Συζητάμε για την κρίση, την υγειονομική. Και η συζήτηση και η ελπίδα όλων μας, πάντα καταλήγει στο «πότε επιτέλους θα πάρουμε τις ζωές μας πίσω», πότε θα τελειώσει η πανδημία. Τι χάνουμε; Ότι με το τέλος της πανδημίας δεν τελειώνει και η κρίση. Γιατί, δυστυχώς, μετά από αυτήν, θα αντικρίσουμε και το πραγματικό εύρος των οικονομικών και κοινωνικών της επιπτώσεων.
Και εδώ προκύπτει το επόμενο ερώτημα. Μετά από 10 χρόνια σωρευμένης κρίσης, είναι η κατάσταση αναστρέψιμη; Η απάντηση είναι ναι, αλλά με προϋποθέσεις. Και οι προϋποθέσεις αυτές αφορούν πρωτίστως το Ταμείο Ανάκαμψης, ίσως την τελευταία – και σίγουρα τη μεγαλύτερη – ευκαιρία και πρόκληση της χώρας, για την μετά covid εποχή.
Προϋπόθεση πρώτη, η όποια επανεκκίνηση να μη γίνει πάνω σε ερείπια. Και αυτό αφορά σε άμεσα και εμπροσθοβαρή μέτρα στήριξης της πραγματικής οικονομίας, με όρους διαχείρισης του υπέρογκου ιδιωτικού χρέους σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας με ρήτρα απασχόλησης για να αποτρέψουμε τις μαζικές απολύσεις και την κοινωνική αποσάθρωση, κίνητρα και μέτρα για τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας κρίσιμων τομέων και πυλώνων για την εθνική οικονομία. Όλα αυτά, στην ευνοϊκή δημοσιονομικά συγκυρία της απουσίας περιορισμών μέχρι και το 2022, του χαμηλότοκου κρατικού δανεισμού λόγω της εγγύησης της ΕΚΤ, αλλά και του μαξιλαριού των 30 δις που προέκυψε από την υπερφορολόγηση των Ελλήνων πολιτών και των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Προϋπόθεση δεύτερη, να αντιληφθούμε ότι τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, και το πρόγραμμα αξιοποίησης τους, ξεπερνά την κυβερνητική θητεία της ΝΔ. Όχι μόνο χρονικά, αλλά και ουσιαστικά. Και ακριβώς για αυτόν το λόγο, δεν έχει κανείς λευκή επιταγή να τα διαχειριστεί όπως ο ίδιος κρίνει. Γιατί αφορούν το μέλλον της χώρας, την προοπτική της νέας γενιάς, τα όνειρα και τις ελπίδες μας. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, η διαμόρφωση του εθνικού σχεδίου να προκύψει μέσα από διαδικασίες ευρύτερων συναινέσεων, διεκδικώντας κοινοβουλευτικές προγραμματικές συγκλίσεις, στη βάση των τεκμηριωμένων θέσεων και προτάσεων που ο καθένας επιθυμεί να εισφέρει. Ως τη στοιχειώδη συνεισφορά του στην ιστορική καμπή που διέρχεται η χώρα μας, αλλά και ο πλανήτης ολόκληρος.
Προϋπόθεση τρίτη, το πολιτικό πρόσημο του προγράμματος, η κατεύθυνση και η στόχευση του. Που θα ξεκινάει από την αρχή «κανένα ευρώ χωρίς αναπτυξιακή διάσταση, κανένα ευρώ χωρίς κοινωνική ανταποδοτικότητα» και θα εκφράζει την προοδευτική αντίληψη για την επόμενη μέρα της χώρας, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Που θα θέτει ως στόχο μια νέα αντίληψη για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Μιλώντας για την ανάπτυξη με κοινωνική προστασία, μιλώντας για τις ανισότητες που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, μιλώντας για την οικονομία που διασφαλίζει την εργασία. Δίνοντας έμφαση στη μετάβαση στην ψηφιακή και την πράσινη οικονομία. Με προτεραιότητα στις επενδύσεις που θα δίνουν προστιθέμενη αξία στην ελληνική παραγωγή, τεχνολογικά σύγχρονες, οικονομικά βιώσιμες, ανθεκτικές στην ύφεση και με εξαγωγικό προσανατολισμό. Με αιχμές την ενίσχυση της βιομηχανίας, τις νέες μορφές τουρισμού, το μετασχηματισμό, τη δικτύωση και συνεργασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την επένδυση στην σύγχρονη πρωτογενή παραγωγή.
Αντίληψη που θα αποστρέφεται το μοντέλο «εισαγωγές και κατανάλωση», θα στηρίζει τις κοινωνικές υποδομές, θα θεωρεί πως τα μεγάλα έργα δεν σημαίνουν μόνο μεγάλες επιχειρήσεις αλλά και ευκαιρίες για τις μικρομεσαίες, με συμπράξεις και κοινοπραξίες. Που θα θέτει ως στρατηγικό στόχο την πλήρη απασχόληση, την προστασία της με σύγχρονους όρους, μέσα στα νέα δεδομένα των τεχνολογικών εξελίξεων, του αυτοματισμού, της τεχνητής νοημοσύνης.
Και με τελικό στόχο, τα ευρωπαϊκά κονδύλια που μπορούμε να αξιοποιήσουμε για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, τελικά, να αφορούν τους πολλούς.
Ζητούμενο; Ένα ευρύ κοινωνικό μέτωπο, που θα εκφράζει και θα εκπροσωπεί τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, αυτές που μπορούν και θέλουν να πάνε την Ελλάδα ξανά μπροστά. Μαζί με αυτούς που ξέρουν και το έχουν κάνει ξανά.
Μέτωπο που θα περιγράφει την αντίληψη μας για την προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας. Και το σημαντικότερο, που θα μπορεί να πείσει ότι αυτή είναι ένας στόχος ρεαλιστικός, που θέλουμε, και μπορούμε να κάνουμε πράξη.
*Ο Μανώλης Χριστοδουλάκης είναι γραμματέας του Κινήματος Αλλαγής