Σύντομη παρουσίαση του τετράτομου έργου και των συντελεστών του, για την εκατόχρονη ιστορία της ΔΟΕ

0

Σε προηγούμενο άρθρο μας είχαμε παρουσιάσει την ανακοίνωση της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ), η ποία συμπλήρωσε 100 χρόνια ζωής το έτος 2022 και όλη αυτή την πολυκύμαντη ιστορική διαδρομή, ανέλαβε, έπειτα από την απόφαση του Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε., να καταγράψει και να αποδώσει στους εκπαιδευτικούς η ομάδα των εξαίρετων ερευνητών ιστορικών της εκπαίδευσης των Σήφη ΜπουζάκηΧρήστου  Τζήκα, Δημήτρη Χαραλάμπους και Γιάννη Μπέτσα.
Καρπός αυτής της προσπάθεια είναι το τετράμο έργο με τίτλο «ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ- 1922-2022-  Ένας αιώνας αγώνων για την εκπαίδευση, τους εκπαιδευτικούς, την κοινωνία» το οποίο ήδη έχει κυκλοφορήσει, χωρίς να γίνει επίσημη παρουσίασή του, η οποία θα γίνει σύντομα από τη ΔΟΕ.
Όπως αναφέραμε και πιο πάνω την συγγραφική-ερευνητική ομάδα αποτέλεσαν οι:

  • Μπουζάκης Σήφης, Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών
  • Χαραλάμπους Δημήτρης, Καθηγητής ΑΠΘ
  • Τζήκας Χρήστος, π. Αναπληρωτής Καθηγητής ΑΠΘ
  • Γιάννης Μπέτσας, Αναπληρωτής Καθηγητής ΑΠΘ

Αναλυτικά για τον κάθε τόμο ασχολήθηκαν

  • ΤΟΜΟΣ Α 1922-1949, Χρήστος Τζήκας
  • ΤΟΜΟΣ Β 1950-1974, Ιωάννης Μπέτσας
  • ΤΟΜΟΣ Γ 1974-2000, Σήφης Μπουζάκης
  • ΤΟΜΟΣ Δ 2000-2022, Δημήτρης Χαραλάμπους

Συντονιστής Συγγραφικής -Ερευνητικής Ομάδας: Σήφης Μπουζάκης

Τους παραπάνω πλαισίωσαν ως βοηθητική ερευνητική ομάδα οι εξής:
Ανθόπουλος Κώστας, Δούκας Τριαντάφυλλος, Κανταρτζή Ευαγγελία, Κοκονάκη Αιμιλία, Κολυμπάρη Τάνια, ΚορομπόκηςΔημήτρης, Ματούση Μαρία, Μεϊμέτης Παρασκευάς, Παπαδούρης Παναγιώτης, Παπανδρέου Ζέτα, Πολυζοπούλου Αθανασία, Σιμενή Περσεφόνη, Τσιομπάνου Αναστασία, Χαραλαμπόπουλος Ιωάννης

