«Οι συνεχιζόμενες διώξεις εναντίον του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, Ανδρέα Γεωργίου, δεν αποτελούν μόνο αποτελούν πλήγμα για την εικόνα της Ελλάδας διεθνώς, αλλά και αναδεικνύουν πόσο εύκολα ένας δημόσιος λειτουργός που προσπαθεί να κάνει το καθήκον του μπορεί να πιαστεί στον ιστό μιας καφκικής πραγματικότητας» επισημαίνει σε ανάρτησή του ο πρώην πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου.
Αναλυτικά στην δήλωσή του ο Γιώργος Παπανδρέου αναφέρει:
«Οι συνεχιζόμενες διώξεις εναντίον του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, Ανδρέα Γεωργίου, δεν αποτελούν μόνο αποτελούν πλήγμα για την εικόνα της Ελλάδας διεθνώς, αλλά και αναδεικνύουν πόσο εύκολα ένας δημόσιος λειτουργός που προσπαθεί να κάνει το καθήκον του μπορεί να πιαστεί στον ιστό μιας καφκικής πραγματικότητας, υπό το πρίσμα της οποίας, αναδύεται ο απόλυτος παραλογισμός μιας κατάστασης πραγμάτων που χαρακτηρίζουν το δημόσιο βίο.
Οι διώξεις αυτές, έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι οι αιτίες που οδηγούν τη χώρα σε συνεχείς κρίσεις και την καθιστούν αδύναμη και ανίκανη να οικοδομήσει μια βιώσιμη και κυρίως απαλλαγμένη από τις χρόνιες παθογένειες πορεία προς το μέλλον, παραμένουν παρούσες, με τις γνωστές επί δεκαετίες δραματικές επιπτώσεις για τη χώρα και τους Έλληνες.
Το πελατειακό πολιτικο-οικονομικό κατεστημένο και τα εξωθεσμικά παρακλάδια του, αφού δεν μπόρεσαν να καταδικάσουν τον Ανδρέα Γεωργίου, όπως επιδίωκαν, τον κυνήγησαν γιατί δεν ζήτησε την έγκριση του συμβουλίου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής πριν κοινοποιήσει στην Eurostat τα αναθεωρημένα στατιστικά στοιχεία του 2009 και γιατί ένα στέλεχος της ΕΛΣΤΑΤ θεώρησε ότι τον δυσφημεί σε μια ανακοίνωση Τύπου.
Για την ιστορία, η απόφαση για παράβαση καθήκοντος, προσκρούει στον Κώδικα Ορθής Πρακτικής των Ευρωπαϊκών Στατιστικών, που ορίζει ότι η κατάρτιση και ανακοίνωση των στατιστικών στοιχείων είναι «αποκλειστική αρμοδιότητα» του προέδρου κάθε στατιστικής αρχής και η καταδίκη του Γεωργίου για «απλή» δυσφήμιση, παραβιάζει το δικαίωμα του στην ελευθερία του λόγου, δικαίωμα που προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την οποία η Ελλάδα έχει επικυρώσει. Επίσης, αντιβαίνει στην υποχρέωση του προέδρου κάθε στατιστικής αρχής να υπερασπίζεται δημόσια τα στοιχεία που καταρτίζει, σύμφωνα με τον Κώδικα Ορθής Πρακτικής των Ευρωπαϊκών Στατιστικών.
Η σιωπή του μεγαλύτερου μέρους του πολιτικού συστήματος της χώρας για την υπόθεση αυτή, αποτελεί ουσιαστικά, επιβράβευση των αντιλήψεων, των νοοτροπιών και των συμπεριφορών, που ευθύνονται για την απαξίωση της πολιτικής στα μάτια των πολιτών, και παράλληλα ενισχύει τις ακραίες εκείνες φωνές και πρακτικές που συμβάλουν στην λειτουργία μιας κοινωνίας ευάλωτης στη συνωμοσιολογία και τις αντιεπιστημονικές δοξασίες.
