Η συνδικαλιστική παράταξη της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ), Προοδευτική Ενότητα Καθηγητών (ΠΕΚ) με ανακοίνωσή καταγγέλλει την τακτική του Υπουργείου Παιδείας να προχωρήσει «σε ένα άνευ προηγουμένου κύμα συγχωνεύσεων τμημάτων και απόρριψης συγκρότησης ολιγομελών τμημάτων» η οποία είναι «μια διοικητική πρακτική που αγγίζει τα όρια του κυνισμού και αποτυπώνει μια βαθιά στην ουσία της αυταρχική αισθητική και έκφραση κι επιδιώκεται η διαμόρφωση μιας νέας εκπαιδευτικής πραγματικότητας όπου η κανονικότητα πια θα είναι τα τμήματα των 28 μαθητών και μαθητριών»
Αναλυτικά ανακοίνωση της Προοδευτική Ενότητα Καθηγητών
«Το Υπουργείο Παιδείας και η πυραμίδα της διοίκησης που εφαρμόζει την εκπαιδευτική πολιτική έχουν επιλέξει να προχωρήσουν σε ένα άνευ προηγουμένου κύμα συγχωνεύσεων τμημάτων και απόρριψης συγκρότησης ολιγομελών τμημάτων, καταφεύγοντας σε μια πρακτική διοίκησης στην οποία δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις μαθήτριες και τους μαθητές που έχουν παραπεμφθεί αλλά και τις εγγραφές που θα πραγματοποιηθούν τον Σεπτέμβριο.
Με μια διοικητική πρακτική που αγγίζει τα όρια του κυνισμού και αποτυπώνει μια βαθιά στην ουσία της αυταρχική αισθητική και έκφραση κι επιδιώκεται η διαμόρφωση μιας νέας εκπαιδευτικής πραγματικότητας όπου η κανονικότητα πια θα είναι τα τμήματα των 28 μαθητών και μαθητριών. Με τρόπο συστηματικό μα και συστημικό πια, επιλέγεται η αποδόμηση κάθε έννοιας παιδαγωγικής λειτουργίας και διαμορφώνεται ένα πλαίσιο όπου εκπαιδευτικοί και μαθητές θα αντιμετωπίζονται ως εν δυνάμει μετακινούμενες μονάδες ανάλογα με τη διαθεσιμότητα και τις ανάγκες της κάθε σχολικής μονάδας.
Η αισθητική αυτή στο επίπεδο της λήψης αποφάσεων σε κάποιες περιπτώσεις συμπληρώνεται από μια πρωτόγνωρη εκφορά λόγου η οποία και αποτυπώνει ένα διοικητικό αυταρχισμό ο οποίος μας μεταφέρει σε άλλες εποχές.
Μαθήτριες και μαθητές θα ωθούνται να εγγραφούν σε άλλα σχολεία από αυτά της επιλογής τους ενώ μεγάλος αριθμός εκπαιδευτικών θα μεταπέσουν σε καθεστώς υπεραριθμίας. Πολλοί δηλαδή από τους εκπαιδευτικούς θα μεταπέσουν σε καθεστώς υπεραριθμίας χωρίς στην πραγματικότητα να είναι υπεράριθμοι! Την ίδια ώρα πολλοί αναπληρωτές δεν θα προσληφθούν εξαιτίας αυτών των περικοπών.
Την ίδια ώρα είναι ορατός ο κίνδυνος η πρώτη περίοδος της σχολικής χρονιάς να κυλήσει με σοβαρά κενά για τα οποία διαφαίνεται ο κίνδυνος να καλυφθούν με σημαντική καθυστέρηση. Και η επιλογή αυτή θα γίνει μια οδυνηρή πραγματικότητα στην πλάτη μαθητών, μαθητριών, γονέων, κηδεμόνων και εκπαιδευτικών που θα τρέχουν μόνο να “καλύψουν ύλη” σε εξαιρετικά ασφυκτικά πλαίσια καθώς δεν θα έχουν αναλάβει υπηρεσία με το ξεκίνημα της χρονιάς.
Είναι ωστόσο χαρακτηριστική η αντίφαση αυτή της εξαιρετικά καχεκτικής πραγματικότητας του σήμερα με την επικοινωνιακή θριαμβολογία που συνόδευσε την ανακοίνωση των 10.000 διορισμών, διορισμών που ήταν εξαιρετικά αναγκαίο να γίνουν και οι οποίοι ωστόσο δεν καλύπτουν τις εξαιρετικά μεγάλες ανάγκες που έχουν τα σχολεία σήμερα. Είναι απόλυτη ανάγκη να διασφαλίσει η ηγεσία του Υπουργείου ότι ο αριθμός των εκπαιδευτικών που θα εργαστούν τελικά φέτος δεν θα είναι μειωμένος σε σχέση με πέρσι.
Η επιλογή αυτή, η θεώρηση αυτή , η πολιτική αυτή υπονομεύουν αναπόδραστα το δημόσιο σχολείο, του αφαιρούν κάθε συνθήκη ουσιαστικής λειτουργίας και μετασχηματίζουν τη δημόσια εκπαίδευση σε μια κατασκευή που δεν θα θυμίζει πια παιδαγωγική διαδικασία.
Απαιτούμε συνθήκες ανθρώπινες και πραγματικά παιδαγωγικές για μαθητές και εκπαιδευτικούς και αυτό θα γίνει μόνο με ουσιαστική μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη.
Δεν είναι απάντηση η λειτουργία της τάξης με όρους συνωστισμού σε αστικό λεωφορείο, δεν είναι η πολιτική για ένα καλύτερο αύριο η μεταμόρφωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε μια διεργασία απρόσωπη και μαζική.
Δεν μπορεί να είναι το αύριο η επιστροφή σε απαντήσεις που θυμίζουν άλλες εποχές. Δεν θα γυρίσουμε σε άλλες εποχές όσο και αν κάποιοι το επιθυμούν.
Δεν δεχόμαστε την πολιτική των συγχωνεύσεων και την απόρριψη δημιουργίας ολιγομελών τμημάτων που οδηγεί την εκπαίδευση πολύ πίσω στον χρόνο όταν και δεν υπήρχε επάρκεια σχολείων και σχολικών αιθουσών.
Η επένδυση στο δημόσιο σχολείο είναι επένδυση στη κοινωνική δικαιοσύνη, αποτελεί πολιτική υπεράσπισης της κοινωνικής κινητικότητας και συγκροτεί ουσιαστικό μηχανισμό δημοκρατικής λειτουργίας.
Οι υπηρεσίες του δημόσιου σχολείου χρειάζεται να αντανακλούν το όραμα της χώρας μας για την παιδεία και το αύριο. Όχι να συνιστούν ένα διαρκές σχέδιο έκτακτης ανάγκης και λειτουργίας, για τους πολλούς που δεν έχουν άλλη επιλογή.»