Το περιεχόμενο κάθε τόμου περιληπτικά

  • ΤΟΜΟΣ Α 1922-1949, Χρήστος Τζήκας

Η Διδασκαλική Ομοσπονδία ιδρύθηκε το 1922 για να συνενώσει τις δυνάμεις των δασκάλων όλης της χώρας σε μια ενιαία, ισχυρή και ανεξάρτητη οργάνωση, ώστε να αγωνιστεί για τα εκπαιδευτικά και δασκαλικά ζητήματα που οι προηγούμενες διαιρεμένες δασκαλικές συσσωματώσεις στάθηκαν αναποτελεσματικές.
Δύο ήταν οι βασικοί πυλώνες των αγώνων της Ομοσπονδίας: α) η οικονομική, μορφωτική και κοινωνική αναβάθμιση των δασκάλων και β) η γενίκευση, ο εκσυγχρονισμός και η αυτονόμηση της λαϊκής Παιδείας από τη Μέση Εκπαίδευση.
Στη συγκυρία της επανάστασης του 1922, με την επανάκαμψη της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, η Ομοσπονδία κατάφερε να περιορίσει την πληθώρα κατηγοριών των δασκάλων, να βελτιώσει την οικονομική τους θέση και να εξομοιώσει βαθμολογικά και μισθολογικά τις δασκάλες με τους δασκάλους.
Η Ομοσπονδία, με τις αποφάσεις των ετήσιων Γενικών Συνελεύσεων διαμόρφωσε προοδευτικό πλαίσιο εκπαιδευτικών αιτημάτων (εξαετές ή οκταετές μικτό δημοτικό σχολείο, με αποκλειστική χρήση της δημοτικής γλώσσας, με ανθρωπιστικό χαρακτήρα και πρακτικό προσανατολισμό), που αποτέλεσε τη βάση της εκπαιδευτικής πολιτικής της τον Μεσοπόλεμο.
Οι Διοικήσεις της Ομοσπονδίας προσπάθησαν, με δημοσιεύματα στο “Διδασκαλικό Βήμα” και στον ημερήσιο τύπο, με περιοδείες και ομιλίες, να ενημερώσουν τον Κλάδο και την κοινή γνώμη για τα ζητήματα της εκπαίδευσης και των δασκάλων. Αγωνίσθηκαν, με υπομνήματα, παραστάσεις και κινητοποιήσεις για τη γενίκευση της λαϊκής εκπαίδευσης, για το άνοιγμα όλων των σχολείων και τη φοίτηση όλων των παιδιών, για την ανανέωση των αναλυτικών προγραμμάτων για τη συμμετοχή αιρετών στη Διοίκηση της Εκπαίδευσης. Παράλληλα συνεργάσθηκαν με τις τριτοβάθμιες υπαλληλικές οργανώσεις για την ικανοποίηση οικονομικών αιτημάτων.
Στην ταραγμένη πολιτικά και κοινωνικά δεκαετία του 1920, με στρατιωτικά κινήματα, δικτατορίες, συχνή εναλλαγή κυβερνήσεων, αυταρχισμό της εξουσίας απέναντι στο ανερχόμενο εργατικό, υπαλληλικό και αγροτικό κίνημα και τα προβλήματα της αποκατάστασης των προσφύγων, τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα, ούτε για τους δασκάλους, ούτε για το λαϊκό σχολείο. Οι πολιτικές και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις έφεραν ρήξεις στο εσωτερικό της Ομοσπονδίας. Εκτός από την αντιπαράθεση των παρατάξεων δημοτικιστών και καθαρευουσιάνων, που οδήγησε τους τελευταίους στην ίδρυση από το 1927 μέχρι το 1930 χωριστής καθαρευουσιάνικης Ομοσπονδίας, στο τέλος της δεκαετίας διαμορφώθηκε και η Αριστερή παράταξη.
