Δημοκρατική Συνεργασία Εκπ/κών Π.Ε.: Η θέση μας για την εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και το εκπαιδευτικό έργο (ΦΕΚ 140/2021)

0

Το Υπουργείο Παιδείας, για μια ακόμη φορά, εντελώς αιφνιδιαστικά, δύο μόνο ημέρες μετά τη διαβεβαίωση της υφυπουργού Παιδείας Ζωής Μακρή, στη συνάντησή της με τη ΔΟΕ, πως δεν θα υπάρξει κανένας αιφνιδιασμός σε ό,τι αφορά στην αξιολόγηση και πως θα υπάρξει χρόνος για διάλογο, δημοσιοποίησε το ΦΕΚ 140/2021 για την εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων.
Το πρώτο ζήτημα, που ήδη έχει υπάρξει, αφορά στην αξιοπιστία της υφυπουργού Παιδείας, ως θεσμικού συνομιλητή, καθώς είτε δεν γνώριζε τι γίνεται στο υπουργείο είτε έλεγε ψέματα. Ό,τι από τα δύο και να συμβαίνει είναι το ίδιο τραγικό.
Ελάχιστο διάστημα, μετά την αδιαλλαξία του Υπουργείου Παιδείας στο θέμα της εκπροσώπησης των εκπαιδευτικών στα υπηρεσιακά συμβούλια, η οποία, με ευθύνη του, μετατράπηκε σε διαμάχη υπουργείου – εκπαιδευτικών που πήρε χαρακτηριστικά αντίδρασης στη συνολική πολιτική του Υπουργείου στον χώρο της εκπαίδευσης και σε συνάρτηση με τις ανεπίγνωστες ενέργειες της πλειοψηφίας του ΔΣ της ΔΟΕ οδήγησε στην κατάργηση ενός θεσμού εκατό χρόνων, το υπουργείο Παιδείας συνεχίζει την προκλητικά αδιάλλακτη πορεία του, χωρίς να νιώθει την ανάγκη διαλόγου και επικοινωνίας.
Είναι προφανής η αδυναμία της πολιτικής ηγεσίας να αντιληφθεί ότι, με δεδομένα το μεγάλο χρονικό διάστημα που έχει μεσολαβήσει χωρίς καμία αξιολόγηση, την προκατάληψη και τις φοβίες που υπάρχουν για την εφαρμογή του θεσμού, καθώς και το τεράστιο κίνημα λαϊκισμού που διαπερνά την ελληνική κοινωνία και επηρεάζει τους πάντες, για να εφαρμοστεί και ιδιαίτερα για να πετύχει ένα  σύστημα αξιολόγησης πρέπει να συζητηθεί και να τύχει της αποδοχής όλων.
Θεωρούν πως, επειδή περιλαμβανόταν στο προεκλογικό τους κυβερνητικό πρόγραμμα η αξιολόγηση, έχουν τη νομιμοποίηση να φέρουν, χωρίς κανένα διάλογο, όποιο νομοθέτημα θέλουν, θεωρώντας την εκπαίδευση ως κυβερνητικό τους λάφυρο, αδιαφορώντας εάν «κατεδαφίζουν» τις σχέσεις συνεργασίας που οφείλουν να έχουν με τους εκπαιδευτικούς.

Το νομοθέτημα του ΥΠΑΙΘ:

  • Συντηρεί τις δομές διοίκησης και εποπτείας που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, οι οποίες έχουν καταγγελθεί ως αναποτελεσματικές και έχει ζητηθεί η κατάργησή τους από τη ΔΟΕ.
  • Δεν παρέχει καμία υποστήριξη στις σχολικές μονάδες, στους/στις διευθυντές/τριες των σχολείων και στους/στις εκπαιδευτικούς της τάξης. Τα απομακρυσμένα ΠΕΚΕΣ και οι Συντονιστές εκπαιδευτικού έργου, από τις έδρες των Περιφερειών, χωρίς ουσιαστικά να έχουν πραγματική γνώση των συνθηκών που επικρατούν, θα αξιολογήσουν σχολικές μονάδες που απέχουν πολλές ώρες και που στην καλύτερη των περιπτώσεων ίσως επισκεφτούν κάποια φορά για μια «φωτογραφία» στιγμής! Για παράδειγμα, το ΠΕΚΕΣ από τη Λαμία θα αξιολογήσει τις σχολικές μονάδες της κεντρικής Εύβοιας, της περιφέρειας Κύμης – Αλιβερίου και της Καρυστίας, από το Ηράκλειο τα σχολεία όλης της Κρήτης, από τη Σύρο όλα τα σχολεία στις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα κλπ, χωρίς τις περισσότερες φορές να έχουν περάσει ούτε απ’ έξω!
  • Αγνοεί επιδεικτικά τις παραμέτρους που επηρεάζουν την απόδοση της σχολικής μονάδας (προγράμματα σπουδών, βιβλία, κτηριακές υποδομές, εξοπλισμό, επιμόρφωση, χρηματοδότηση, ηγεσία κλπ)
  • Καταστρατηγεί τη βασική αρχή που επιβάλλει η αξιολόγηση να ξεκινήσει «από πάνω προς τα κάτω». Δεν αξιολογούνται το Υπουργείο Παιδείας και οι Διευθύνσεις του (ακόμα περιμένουν τα σχολεία τους φορητούς υπολογιστές και τις ταμπλέτες, ακόμα να ξεκινήσει η επιμόρφωση στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση!!!), δεν αξιολογούνται οι Περιφερειακοί Διευθυντές εκπαίδευσης, δεν αξιολογούνται οι κομματικά διορισμένοι Διευθυντές εκπαίδευσης, δεν αξιολογούνται οι Συντονιστές εκπαιδευτικού έργου και αξιολογούνται οι σχολικές μονάδες που παλεύουν αβοήθητες!
  • Δεν παρέχει πολιτικές υποστήριξης του δημόσιου σχολείου στην κατεύθυνση της εισαγωγής νέων καινοτομιών, της εποπτείας – καθοδήγησης, της επιμόρφωσης. Είναι προφανές πως η κυρία Κεραμέως, που δεν φρόντισε να υπάρχει τίποτα από όλα αυτά στο δημόσιο σχολείο, με την πρώτη ευκαιρία θα εκθειάσει τα ιδιωτικά σχολεία για τις καινοτομίες τους.
  • Δεν εξασφαλίζει κανένα περιθώριο αυτονομίας στη σχολική μονάδα, ώστε να χαράξει εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική με βάση τις ιδιαιτερότητές της, καθώς τα πάντα καθορίζονται κεντρικά (από τα αναλυτικά προγράμματα μέχρι και τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών…) στο πλαίσιο ενός αυστηρά συγκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος.
  • Μετατρέπει μια σχολική διαδικασία σε δημόσιο θέαμα με την ανάρτηση της αξιολόγησης στις ιστοσελίδες των σχολείων. Για ποιο λόγο γίνεται αυτό; Τι εξυπηρετεί; Από πού προκύπτει ότι τα σχολεία είναι υποχρεωμένα να διαθέτουν ιστοσελίδες; Είναι πιθανό, στο πλαίσιο των «κενοτομιών» του Υπουργείου, στη συνέχεια να ζητηθεί να γίνονται οι σχετικές αναρτήσεις και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Twitter κλπ). Εκεί, ο κάθε «ειδικός» θα μπορεί να σχολιάζει και να κρίνει ελεύθερα και η κατηγοριοποίηση να γίνεται με βάση τα likes, γιατί ως γνωστόν αυτή η Κυβέρνηση ακούει δύο πράγματα: τους «ειδικούς» και τους φίλους της υφυπουργού που της τηλεφωνούν για παράπονα!
  • Καθιερώνει την εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων τόσο από τους Συντονιστές Εκπαιδευτικού Έργου (και μάλιστα με δεκάβαθμη κλίμακα αξιολόγησης στην τεκμηριωμένη αποτίμηση των λειτουργιών του σχολείου ανά θεματικό άξονα) όσο και από τα ΠΕΚΕΣ, με τελικό αποδέκτη την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.).
  • Εμφανίζει τέτοια βιασύνη στην εφαρμογή του που για την πρώτη χρονιά θα γίνει αποτίμηση χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί ο Συλλογικός προγραμματισμός και η υλοποίηση των σχεδίων δράσης, την ευθύνη των οποίων έχει ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας, σε μια περίοδο που λόγω των μέτρων έχουν ανασταλεί πολλές λειτουργίες του σχολείου (διδακτικές επισκέψεις, εκδηλώσεις κ.ά.). Η χρονική στιγμή που επιλέγεται, εν μέσω πανδημίας, είναι εντελώς άστοχη, καθώς προτεραιότητα πρέπει να είναι η κάλυψη των μαθησιακών κενών που προέκυψαν κατά την περίοδο της τηλεκπαίδευσης και η ασφαλής λειτουργία των σχολικών μονάδων.
  • Παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με το αντίστοιχο νομοθέτημα του κυρίου Γαβρόγλου (θεματικοί άξονες, κυριαρχικός ρόλος του Συντονιστή εκπαιδευτικού έργου, εμπλοκή σχολικού Συμβουλίου, ομάδες δράσης και τετράβαθμη κλίμακα αξιολόγησης η οποία περιλαμβάνει και τον χαρακτηρισμό «μη επαρκής».
  • Δεν αλλάζει σε τίποτα τη λειτουργία της σχολικής τάξης και δεν προσφέρει τίποτα στους μαθητές. Αποτελεί μία καθαρά γραφειοκρατικού τύπου διαδικασία. Ενδιαφέρεται για τις πολιτικές εντυπώσεις και όχι για την ουσία.

