Ήταν 7 Σεπτεμβρίου του 1999. Οι διακοπές είχαν τελειώσει, το καλοκαίρι ήταν παρελθόν και οι κάτοικοι της Αθήνας προσπαθούσαν να προσαρμοστούν σε συνθήκες φθινοπώρου και έναρξης σχολείων. Και ξαφνικά χτύπησε από τα έγκατα της γης ένας ισχυρός σεισμός που αναστάτωσε την πρωτεύουσα.
Τα 15 δευτερόλεπτα που κλόνισαν την αντοχή της Αθήνας, ξυπνώντας στους παλαιότερους μνήμες του 1981, ήταν σηματοδοτούσαν τον δεύτερο πιο φονικό σεισμό στην Ελλάδα μετά εκείνον του 1953 στα νησιά του Ιονίου. Απολογισμός; Έχασαν τη ζωή τους 143 άνθρωποι από την κατάρρευση 11 κτιρίων.
Ο σεισμός χτύπησε στις 3 παρά τέσσερα λεπτά το μεσημέρι της Τρίτης, 7 Σεπτεμβρίου, και είχε για επίκεντρο ένα σημείο στους πρόποδες της Πάρνηθας, κοντά στο Μενίδι και τα Άνω Λιόσια. Η ισχύς του ήταν 5,9 βαθμοί της κλίμακας Ρίχτερ, και το εστιακό βάθος του λιγότερο από 10 χιλιόμετρα, γεγονός που έκανε το χτύπημα στην πόλη τόσο φονικό.
Μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου του 1999 το σημείο που έδωσε τον σεισμό εθεωρείτο ακίνδυνο. Βρισκόταν μεν κοντά σε σεισμική ζώνη – αυτήν του Κορινθιακού Κόλπου που είχε δώσει και τον προηγούμενο μεγάλο σεισμό της Αθήνας το 1981, με τα 20 θύματα- αλλά εντός του λεκανοπεδίου της Αττικής, που οι σεισμολόγοι το θεωρούσαν ασεισμικό.
Οι βαριές πληγές που άφησε ο σεισμός στην πόλη συνοψίζονται στα εξής βασικά σημεία:
- 000 οικογένειες έμειναν προσωρινά άστεγες, 6.000 οικογένειες διέμεναν σε κτίρια που κατέρρευσαν ή έπρεπε να κατεδαφιστούν.
Το τμήμα του πληθυσμού που επηρεάστηκε περισσότερο ζούσε στην περιοχή όπου παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη ένταση και ανέρχεται σε 150.000 κατοίκους. - Στους τέσσερις δήμους (Άνω Λιόσια, Φυλή, Αχαρνές και Θρακομακεδόνες), οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο το 10% και 40% των κατοικιών χαρακτηρίστηκαν ως κόκκινα και κίτρινα κτίρια αντίστοιχα.
- Σε άλλους δήμους του Λεκανοπεδίου, τα ποσοστά των κόκκινων και των κίτρινων αντίστοιχα ήταν σημαντικά μικρότερα, 3% και 5.2% αντίστοιχα.
- Τα κτίρια της Αττικής κατά την περίοδο του σεισμού ανέρχονταν σε 650.000 και στην Αθήνα ζούσε το 35% του πληθυσμού της Ελλάδας. Ο σεισμός έπληξε το 7% των κτιρίων αυτών.
- Τα κτίρια που υπέστησαν βλάβες κατά το σεισμό του 1999 ήταν τετραπλάσια του 1981.
Το εργοστάσιο της Ρικομέξ
Οι πιο τραγικές στιγμές εκτυλίχθηκαν στα σημεία όπου ήταν συγκεντρωμένοι περισσότεροι άνθρωποι. Από τον σεισμό κατέρρευσαν τρία εργοστάσια, μεταξύ των οποίων εκείνο της Ρικομέξ. Στο μοιραίο κτήριο, με τις άπειρες κακοτεχνίες, έχασαν την ζωή τους 39 άνθρωποι. 8 σκοτώθηκαν στα γραφεία της Φαράν, 3 στο εργοστάσιο Φιλοπλάστ και 6 στο εργοστάσιο της ΒΙΟΚΥΤ. Άλλοι 7 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους στην οικοδομή της οδού Πίνδου στη Νέα Φιλαδέλεια και 16 στην πολυκατοικία της οδού Ψυχάρη, στη Μεταμόρφωση.
Η περίπτωση Ρικομέξ που μετατράπηκε σε μια μακροχρόνια δικαστική υπόθεση με τους συγγενείς των θυμάτων να ζητούν αποζημιώσεις από τον κατασκευαστή του κτηρίου έχει μείνει σε όλους μας ως η πιο μεγάλη ουλή από εκείνο το σεισμό. Όχι μόνο γιατί στο εργοστάσιο του Μενιδίου χάθηκαν οι πιο πολλές ψυχές, αλλά γιατί αυτό που συνέβη στη συνέχεια κατέδειξε τόσα και τόσα αρνητικά της σύγχρονης Ελλάδας: Τις καθυστερήσεις των δικαστηρίων και των δημοσίων υπηρεσιών.
Τελικά η εταιρεία κήρυξε πτώχευση το 2004. Από την εκδίκαση της υπόθεσης το 2007, από τους 33 κατηγορούμενους για την κατάρρευση του εργοστασίου όλοι απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες με ασαφή αιτιολογία. Σε συγγενείς θυμάτων δόθηκαν αποζημιώσεις που 17.000 ευρώ για νεκρό αδελφό, 30.000 ευρώ για νεκρό γονιό και 40.000 ευρώ για κάθε νεκρό παιδί.
Το Μάιο του 2010 αποφασίστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι η Νομαρχία έχει αυτοτελείς ευθύνες, καθώς δεν διενήργησε σωστά τους προληπτικούς και κατασταλτικούς ελέγχους στην κατασκευή του εργοστασίου και έπρεπε να αποζημιώσει τις οικογένειες των θυμάτων με 18 εκατομμύρια ευρώ. Τελικά το 2012 αποφασίστηκε από το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής η καταβολή 13 εκατομμυρίων ευρώ σε συγγενείς των θυμάτων από τους πόρους της περιφέρειας.