Στον Μεσοπόλεμο τέθηκε το ζήτημα της σχέσης των υπαλλήλων με το κράτος. Αν και οι κυβερνήσεις και συντηρητικοί δάσκαλοι θεωρούσαν ότι οι υπάλληλοι είναι το ίδιο το κράτος, η απόφαση της Ομοσπονδίας ακολούθησε τη θέση της ΣΔΥΕ, ότι οι σχέσεις υπαλλήλου και κράτους είναι σχέσεις εργάτη και εργοδότη, στον οποίο ο υπάλληλος πουλά την πνευματική του δύναμη έναντι αμοιβής.
Όσο το υπαλληλικό και το δασκαλικό κίνημα μαζικοποιούνταν τόσο το κράτος σκλήραινε τη στάση του απέναντί τους, με απαγόρευση της απεργίας και της παρακίνησης σε απεργία επί ποινή απόλυσης και με την ολοκλήρωση της αντικομμουνιστικής νομοθεσίας με το Ιδιώνυμο.
Το κράτος και τα κόμματα που κυβερνούσαν ήθελαν την Ομοσπονδία ταυτισμένη και συμπορευόμενη με την κρατική εκπαιδευτική πολιτική, γι’ αυτό υπουργοί προέβησαν σε διώξεις αγωνιστών δασκάλων, σε απόλυση ή καθαίρεση Διοικητών Συμβουλίων.
Η Ομοσπονδία, ανάλογα με το βαθμό ικανοποίησης ή μη των δασκαλικών αιτημάτων και τον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων, στέκονταν αρωγός ή αντίπαλος του κράτους. Από το 1933 η συντηρητική Διοίκηση της Ομοσπονδίας ταυτίστηκε με το κράτος, έλαβε αποστάσεις από τους αριστερούς δασκάλους, τους οποίους εξέθετε και ζητούσε την τιμωρία τους. Η Ομοσπονδία καταργήθηκε το 1935 και, έπειτα από μια προσπάθεια ανασύστασή της από αριστερούς και σοσιαλιστές δασκάλους, καταργήθηκε οριστικά το 1936 από τη μεταξική δικτατορία.
Στην περίοδο της κατοχής πολλοί δάσκαλοι μετείχαν από πολλά μετερίζια στην Αντίσταση ή αγωνίσθηκαν για τη σωτηρία και την εκπαίδευση των παιδιών και παράλληλα οργάνωσαν τοπικούς συλλόγους και την παράνομη Δασκαλική Ομοσπονδία. Δημοκράτες και αριστεροί δάσκαλοι προώθησαν την ανασύσταση νόμιμης Ομοσπονδίας το 1946 και διαμόρφωσαν αιτήματα που απηχούσαν τα αντιστασιακά ιδανικά για κοινωνία ισότητας και δικαιοσύνης, για την εκπαίδευση και την πρόνοια για όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες και την κοινωνική αναβάθμιση των δασκάλων. Με τη γενίκευση του Εμφυλίου πολέμου διώχθηκαν ποικιλότροπα οι αριστεροί δάσκαλοι και η Ομοσπονδία, έπειτα από την ίδρυση πολλών εθνικιστικών διδασκαλικών συλλόγων, περιήλθε στα χέρια της συντηρητικής παράταξης των δασκάλων, αποδέχθηκε σε μεγάλο βαθμό τις επιλογές των εμφυλιακών κυβερνήσεων για την εκπαίδευση και συμπορεύτηκε με το κράτος των “εθνικοφρόνων”.

