Με μια ανάρτησή του στο facebook, ένας Έλληνας με την επωνυμία στο fb Alex A Stolt, που ζει στη Σουηδία, εξιστορεί την τραυματική του εμπειρία που έζησε ως ασθενής κορονοϊού και αποδομεί κυριολεκτικά το μοντέλο της χώρας συμβουλεύοντας όλους εμάς «να μην υποτιμούμε την Ελλάδα».
Ο Έλληνας, μόνιμος κάτοικος Στοκχόλμης, περιγράφει τη συνεχή αγωνία που είχε για όσες μέρες ασθενούσε, την πλήρη απουσία του σουηδικού συστήματος υγείας και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ασθενείς και κυρίως αυτοί που είναι μικρότερης ηλικίας.
Η ανάρτησή του συμπατριώτη μας Alex A Stolt
«Δύο εβδομάδες που έφτασαν ώστε οποία αγάπη και θαυμασμό είχα για το Σουηδικό κράτος να την εκμηδενίσουν» Και συνεχίζει: «Μία χώρα που είναι τυλιγμένη με τον μύθο του κράτους που μάχεται ανά το κόσμο για τις ανθρώπινες αξίες καταδικάζει σε θάνατο οτιδήποτε μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην οικονομική του ανάπτυξη.»
Με ιδιαίτερη αγανάκτηση συνεχίζει: «Αυτό που μου έκαναν οι υπάλληλοι αυτού του κράτος, το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό τους, όταν ζήτησα την βοήθεια τους την 11η μέρα εύχομαι να μην το πάθει άλλος άνθρωπος αλλά εύχομαι οι ίδιοι να ζήσουν τα χειρότερα και να ψοφήσουν σαν αδέσποτα σκυλιά στον δρόμο όπως κόντεψα εγώ όταν με ξεφόρτωσαν στον δρόμο έξω από την κλειδωμένη πόρτα των επειγόντων περιστατικών με πυρετό και μια υπόσχεση ότι έρχονται να με πάρουν μέσα. Ποτέ δεν ήρθαν και παρέμεινα 45 λεπτά στο έλεος του κρύου ανέμου. Είχα για αυτούς την Πανώλη του Μεσαίωνα. Είχα όμως λάδι ακόμα στο καντήλι μου. Καθίκια..
Δεν θέλω να κάνω τον γενναίο όμως η αλήθεια είναι ότι μετά από αρκετές εμπύρετες ημέρες δεν φοβόμουν για την ζωή μου. Ταχτοποίησα τις οικονομικές μου υποχρεώσεις, μετέφερα τα χρήματα σε μέλη της οικογενείας μου ώστε αν δεν υπάρξει καλή έκβαση να μην έχουν άλλα στο κεφάλι τους. Έδινα τον αγώνα μου και ό,τι προκύψει.. Μια φορά μόνο έβαλα τα κλάματα. Όταν η σύντροφός μου μού είπε για έναν 35 χρονο πατέρα τριών παιδιών όπου πήγε το ασθενοφόρο στο σπίτι το οποίο μάλιστα κάλεσε η σύζυγός του για δεύτερη φορά και τους είπαν ότι δεν θα τον παν στο νοσοκομείο γιατί δεν είναι γέρος και είναι δυνατός και θα τα καταφέρει. Την άλλη μέρα πέθανε. Για αυτόν τον άνθρωπο έκλαψα. Όχι για μένα. Για εμένα δάκρυ δεν έχυσα. Η σύντροφός μου ναι. Εγώ όχι. Οργή ένιωθα και νιώθω όλο αυτόν τον καιρό. Όχι φόβο. Οργή διότι το ανεπτυγμένο κατά τα άλλα αυτό κράτος με την προσδοκία της ολοένα και μεγαλύτερης ανάπτυξης έχει χάσει αυτό που ονομάζεται ανθρωπισμός και υπερισχύει η βαρβαρότητα που συντροφεύουν τα οικονομικά διαγράμματα.»
Και κλείνει γράφοντας χαρακτηριστικά: «Να αγαπάμε την Ελλάδα. Να μην μιλάμε υποτιμητικά για αυτήν. Δεν έχουμε τα χρήματα των πλουσίων ευρωπαίων άλλα έχουμε φιλότιμο και ανθρωπιά. Εν έτη 2020 ακόμα διδάσκουμε πολιτισμό.»