Από μακριά, η Κυβέρνηση έδειξε να κλείνει τη χρονιά με δημιουργικό οίστρο. Νέο φορολογικό Νομοσχέδιο, νέος Νόμος για τα κόκκινα δάνεια, πολυνομοσχέδιο που αφορά την ανάπτυξη, σχέδιο για την τριτοβάθμια παιδεία και ο πρώτος Προϋπολογισμός που η χώρα έχει επενδυτική βαθμίδα. Αν κοιτάξει κανείς, προσεκτικά όμως, βλέπει μια διαφορετική εικόνα: μια Κυβέρνηση κουρασμένη, χωρίς τον πάγκο που χρειάζεται για να κάνει τις αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος.
«Κουρασμένη» είναι μια Κυβέρνηση που κάνει μερεμέτια, αντί για μεταρρυθμίσεις. Ποιες μεταρρυθμίσεις χρειάζονται; Πρώτον, η αλλαγή τού παραγωγικού μοντέλου. Η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας απαιτεί διαφορετικές οικονομικές προτεραιότητες που διευρύνουν την παραγωγική βάση, ανοίγουν το παιχνίδι σε περισσότερες Ελληνίδες και Έλληνες και μειώνουν τις ανισότητες. Η συσσώρευση πλούτου σε λίγα χέρια έχει κοντά πόδια και καταστροφικές συνέπειες για μια μικρή Δημοκρατία. Δεύτερον, η αναβάθμιση τής υγείας και παιδείας στη χώρα μας με σκοπό να αυξηθεί η ποιότητά τους για περισσότερους ανθρώπους, κυρίως εκείνες και εκείνους που τις χρειάζονται περισσότερο. Βασική προτεραιότητα, η μείωση τής ανασφάλειας που έχει κυριεύσει πολλά νοικοκυριά. Και τρίτον, ένα νέο μοντέλο διοίκησης που θα επιτρέψει να συμβούν τα παραπάνω. Δηλαδή, ένα αποσυγκεντρωμένο μοντέλο με διαφανείς και γρήγορες διαδικασίες, που θα ενθαρρύνει συνεργασίες και θα μοιράζεται πόρους και γνώση.
Σε σχέση με αυτές τις προτεραιότητες, τα παραπάνω Νομοσχέδια που πέρασε η Κυβέρνηση παίρνουν βαθμό κάτω από τη βάση. Όχι με τα κριτήρια μιας αυστηρής αντιπολίτευσης, αλλά με αυτά τής ίδιας Κυβέρνησης που θέλει να βλέπει τον εαυτό της ως επαρκώς «άριστο» για να αξιολογεί όλους εμάς γύρω της.
Γιατί; Διότι, εκτός από τον Προϋπολογισμό, τα υπόλοιπα Νομοσχέδια είχαν χαρακτηριστικά βιασύνης με τροπολογίες «νύχτας». Το πολυνομοσχέδιο τής ανάπτυξης μπέρδεψε διατάξεις για μεγαλύτερη απορροφητικότητα ευρωπαϊκών κονδυλίων με 30 άρθρα που αφορούσαν αναβολές αποφάσεων, διατάξεις που κρατούν χιλιάδες πολίτες σε κατάσταση ομηρίας. Αντί να συζητήσουμε πού και πώς πρέπει να μοιραστούν κονδύλια, συζητούσαμε πώς θα περάσουν διευθύνσεις που «ξέχασε» να πάρει μαζί του ο Υπουργός, όταν του μετέφεραν αρμοδιότητες. Και ενώ το παρουσίαζαν ως παράδειγμα καλής νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας, στο «παρά δέκα» (στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι σχήμα λόγου) έκαναν το, όχι μόνο ανήκουστο αλλά και ποταπό, να φέρουν τη διάταξη που πέταξε έξω από το διοικητικό συμβούλιο τής Ανάπλασης τον Δήμαρχο που επέλεξαν οι Αθηναίες και οι Αθηναίοι.
Όλα τα Νομοσχέδια, όπως το φορολογικό νομοσχέδιο που επέβαλε οριζόντιους φόρους, τα άρθρα για τις παρατάσεις των συμβάσεων στο ΕΣΥ ή τα άρθρα για τους εργάτες γης, που δεν λύνουν το πρόβλημα των αγροτών, επέλεξαν «εύκολες λύσεις» και αναβολές αντί για πραγματικές μεταρρυθμίσεις. Και όλα τα Νομοσχέδια αφορούσαν κάποιους και όχι όλους τους πολίτες, όπως το Νομοσχέδιο για τα κόκκινα δάνεια, που γράφτηκε από τις τράπεζες ενώ το πρόβλημα, σήμερα, αφορά κυρίως τους δανειολήπτες.
Ο Προϋπολογισμός χαίρει ειδικής μνείας. Έχει χαρακτηριστικά «μιας από τα ίδια» ενώ είναι ο πρώτος μεταμνημονιακός Προϋπολογισμός, ο πρώτος μετά από χρόνια που η χώρα έχει επενδυτική βαθμίδα και ο πρώτος που επιτρέπει στη χώρα να βάλει τις βάσεις για την αλλαγή του αναπτυξιακού της μοντέλου και τη μείωση των ανισοτήτων. «Μία από τα ίδια» όταν κλείνει με ταχείς ρυθμούς το μικρό παράθυρο ευκαιρίας, που άνοιξαν με τεράστιες θυσίες Ελληνίδες και Έλληνες, μιας που σε λίγο θα αρχίσουμε να πληρώνουμε πραγματικούς τόκους στο χρέος μας. «Μια από τα ίδια» όταν γύρω μας συμβαίνουν τεράστιες ανατροπές: δύο πόλεμοι στη γειτονιά, νέα γεωπολιτική αντιπαράθεση Ανατολής – Δύσης, υποβάθμιση του οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού ρόλου τής Ευρώπης, νευρικές και ευάλωτες αγορές, κλιματική κρίση με ακραία φαινόμενα που πλήττουν χώρα.
Ας κάνουμε λοιπόν μια απλή σύγκριση τής σημερινής Κυβέρνησης με αυτήν που ανέλαβε πριν τέσσερα χρόνια. Τότε; Φρέσκα πρόσωπα, έτοιμα Νομοσχέδια, μερικά εκ των οποίων είχαν την «οσμή» μεταρρύθμισης. Η κρίση στον Έβρο λειτούργησε ενδυναμωτικά για την Κυβέρνηση, στο πρώτο κύμα του κορονοϊού πήρε τα εύσημα των αντιπάλων της και στα θέματα ψηφιοποίησης έδειξε όλα τα καλά που θα μπορούσαν να γίνουν στην Ελλάδα αν είχαμε συνέχεια, συνεργασία και συστήματα που λειτουργούν.
Αντίθετα, οι πρώτοι μήνες τής δεύτερης θητείας χαρακτηρίζονται από: ανακύκλωση των ίδιων προσώπων, κακό συντονισμό στις κρίσεις στη Δαδιά, τη Ρόδο και τη Θεσσαλία, αλληλοκατηγορίες μεταξύ υπευθύνων, αστοχίες στα διεθνή, όπως στη Γάζα και στη Μεγάλη Βρετανία και Νομοσχέδια που δεν ανταποκρίνονται στις κοινωνικές προτεραιότητες. Μια Κυβέρνηση που προσπαθεί να κρυφτεί ως «μεταρρυθμιστική», πίσω από το άρθρο 16, όταν η Παιδεία στη χώρα μας καταρρέει από το νηπιαγωγείο. Το ύφος, η αλαζονεία και ο εκνευρισμός του Πρωθυπουργού είναι όλα σημάδια ενός συστήματος που έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα και ένα τέτοιο σύστημα είναι επικίνδυνο για τη χώρα.
Οι πρώτες μέρες μιας διακυβέρνησης, συνήθως, χαρακτηρίζουν την τετραετία. Με αυτό το κριτήριο, η Κυβέρνηση «Μητσοτάκη ΙΙ» μοιάζει λιγότερο με την «Μητσοτάκη Ι» και περισσότερο με την Κυβέρνηση «Καραμανλή ΙΙ», που ναι, κ. Μητσοτάκη, χρεοκόπησε τη χώρα.
* Το άρθρο του Παύλου Γερουλάνου πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Παρόν της Κυριακής»