  • ΤΟΜΟΣ Β 1950-1974, Ιωάννης Μπέτσας

Η ιστορία της ΔΟΕ στη μεταπολεμική περίοδο συνυφαίνεται με σημαντικές όψεις της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας της χώρας και των ανθρώπων της στο διάστημα από τη λήξη του εμφυλίου έως και τα χρόνια της δικτατορίας. Αντανακλά τα κυρίαρχα ιδεολογικά σχήματα, τις πολιτικές πρακτικές, τις κοινωνικές και ταξικές διαμάχες και τη συνδικαλιστική τους έκφραση σε μια κοινωνία αρχικά καθημαγμένη και ακολούθως καθυποταγμένη στα φοβικά σύνδρομα και τις διαιρετικές τομές που με επιμέλεια κατασκεύαζαν οι πολιτικές της ηγεσίες. Η εθνικοφροσύνη, κυρίαρχη διαιρετική τομή της περιόδου, υπήρξε ο ιδεολογικός φάρος της Ομοσπονδίας, αδιάλειπτα σχεδόν, σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο. Ενδεχομένως, δύσκολα μια συνδικαλιστική οργάνωση στη συγκυρία εκείνη θα μπορούσε να αποστασιοποιηθεί κριτικά από το φάσμα της εθνικοφροσύνης που υιοθετούσε το σύστημα εξουσίας στο σύνολό του και εξασφάλιζε το δικαίωμα συμμετοχής στον δημόσιο λόγο. Ωστόσο, οι διοικήσεις που ηγήθηκαν της Ομοσπονδίας, ιδιαίτερα στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και στην περίοδο της δικτατορίας, πρωτοστάτησαν στην επίδειξη πατριδοκαπηλίας και μισαλλοδοξίας, ανήγαγαν την «εθνικόφρονα» δράση τους κατά το παρελθόν σε σημαίνον συνδικαλιστικό προσόν και ενοχοποίησαν τη διαφορετικότητα ιδεών και απόψεων ως ανήθικη και αντεθνική. Η κυριαρχία της ιδεολογίας της εθνικοφροσύνης, σε πρακτικό επίπεδο, επέφερε πολλαπλά πλήγματα στο διδασκαλικό σώμα, θέτοντας στο περιθώριο και την ανασφάλεια ένα διόλου ευκαταφρόνητο μέρος του διδασκαλικού κόσμου, καθιστώντας τον κλάδο φοβικό απέναντι στην αλλαγή και περιορίζοντας σημαντικά τα μέσα διεκδίκησης των αιτημάτων του, καθώς οι απεργιακές κινητοποιήσεις θεωρούνταν ασύμβατες με το εκπαιδευτικό επάγγελμα, ακόμα και πράξεις αντεθνικές που διασάλευαν την έννομη τάξη.
Η μελέτη της συνδικαλιστικής δράσης της Ομοσπονδίας στη συγκεκριμένη περίοδο οργανώθηκε σε τέσσερις υποπεριόδους:
Από το 1950-56, όταν επιδιώκεται η «εθνική διασφάλισις της Παιδείας», η ΔΟΕ αυτοϋπονομεύεται ως συνδικαλιστική οργάνωση. «Διακονεί» τον ρόλο του θεματοφύλακα της εθνικοφροσύνης, καλλιεργεί την ταυτότητα του «ήρωα δασκάλου», του «πνευματικού εθνικού εργάτη», του «αδικημένου από την πολιτεία υπαλλήλου», του «αναμορφωτή της υπαίθρου», αδυνατώντας και εξαιτίας αυτών των στοιχείων της ταυτότητας να διεκδικήσει δυναμικά τα αιτήματα του κλάδου.
Στο διάστημα 1957-62, εγκαθιδρύονται τακτικές δυναμικών διεκδικήσεων των αιτημάτων του κλάδου, διαμορφώνονται συντεταγμένα μπλοκ (παρατάξεις) που διεκδικούν την εκπροσώπησή τους στα συνδικαλιστικά όργανα, αλλά και νέες συμμαχίες, με κυρίαρχη αυτή με την ΟΛΜΕ, που τείνει να οδηγήσει στη σύσταση Συνομοσπονδίας Εκπαιδευτικών, ώστε να συγκροτηθεί μια ενιαία, μαζική ομάδα πίεσης που θα διεκδικήσει τα θεμελιώδη συμφέροντα των εκπαιδευτικών της δημοτικής και της μέσης βαθμίδας.
Μια τρίτη διακριτή υποπερίοδος είναι αυτή που αρχίζει το 1963 και ολοκληρώνεται το 1966. Την Ομοσπονδία διαπερνά η μεταρρυθμιστική ευφορία της περιόδου, που είχε εμπνεύσει με την εκπαιδευτική της πολιτική η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, ενώ ο συνδικαλιστικός λόγος επικεντρώνεται στην εκπαιδευτική αλλαγή ως βασική προϋπόθεση της επαγγελματικής και κοινωνικής αναβάθμισης του διδασκαλικού κόσμου και αξιοποιείται για να καταγγελθούν οι προσπάθειες αναστολής της μεταρρύθμισης από τις κυβερνήσεις της αποστασίας.
Προφανώς, σημαντική υποχώρηση στη συνδικαλιστική ωρίμανση της Ομοσπονδίας προκύπτει στην τέταρτη υποπερίοδο, αυτή της επταετούς δικτατορίας. Οι δοτές διοικήσεις της ΔΟΕ αναλώνονται σε πομφόλυγες και φληναφήματα, υποβιβάζουν τον κλάδο σε κόλακα διαττόντων αστέρων της χούντας. Στην περίοδο της δικτατορίας αναδεικνύεται με τον πιο εύγλωττο τρόπο η αναγκαιότητα για ανεξαρτησία και αγωνιστικότητα του συνδικαλιστικού κινήματος των εκπαιδευτικών, ως προϋπόθεση βελτίωσης της θέσης των δασκάλων και της ίδιας της εκπαίδευσης.
Συνοψίζοντας τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της περιόδου 1950-74, μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως το συνδικαλιστικό κίνημα των δασκάλων ως προς τα επαγγελματικά ζητήματα παγιώνει σταδιακά ως θεμελιώδεις θέσεις του την ίση μεταχείριση με τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους και τη θέσπιση ενιαίου μισθολογίου. Στα εκπαιδευτικά ζητήματα κυριαρχούν η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας, η ενδυνάμωση του λαϊκού σχολείου με την επέκταση της διάρκειάς του στα 8 χρόνια και η μεταρρύθμιση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών, ώστε αυτές είτε να ανωτατοποιηθούν είτε να διαρθρωθούν αποτελεσματικότερα ως προς το πρόγραμμα, τη στελέχωση και τη διάρκεια σπουδών. Ωστόσο, μικρή είναι η πρόοδος που συντελείται σε ό,τι αφορά στην ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών, καθώς σε γενικές γραμμές, οι κυβερνήσεις της περιόδου κωλυσιεργούν, εφαρμόζουν παρελκυστική πολιτική και είναι στην ουσία απρόθυμες να ανταποκριθούν στο αίτημα της ίσης μεταχείρισης.

