Προχθες την Πέμπτη 7/4/2022, ο Γραμματέας του ΚΙΝΑΛ, Μανώλης Χριστοδουλάκης παρεβρέθη στο Delphi Economic Forum VII, και συμμετείχε σε συζήτηση γύρω από την ενότητα που αφορά στους νέους, τη συμμετοχή, τη δημοκρατία και τον δημόσιο διάλογο, υπό τον τίτλο: «Youth & Democracy: Upgrading Greece’s political discourse»
Αναλυτικά η τοποθέτηση του κ. Χριστοδουλάκη
Γιατί αποφασίσατε να ασχοληθείτε ενεργά με την πολιτική, την κοινωνική δράση, και κατά τη γνώμη σας, τι πρέπει να αφήσετε πίσω σας από τις προηγούμενες γενιές για να πάμε μπροστά; Ποιο είναι το αρνητικό που έχετε διακρίνει και δίνετε αγώνα για να το ξεπεράσετε;
Ανήκουμε σε μία γενιά οι οποία μεγάλωσε με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις. Ζήσαμε ως παιδιά την Ελλάδα των Ολυμπιακών Αγώνων, της οικονομικής ανάπτυξης, της ευημερίας. Και μέσα σε αυτό το περιβάλλον χτίσαμε τα δικά μας όνειρα, με πολύ υψηλές προσδοκίες, για μία ζωή στρωμένη, χωρίς εμπόδια και δυσκολίες.
Και όταν ενηλικιωθήκαμε, γίναμε η γενιά της κρίσης. Είδαμε όλα όσα ονειρευτήκαμε, όλες μας τις προσδοκίες να καταρρέουν, είδαμε τους φίλους μας, τους συμφοιτητές να φεύγουν στο εξωτερικό, από ανάγκη και όχι από επιλογή. Και σε πολιτικό επίπεδο, είδαμε μία ολόκληρη γενιά ανθρώπων να επιλέγει να απέχει από τα κοινά, είδαμε να στρέφεται στα άκρα, να τους θεωρεί όλους ίδιους, να ισοπεδώνει, να αντιδρά. Για λόγους που μπορεί να μην συμφωνείς, αλλά σίγουρα καταλαβαίνεις. Και κυρίως να θεωρεί ότι μέσα από την πολιτική δεν μπορούσε να λύσει τα προβλήματα της.
Μία γενιά που μπορεί εξ αυτών να φαίνεται ως «απολιτίκ», αλλά δεν είναι. Έχει προβλήματα σοβαρά, έχει προβληματισμούς, έχει ευαισθησίες, έχει και συλλογική συνείδηση. Την είδαμε να πρωτοστατεί στο meToo, στα κινήματα για την κλιματική κρίση, για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ.
Εγώ, λοιπόν, είμαι της άποψης, πως όταν βλέπεις γύρω σου όλα αυτά που θέλεις να αλλάξουν, έχεις πάντα δύο επιλογές. Ή να περιμένεις κάποιον άλλον να το κάνει για σένα, παραμένοντας στο ρόλο του απογοητευμένου «καταγγέλλοντα», ή να γίνεις και εσύ μέρος της αλλαγής που θες να φέρεις. Εγώ επέλεξα το δεύτερο, και με ένα πρόσθετο κίνητρο, να προσπαθήσουμε μέσα από το προσωπικό μας παράδειγμα, να εμπνεύσουμε και να πείσουμε τη γενιά μας να πάρεις της ζωή της στα χέρια της.
Τι πρέπει να παλέψουμε να αφήσουμε πίσω;
Εγώ νομίζω πως το πρώτο είναι αυτή η έμφυτη ροπή που έχουμε προς το διχασμό. Μία χώρα που σε κάθε κρίση διαιρείται στα δύο. Που έχει μάθει διαρκώς να βρίσκει τους εχθρούς, να ετεροπροσδιορίζεται, να φτιάχνει στρατόπεδα. Να οξύνει διαρκώς και να πολώνει.
