ηγείται, να αντιλαμβάνεται τις ισορροπίες, να αναγνωρίζει και να σέβεται το αξιακό σύστημα του οργανισμού, να συνδιαλέγεται και να εφαρμόζει με διαφάνεια τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Έτσι το σχολειό κρατάει την ορμή του. Η ορμή είναι εκείνο το ποιοτικό χαρακτηριστικό που διαμορφώνει ένα σχολείο ανοιχτό σε αλλαγές. Και αυτή η ορμή επικοινωνείται μέσω ενός ξεκάθαρου και κατανοητού οράματος.
Τι συμβαίνει όμως αν τα προβλήματα ωθήσουν, παρασύρουν στην πραγματικότητα, αυτόν που ηγείται να ασκήσει την εξουσία του σε πλαίσια έξω από τα διοικητικά του καθήκοντα; Η επίγνωση αυτής της συνθήκης διαμορφώνει την απαίτηση η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού να γίνεται με όρους δημοκρατικούς, ενσυναίσθησης αλλά και τήρησης των αναγκαίων ισορροπιών με ένα τρόπο που επιβάλει διεισδυτική σκέψη και καθαρή αντίληψη.
Διότι είναι αδύνατον κανείς να φανταστεί ένα δημοκρατικό σχολείο όταν ο ηγέτης δεν στηρίζεται στις αρχές της συλλογικότητας. Είναι αδύνατον να φανταστεί κανείς ένα δημοκρατικό σχολείο όταν ο ηγέτης δεν έχει τη δυνατότητα να αλληλεπιδράσει και να οικοδομήσει αυθεντικές σχέσεις εμπιστοσύνης με όρους ήθους και ευπρέπειας με τους συναδέλφους του. Είναι αδύνατον να φανταστεί κανείς ένα δημοκρατικό σχολείο όταν ο ηγέτης ερμηνεύει τη σχέση του με τους εκπαιδευτικούς με όρους “Προϊσταμένου υφισταμένων”.
Η αμοιβαία εμπιστοσύνη και ο αμοιβαίος σεβασμός είναι το θεμέλιο του δημοκρατικού σχολείου. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη σε ένα σχολείο επιτρέπει στις πρωτοβουλίες να προκύψουν με πιο αποτελεσματικό τρόπο, ενθαρρύνει τη θετική στάση, τις σχέσεις της κοινότητας και την αντιμετώπιση των αλλαγών.
Σε κάθε άλλη περίπτωση η ηγεσία αποδομείται και μετατρέπεται σε μια αυτοκρατορικού τύπου ενέργεια επιβολής με στοιχεία αυταρχισμού και αυστηρότητας. Τότε όμως το δημοκρατικό σχολείο παύει να υπάρχει.
Και αυτό ακριβώς είναι που απαιτούν οι καιροί. Ένα σχολείο δημοκρατικό στη λειτουργία του χωρίς επίδειξη ενός άκαμπτου και τιμωρητικού διοικητισμού που αποστεώνει την ουσία της παιδαγωγικής λειτουργίας και εγκλωβίζει τη σχολική λειτουργία με όρους αυστηρά τεχνοκρατικούς, όλο και πιο αποστασιοποιημένους από την αξία του ανθρώπου.
* Η Κάτια Μπαλτζάκη είναι Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Α.Π.Θ., Διδάκτορας του τμήματος Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής Α.Π.Θ. και κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου του Α.Π.ΚΥ. Ερευνητικά ενδιαφέροντα με σημείο αναφοράς την Αξιολόγηση της Ποιότητας στην και υπηρετεί ως διευθύντρια στο 4ο Γυμνάσιο Χαριλάου.
** O Γιώργος Γεωργακόπουλος είναι Ειδικός Γραμματέας της ΟΛΜΕ και μέλος του Τομέα Παιδείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – Κινήματος Αλλαγής