  • ΤΟΜΟΣ Γ 1974-2000, Σήφης Μπουζάκης

Η μεταπολίτευση θα βρει τη ΔΟΕ με τη ‘δοτή’ διοίκηση, η οποία, παρά τη φιλοχουντική της δραστηριότητα με ‘λιβανίσματα’ στους δικτάτορες, ακόμη και μετά την κυπριακή τραγωδία, θα προσπαθήσει με οβιδιακές μεταμορφώσεις να παραμείνει στο πηδάλιο του διδασκαλικού κινήματος. Βέβαια, θα συναντήσει τη σφοδρή αντίδραση των δημοκρατικών δασκάλων και νηπιαγωγών που με σειρά ενεργειών, εντός και εκτός ΔΟΕ, θα αποκαθηλώσουν τη δοτή διοίκηση και θα σηματοδοτήσουν την επιστροφή της ΔΟΕ σε μια δημοκρατική διοίκηση με ελεύθερες εκλογές. Στον αγώνα εναντίον της χουντικής διοίκησης υπό τον Α. Ντόγκα θα πρωταγωνιστήσουν οι δυνάμεις της ΔΑΣΚ υπό τον σημαιοφόρο του αντιδικτατορικού αγώνα και φωτισμένο δάσκαλο, στέλεχος της Χριστιανικής Δημοκρατίας, Νικηφόρο Ζήση.
Στην αντιχουντική ΔΑΣΚ θα ενταχθούν μετά την πτώση της χούντας και στελέχη του δημοκρατικού χώρου, προερχόμενα από τις δυνάμεις του νεοσύστατου ΠΑΣΟΚ και της παραδοσιακής αριστεράς. Η οργανωμένη δράση των δημοκρατικών δασκάλων ενάντια στη χουντική διοίκηση θα αποδώσει καρπούς και η ΔΟΕ με ελεύθερες εκλογές, τον Μάιο του 1975, θα οδηγηθεί στην πρώτη δημοκρατικά εκλεγμένη διοίκηση με πρόεδρο τον Παναγιώτη Καζαντζή. Στο εξής, στην ηγεσία της ΔΟΕ θα κυριαρχήσουν οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς και της Αριστεράς, παραδοσιακής και ανανεωτικής αργότερα, με πρωταγωνιστές, μέχρι την καθιέρωση της απλής αναλογικής, το 1982, τους Παναγιώτη Καζαντζή από τον χώρο τουΚέντρου, Κυριάκο Γεωργιάδη από το ΠΑΣΟΚ και Γιάννη Βαγενά από το ΚΚΕ. 
Τα κυρίαρχα αιτήματα του διδασκαλικού κινήματος μετά την εκλογή δημοκρατικής διοίκησης ήταν, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση των δασκάλων και νηπιαγωγών, η κατάργηση του θεσμού του επιθεωρητή και η καθιέρωση του Σχολικού Συμβούλου, το Ενιαίο Μισθολόγιο -Βαθμολόγιο, τα δημοκρατικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων και, φυσικά, επαγγελματικές και οικονομικές διεκδικήσεις (μισθοί, επετηρίδα, επιδόματα, προαγωγές, μεταθέσεις, ασφαλιστικό, συνταξιοδοτικό κ.λπ.). Τα πάγια αυτά αιτήματα του διδασκαλικού κινήματος θα ικανοποιηθούν από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, μετά το 1981, με την ίδρυση των Παιδαγωγικών Τμημάτων, την κατάργηση των Επιθεωρητών, το Ενιαίο Μισθολόγιο-Βαθμολόγιο, την κατοχύρωση πολιτικών δικαιωμάτων στους δημοσίους υπαλλήλους και την αποκέντρωση της εκπαίδευσης με τον Ν. 1566/ 1985.  