Απόδειξη τρανή αυτής της κατάστασης και μαζί, ένδειξη των στρεβλώσεων που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και των θεσμών, το γεγονός ότι, ακόμη και για τα μείζονα ζητήματα του καιρού μας, όπως σε αυτά της κλιματικής κρίσης και της πανδημίας, στο δημόσιο διάλογο κυριαρχούν τα λάθος διλήμματα και οι λάθος και αδιέξοδες αντιπαραθέσεις αντί για έναν ουσιαστικό, γόνιμο και δημιουργικό διάλογο για την πορεία προς το μέλλον και την αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων που έχουμε μπροστά μας.
Ωστόσο, υπάρχει και μια παράμετρος, η οποία συνδέεται ευθέως με τα προαναφερθέντα, και αφορά και τη σημερινή Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό, γιατί όπως και οι προηγούμενοι στη διακυβέρνηση της χώρας, ενώ ψηφίζουν προϋπολογισμούς οι οποίοι στηρίζονται στα στοιχεία της περιόδου Γεωργίου, εντούτοις ποιούν την νήσσαν όσον αφορά τις συνεχιζόμενες διώξεις εναντίον του.
Τώρα όμως, οι εξελίξεις στην υπόθεση αυτή και ο κίνδυνος να κατασχεθεί το σπίτι στο οποίο διαμένει η μητέρα του Ανδρέα Γεωργίου, εγείρουν, πέραν της ηθικής παραμέτρου και μια ακόμη, που αφορά τη στάση της Κυβέρνησης απέναντι στο μήνυμα που εκπέμπεται, σύμφωνα με το οποίο, όποιος δημόσιος λειτουργός κάνει το καθήκον του, τιμωρείται.
Πώς απαντά η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός σε αυτό το απαράδεκτο μήνυμα;
Η σιωπή, δεν αποτελεί απάντηση.
Ο κύκλος της υποκρισίας και της ανομίας, πρέπει να σπάσει.
Η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός οφείλουν μια καθαρή θέση.
Θα συνεχίσουν να πολιτεύονται και να υπολογίζουν τα δημόσια οικονομικά με βάση τα στοιχεία της περιόδου Γεωργίου, αλλά αυτήν την πραγματικότητα να την αποκρύπτουν και να υποκρίνονται ή θα αποκαταστήσουν επιτέλους την αλήθεια;
Αν η κυβέρνηση, όπως και οι ηγεσίες των άλλων κομμάτων θεωρούν ότι, τα στατιστικά στοιχεία της περιόδου Καραμανλή ήταν τα σωστά, τότε έναν δρόμο έχουν: να καταγγείλουν την Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να ζητήσουν την ακύρωση του προγράμματος της βοήθειας και να επιστρέψουν τα χρήματα του προγράμματος, αφού προφανώς, δεν τα έχουμε ανάγκη και απλώς μας υποχρέωσαν να τα πάρουμε.
Αλλιώς, θα παραμένουν και πολιτικά έκθετοι, αλλά και υπόλογοι, έναντι του δημοσίου συμφέροντος.
Η τακτική της κατασκευής εξιλαστήριων θυμάτων για όλα τα δεινά που ταλανίζουν τη χώρα και τους Έλληνες επί δεκαετίες, τακτική που ακολουθήθηκε από όλες τις κυβερνήσεις και τα περισσότερα πολιτικά κόμματα την τελευταία δεκαετία, με ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτό του Ανδρέα Γεωργίου, είναι και άδικη και αήθης, δεν συνάδει με τη λειτουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας, αλλά παραπέμπει σε πρακτικές που χαρακτηρίζουν αυταρχικές αντιλήψεις.
Αν δεν κλείσει αυτός ο απαράδεκτος κύκλος, αν δεν αλλάξουμε αντιλήψεις και συμπεριφορές αυτού του τύπου, δεν υπάρχει βιώσιμη διέξοδος και προοπτική για τη χώρα και τους Έλληνες.»