Ο πολιτικοσυνδικαλιστικός χώρος που «καλύπτει» η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ, πάντα είχε και έχει σαφή και τεκμηριωμένη θέση για την αξιολόγηση – αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου.  Διαχρονικά βρισκόταν στην πρωτοπορία της υπεράσπισης της παιδαγωγικής ελευθερίας και της Δημοκρατίας στο Σχολείο. Με θέσεις και αγώνες μισού αιώνα αντιστάθηκε σε επιλογές που κατηγοριοποιούσαν εκπαιδευτικούς και σχολεία και «επέβαλε» αυτή της την αντίληψη στον χώρο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, έχοντας για πάρα πολλά χρόνια θέσεις πρώτης ευθύνης στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Η ΔΗ.ΣΥ. έχει συγκεκριμένη θέση για την αξιολόγηση. Για μια αξιολόγηση η οποία δεν θα έχει καμία σχέση με τιμωρίες, με ποινές, με απολύσεις, με αργίες και διαθεσιμότητες. Μιλάμε για μια αξιολόγηση που θα αποτιμά το παραγόμενο έργο στην εκπαίδευση, προκειμένου να βελτιώσει τους δείκτες της ποιότητας του και τελικά το προϊόν αυτό να είναι προς όφελος των παιδιών του σχολείου, του ελεύθερου και δημοκρατικού, του δημόσιου και δωρεάν.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να δεχτούμε τις λογικές που συνοψίζονται στο λαϊκίστικο σύνθημα “καμία αξιολόγηση, καμία αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου”, γιατί πρόκειται για μια ρητορική που αφενός στερείται εντελώς επιστημονικής τεκμηρίωσης και αφετέρου στερεί από τον κλάδο στρατηγικές κοινωνικές συμμαχίες που είναι απαραίτητες για την επιτυχή διεξαγωγή του αγώνα μας. Καμιά μάχη δεν μπορεί να κερδηθεί από έναν κλάδο, ο οποίος λέει σε όλα όχι, είναι περιχαρακωμένος σε μια συντεχνιακή λογική και μόνο έτσι αντιμετωπίζει την πραγματικότητα. 
Η αξιολόγηση που προτείνουμε πρέπει να λειτουργεί ως ανατροφοδοτικός μηχανισμός της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Να αξιολογεί το σύνολο των παραγόντων που επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία (εκπαιδευτική πολιτική, υποδομές, αναλυτικά προγράμματα, βιβλία, επιμόρφωση, συνθήκες άσκησης εκπαιδευτικού έργου, ρόλο του εκπαιδευτικού, συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους γονείς, σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού και μια σειρά ακόμη παραγόντων), να κινείται στους άξονες προγραμματισμός, στοχοθεσία, παρακολούθηση και αξιολόγηση από συλλογικά όργανα (Σύλλογος Διδασκόντων σε συνεργασία με τον Συντονιστή εκπαιδευτικού έργου), να έχει στόχο την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού  έργου και τη βελτίωση του εκπαιδευτικού και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ταυτίζεται με διαδικασία βαθμολογικής κατάταξης.

Για μας η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου αφορά εκείνη τη διαδικασία που θα συνδέει το προϊόν της αξιολόγησης είτε της σχολικής μονάδας είτε της ευρείας περιφέρειας με μέτρα διορθωτικά σε διδακτική και παιδαγωγική κατεύθυνση. Η διαρκής επιμόρφωση, η πλήρης υλικοτεχνική υποδομή, ο συμβουλευτικός ρόλος των στελεχών της εκπαίδευσης είναι κάποιες από τις δικλείδες που ασκούν προωθητικό ρόλο στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου.
Έχουμε κατηγορηματική διαφωνία με νομοθετήματα που στόχος τους δεν είναι η αναβάθμιση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου, αλλά η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών, η κατηγοριοποίηση των σχολείων και σε τελική ανάλυση η δημιουργία εκείνων των συνθηκών που θα μετατρέπουν τον εκπαιδευτικό σε ένα φοβισμένο, ευάλωτο και άβουλο όργανο που άκριτα και κάτω από τον φόβο τιμωρητικών διατάξεων θα δέχεται όσα του επιβάλλονται.
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, καλεί την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας να αποσύρει την υπουργική απόφαση για την εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και να ξεκινήσει, όπως είχε δεσμευτεί, άμεσα διάλογο με τη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο κοινά αποδεκτό. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα αγωνιστούμε για τη μη εφαρμογή της στην πράξη, στο πλαίσιο της σχετικής απόφασης της ΔΟΕ για απεργία – αποχή, την οποία ψηφίσαμε, διατηρώντας τις παραταξιακές μας θέσεις για το θέμα.

Share.

Comments are closed.