Έτος-τομή στον εκπαιδευτικό συνδικαλισμό αποτελεί το 1982 με την καθιέρωση από το ΠΑΣΟΚ (Υπουργός Εργασίας ο Απόστολος Κακλαμάνης) της απλής αναλογικής, η οποία θα επιτρέψει την αναλογική εκπροσώπηση των παρατάξεων στα ΔΣ της ΔΟΕ, θα οδηγήσει στη μαζικοποίησή της, αλλά, ταυτόχρονα, θα συντελεστεί η παραταξικοποίηση- κομματικοποίησή της εξαιτίας της εξάρτησης των παρατάξεων από τα κόμματα και το κράτος που θα επιδράσουν και στην εσωτερική λειτουργία της ΔΟΕ (κρίση της ΠΑΣΚ το 1985). Μετά την καθιέρωση της απλής αναλογικής στις εκλογικές διαδικασίες της ΔΟΕ, αλλά και στους τοπικούς συλλόγους, θα κάνουν την εμφάνισή τους οι παρατάξεις (ΠΑΣΚ, ΔΑΚΕ, ΔΕΕ σε πρώτη φάση και αργότερα παρατάξεις της ανανεωτικής Αριστεράς και ανεξάρτητα σχήματα). Δρομολογείται μια περίοδος κυριαρχίας των δυνάμεων της ΠΑΣΚ, με πρωταγωνιστικά στελέχη και προέδρους του ΔΣ της ΔΟΕ τον Μενέλαο Παπαχρήστο, τον Χριστόφορο Κορυφίδη, τον Θεοφάνη (Φάνη) Τουλούπη, τον Χαράλαμπο Καλύβα, τον Τάσο Παπαχαραλάμπους και τον Χρήστο Χρήστου. Για ένα μικρό χρονικό διάστημα, 1989/1990, την ηγεσία της ΔΟΕ καταλαμβάνει η ΔΑΚΕ με τον Γιώργο Γούση.
Μετά το 1985 και την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ με την επιβολή περιοριστικών μέτρων, θα προκληθούν αναταράξεις και στο χώρο της ΔΟΕ, αλλά και της ΓΣΕΕ, με διαφοροποιήσεις στελεχών της ΠΑΣΚ και διαγραφές. Αργά, αλλά σταθερά, οι παρατάξεις της ΔΟΕ αρχίζουν να χαλαρώνουν τους δεσμούς τους με το κράτος και τα κόμματα με αποκορύφωση αυτού του απογαλακτισμού τη σύγκρουση της ΔΟΕ, αν και ήταν κυρίαρχη η ΠΑΣΚ με πρόεδρο τον Χρήστο Χρήστου, την περίοδο 1997/1998 με τη μεταρρύθμιση του Γεράσιμου Αρσένη.
Τα θέματα που κυριάρχησαν κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80 και στη δεκαετία του ’90 ήταν, η εφαρμογή του Ν. 1566/1985, η επιμόρφωση με την ίδρυση των ΠΕΚ, η εξομοίωση, η μετεκπαίδευση στα Διδασκαλεία, το ολοήμερο σχολείο, η επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης και, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, η αντίδραση με συνεχείς κινητοποιήσεις ενάντια στη μεταρρύθμιση Αρσένη, με σημεία σύγκρουσης την αξιολόγηση (Σώμα Μονίμων Αξιολογητών), την κατάργηση της επετηρίδας, τη σύνδεση του λυκείου με το πανεπιστήμιο, τα Προγράμματα Σπουδών Επιλογής κ.ά.

  • ΤΟΜΟΣ Δ 2000-2022, Δημήτρης Χαραλάμπους

Η περίοδος 2000-2022 διαιρείται σε δύο υποπεριόδους. Η πρώτη (2000-2010) εμπίπτει στην ύστερη μεταπολίτευση που χαρακτηρίζεται από μια ορισμένη κοινωνική ευημερία, ενώ η δεύτερη (2010-2022) είναι ταυτισμένη με το οριστικό τέλος του κύκλου της μεταπολίτευσης, τη βαθιά κοινωνικο-οικονομική και πολιτικο-ιδεολογική κρίση και, τέλος, την εκδήλωση της πανδημίας.
Η ΔΟΕ λειτουργεί καθ’ όλη την περίοδο ως πολιτικό υποκείμενο, διαλέγεται με το κράτος και τα κόμματα και προωθεί τα συμφέροντα τόσο των εκπαιδευτικών, που εκπροσωπεί θεσμικά, όσο και της δημόσιας εκπαίδευσης γενικότερα. Ως συλλογικότητα εκπροσώπησης συμφερόντων διατυπώνει, κατά την περίοδο 2000-2010, επαγγελματικά αιτήματα (40% αύξηση στους μισθούς εντός τριετίας, 1.400€ καθαρές μηνιαίες αποδοχές για τους νεοδιόριστους, ενσωμάτωση επιδομάτων στον βασικό μισθό, μαζικοί μόνιμοι διορισμοί, εξίσωση του διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας με αυτό της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κτλ.) και εκπαιδευτικά, όπως η συνεχής και επαναλαμβανόμενη επιμόρφωση, διαφάνεια και αξιοκρατία στις επιλογές των στελεχών, βελτίωση του ολοήμερου σχολείου, αναλογίες εκπαιδευτικών-μαθητών 1:20 στα δημοτικά σχολεία, 1:15 στα νηπιαγωγεία, 5% του ΑΕΠ υπέρ της παιδείας κ.ά.
Ωστόσο, η ισοπεδωτική κρίση της περιόδου 2010-2022, θα στερήσει παντελώς κάθε αντικειμενική προοπτική υλοποίησης των σημαντικότερων αιτημάτων της ΔΟΕ. Η μεγαλύτερη κατάκτηση της περιόδου 2000-2022 είναι η θέσπιση, σε δύο φάσεις (2006, 2018), της δίχρονης υποχρεωτικής και δημόσιας προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης, ενώ η πλέον ηχηρή απώλεια -πέρα από την οικονομική καταβαράθρωση- είναι η ακύρωση του ιστορικού θεσμού των Διδασκαλείων και της μετεκπαίδευσης.
Παράλληλα, η ΔΟΕ απορρίπτει την ανάμιξη του ιδιωτικού ή αυτοδιοικητικού παράγοντα στη δημόσια εκπαίδευση, ανθίσταται σε ιδέες ή απόπειρες ιδιωτικοποίησης τομέων της εκπαίδευσης, υπερασπίζεται το δικαίωμα των εκπαιδευτικών για μόνιμη και σταθερή εργασία, αγωνίζεται για τον πολλαπλασιασμό των θέσεων εργασίας και την ικανοποιητική στελέχωση των σχολείων, ασκεί κριτική για τις ευέλικτες σχέσεις εργασίας και στο χώρο της εκπαίδευσης (αναπληρωτές, ωρομίσθιοι), υπερασπίζεται εκπαιδευτικούς που αδίκως διώκονται, ενώ αναλαμβάνει καθοδηγητικό και προστατευτικό ρόλο όταν πραγματοποιούνται κινητοποιήσεις ‘ανυπακοής’ και ψέγει στελέχη της εκπαίδευσης για απαράδεκτες συμπεριφορές έναντι των υφισταμένων τους.
Παρά τις δεδομένες συνάψεις των παρατάξεων της ΔΟΕ με πολιτικά κόμματα ή πολιτικά ρεύματα, η σκληρή αντιμετώπιση της Οργάνωσης και των αιτημάτων της από τις κυβερνήσεις της περιόδου 2000-2010 θα αυξήσει τη δυσφορία και τα φαινόμενα διαμαρτυρίας, με αποκορύφωμα τη μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της ΔΟΕ, τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2006, διάρκειας 42 ημερών. Η κρίση της περιόδου 2010-2022 θα διαβρώσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της Οργάνωσης με το υπουργείο Παιδείας, αλλά και το όλον πολιτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί αποφασιστικά ο βαθμός χειραφέτησης των παρατάξεων –και κατ’ επέκταση και της ΔΟΕ- από τουςομόλογους κομματικούς σχηματισμούς.
Συνολικά, οι σχέσεις της Οργάνωσης με το υπουργείο Παιδείας,καθ’ όλη την περίοδο 2000-2022, υπήρξαν περισσότερο συγκρουσιακές και λιγότερο συνεργατικές, ενώ το ζήτημα που γεννούσε τις πιο ισχυρές και παρατεταμένες εντάσεις ήταν αυτό της αξιολόγησης. Οι πολιτικές-κομματικές σκοπιμότητες μπροστά στα ζέοντα προβλήματα του διδασκαλικού κόσμου αρχίζουν να υποχωρούν, συγκριτικά με το παρελθόν και τίθενται σε προτεραιότητα τα καλώς νοούμενα συμφέροντα των εκπαιδευτικών και της δημόσιας εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα, βέβαια, η κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, σε συνδυασμό και με την κρίση, αποδυναμώνουν τη θέση και την επιρροή της ΔΟΕ ως θεσμικού συνομιλητή του κράτους, ενώ οι κλαδικές διαμαρτυρίες αποδεικνύονται αναποτελεσματικές για την ανακοπή των μνημονιακών πολιτικών. Γι’ αυτό η ΔΟΕ θα προσανατολιστεί περισσότερο στη συμμετοχή της σε ευρύτερα σχήματα διαμαρτυρίας (σύμπηξη «πανεκπαιδευτικού μετώπου», ΑΔΕΔΥ, ΑΔΕΔΥ και ΓΕΣΕΕ), δεδομένου και του γεγονότος ότι η οικονομική δυσπραγία, η αυστηροποίηση του δημοσιο-υπαλληλικού κώδικα και οι αναποτελεσματικές διαμαρτυρίες του συνδικαλιστικού κινήματος έναντι των μνημονιακών πολιτικών, τροφοδοτούν την τάση αποστασιοποίησης της βάσης των εκπαιδευτικών από την Οργάνωση και την απροθυμία τους για συμμετοχή σε κινητοποιήσεις.
Η ΔΟΕ, κατά την περίοδο 2000-2022, παραμένει σταθερά τοποθετημένη στο «δημοκρατικό τόξο» και αποκρούει με κάθετο τρόπο τις ακροδεξιές εκφάνσεις είτε στο εσωτερικό της, είτε γενικότερα στην εκπαίδευση και το πολιτικό πεδίο. Υπερασπίζεται το δικαίωμα των παιδιών των προσφύγων για εκπαίδευση, την ισότητα εκπαιδευτικών ευκαιριών, δηλώνει την αλληλεγγύη της σε εργαζόμενους, οργανώσεις και κινήματα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, εγγράφει αξιόλογη κοινωνική προσφορά και αποδίδει έμφαση στις ευρωπαϊκές και διεθνείς της σχέσεις και συμμετοχές. Τέλος, κατά περίοδο της πανδημίας, τόσο η Οργάνωση όσο και οι μάχιμοι εκπαιδευτικοί θα υπερβούν εαυτούς προκειμένου να μην διακοπεί η μαθησιακή διαδικασία, χωρίς, ωστόσο, να έχουν πάντοτε ως αυτονόητο σύμμαχό τους το υπουργείο Παιδείας.

Share.

Comments are closed.