Φυσικά και όλοι έχουμε την άποψη μας, τη διαφορετική μας προσέγγιση, άλλο πρόσημο ή άλλες προτεραιότητες. Ο πλουραλισμός αυτός είναι ο πλούτος της δημοκρατίας. Αλλά, με την ανάγκη να συντίθεται τελικά για να βρίσκει λύσεις. Γιατί τα προβλήματα είναι κοινά. Πρέπει, λοιπόν, να μάθουμε να συνεννοούμαστε, και να επιλέξουμε αντί για αρεστοί να είμαστε χρήσιμοι.
Και αυτό είναι και το πρώτο μήνυμα στη νέα γενιά, ότι έχει νόημα να ενταχθεί, να συμμετάσχει, να προσφέρει.
Και για να κλείσω αισιόδοξα, ο Τόλκιν είπε: «Not all who wander are lost». Και η γενιά μας περιπλανήθηκε, γύρισε, έμαθε, είδε, γνώρισε, βρήκε εμπόδια, αλλά και τρόπους να τα ξεπερνάει, πάλεψε. Άρα σίγουρα δεν είναι μία γενιά χαμένη. Ίσα ίσα, είναι και πολύ δυνατή.
Μέσα στη δραματική συγκυρία του πολέμου, αν κάτι έχουμε καταλάβει από τη δημοκρατία μας είναι το πώς διαχειρίζεται και υπερβαίνει τις κρίσεις. Σήμερα ο κόσμος αλλάζει. Θα μιλάμε – ή αν θέλετε ήδη μιλάμε – για την εποχή προ του πολέμου και την εποχή μετά, πριν από την 24η Φεβρουαρίου και μετά. Μπροστά σε αυτό το αναπάντεχο και τραγικό γεγονός, πάλι φαινόμαστε διχασμένοι. Εσείς τι λέτε;
Το πρώτο σημείο καμπής είναι όντως η 24η Φεβρουαρίου. Γιατί οριοθέτησε δύο κεντρικά διλήμματα. Το πρώτο είναι απλό. Είμαστε με τη στρατηγική του αναθεωρητισμού, των «ιστορικών λαθών», της αμφισβήτησης διεθνών συμβάσεων, ακόμα και συνόρων; Ή είμαστε με το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες, την ειρηνική επίλυση των διαφορών; Προφανώς με το δεύτερο, και πρέπει να το πούμε. Καθαρά, χωρίς αστερίσκους και «ναι μεν αλλά».
Και το δεύτερο, μεταξύ δημοκρατίας και καθεστωτισμού. Είμαστε με τη δημοκρατία. Και επίσης πρέπει να το πούμε. Ξανά χωρίς αστερίσκους και προϋποθέσεις.
Άρα, λοιπόν, το πρώτο που πρέπει να μάθουμε από την τραγική συγκυρία του πολέμου, είναι ότι πρέπει να παίρνουμε θέση, να μην γυρνάμε το κεφάλι από την άλλη, να λέμε ότι είναι μακριά, ότι δεν μας αφορά, ότι «εντάξει μωρέ, κρίμα, αλλά». Γιατί ισχύει ότι η δημοκρατία δοκιμάζεται στην πράξη, κάθε μέρα, από τα πολύ μικρά μέχρι τα μεγάλα.
Και γιατί αν δεν το κάνουμε ομόθυμα, θα υπάρξει και το δεύτερο σημείο καμπής. Που είναι η σφαγή στην Μπούσα. Οι εκτελεσμένοι δεμένοι πισθάγκωνα, ο εξευτελισμός του ανθρώπου και της ζωής. Τα νέα εγκλήματα πολέμου, που είναι η ένδειξη ότι δεν πήραμε τα μαθήματα που έπρεπε να πάρουμε από τα λάθη των προηγούμενων γενιών. Και ότι η δημοκρατία έχει πολύ δουλειά ακόμα μπροστά της.
Και όλα αυτά, είναι ένα ηχηρό καμπανάκι. Πρώτα από όλα για την Ευρώπη.
Μία Ευρώπη εγκλωβισμένη στη γραφειοκρατία της, απαξιωμένη γεωπολιτικά, παγιδευμένη στη λογική του εθνικού απομονωτισμού.
Που, όμως, για να μην τα ισοπεδώνουμε όλα, πήρε θέση. Και την πήρε με κόστος. Για την οικονομία της, για την ευημερία της, για τους πολίτες της. Πήρε θέση ξέροντας ότι θα πληρώσει τίμημα. Και αυτό δείχνει αντανακλαστικά και ωριμότητα.
Φτάνει; Όχι. Είναι όμως ένα πρώτο βήμα. Επόμενο, να περάσουμε από τη συγκυριακή ενιαία διαχείριση των κρίσεων, όπως έγινε ή θα έπρεπε να γίνει στην πανδημία, στον πόλεμο και την εξωτερική πολιτική και ασφάλεια, στο προσφυγικό, στην συνολική πολιτική της ομογενοποίηση. Στην αλλαγή του μοντέλου αντιπροσώπευσης της. Στην ομοσπονδοποίηση της.
Και όταν κάποιοι βάζουν τεχνητά διλήμματα, ανάμεσα στην οικονομία, την ανάπτυξη, την αποτελεσματικότητα, την ευημερία ή τη δημοκρατία, εμείς να ξεκινάμε από τη δημοκρατία. Γιατί αν δεν υπάρχει αυτή, τότε και όλα τα υπόλοιπα δεν θα αφορούν τους πολλούς.
Θέλουμε μέσα σε ένα λεπτό την δική σας πρόταση για να γίνουμε καλύτεροι ως κράτος και πολιτεία. Αν εστιάζατε σε ένα θέμα εσείς, που αύριο το πρωί, μπορούσατε να αλλάξετε και να επιβάλλετε, ποιο θα ήταν αυτό;
Το βασικό θέμα, νομίζω, που θα διάλεγα εγώ είναι η αξιοκρατία. Γιατί σήμερα η Ελλάδα, έχει ένα τεράστιο πνευματικό κεφάλαιο στο εξωτερικό, λόγω του brain drain. Και το βασικό της στοίχημα, είναι πως θα μπορέσει όλα αυτά τα παιδιά που έφυγαν, να τα πείσει να επιστρέψουν πίσω.
Αυτά τα παιδιά, ναι, θέλουν καλές δουλειές, θέλουν αξιοπρεπείς αμοιβές, θέλουν ευκαιρίες να δημιουργήσουν, να επιχειρήσουν.
Αλλά θέλουν και κάτι άλλο. Να αισθάνονται πως για να πάνε μπροστά, να πετύχουν στη ζωή τους, το μόνο που χρειάζεται και επαρκεί, είναι η δική τους προσπάθεια, ο κόπος, οι ικανότητες τους, ο αγώνας για βελτίωση. Και όχι, το μέσο, η γνωριμία, η επαφή.
Και αυτό οφείλουμε να τους το δώσουμε.
Το Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Παίδων επισκέφθηκε το πρωί του Σαββάτου 21 Δεκεμβρίου αντιπροσωπεία της περιφερειακής παράταξης…
Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2025, ο Πρωθυπουργός παρουσίασε το μεγάλο αφήγημα της ΝΔ…
Χθες, την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου, την πιο μικρή μέρα του χρόνου με το μεγαλύτερο…
Ο Δήμος Αθηναίων, θέλοντας να δώσει την ευκαιρία στις μαθήτριες και τους μαθητές να απολαύσουν…
Μια καταιγίδα οργής της ακροδεξιάς άναψε σε όλη την Ευρώπη το βράδυ της Παρασκευής, αφού…
Η Χαμάς και δύο ακόμη παλαιστινιακές οργανώσεις (ο Ισλαμικός Τζιχάντ και το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση…