«Η πατρίδα μας χρειάζεται εθνικό εκπαιδευτικό σχεδιασμό που να στηρίζεται σε δεδομένα και σαφές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του», τόνισε η βουλευτή Δράμας και Τομεάρχης Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής Χαρά Κεφαλίδου στην ομιλία, στην εκδήλωση της ΔΟΕ-ΟΛΜΕ για την παρουσίαση της έρευνας: «Δημόσιο σχολείο στην Ελλάδα: Όψεις τάσεις μιας αναδυόμενης ιδιωτικοποίησης»
Συνεχίζοντας η κ. Κεφαλίδου είπε: «…εμείς διαχρονικά και σταθερά υποστηρίζουμε τις Μεταρρυθμίσεις που ισχυροποιούν τη Δημόσια Εκπαίδευση.
Στην περίοδο της κρίσης, είμαστε αυτοί που δημιουργήσαμε και στηρίξαμε τον θεσμό του Ολοήμερου με ΕΑΕΠ, σχολείου με λειτουργία 8πμ-4μμ και με την εισαγωγή καινοτόμων προγραμμάτων, όπως της Ευέλικτης Ζώνης, της Αγωγής Υγείας, της θεατρικής Αγωγής, της Κυκλοφοριακής Αγωγής, της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων.»
Σε άλλο σημείο τόνισε εμφατικά: «η Εκπαίδευση που παρέχει η Πολιτεία να εξυπηρετεί το Κοινωνικό και Παραγωγικό Μοντέλο της χώρας»
Αναφερόμενη στην εκπαιδευτική πολιτική των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είπε: «Δυστυχώς, το πρόγραμμα του «νέου Σχολείου» υπονομεύθηκε και καταργήθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και μαζί του καταργήθηκαν και τα προγράμματα Πιστοποίησης, αλλά και 4.000 οργανικές θέσεις δασκάλων του Ολοήμερου και 3.000 θέσεις εκπαιδευτικών ειδικοτήτων στην Πρωτοβάθμια.».
Τέλος αναφέρθηκε στην επαναφορά του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου και την επιλογή Στελεχών Εκπαίδευσης λέγοντας: «Θεωρούμε αναγκαία την επαναφορά και τον επανασχεδιασμό του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου. Όπως αναγκαία και η δημιουργία ενός νέου πλαισίου επιλογής στελεχών εκπαίδευσης και διοικητικών και καθοδηγητικών δομών.»
Αναλυτικά η ομιλία της κ. Κεφαλίδου
«Φίλες και Φίλοι,
Σήμερα όλο και περισσότερο γίνεται αντιληπτό ότι η Εκπαίδευση ως κοινωνικός θεσμός απαιτεί μέγιστες συναινέσεις και συγκλίσεις.
Στο απαιτητικό περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης και των ανοικτών αγορών τα εκπαιδευτικά συστήματα προσαρμόζονται πραγματοποιώντας αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.
Χρειαζόμαστε και εμείς, ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Η διαχείριση των εκπαιδευτικών θεμάτων είναι καθοριστική για την ποιότητα των αυριανών δημοκρατικών και ενεργών πολιτών. Συγχρόνως είναι εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα για να αφεθεί στον μικροκομματισμό, στον συντεχνιασμό και στην ευχέρεια του εκάστοτε πολιτικού συσχετισμού για πρόσκαιρα εκλογικά οφέλη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μικροκομματισμού: η χωρίς προϋποθέσεις πανεπιστημιοποίηση των ΑΤΕΙ και η υποτιθέμενη «ελεύθερη πρόσβαση» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η πατρίδα μας χρειάζεται εθνικό εκπαιδευτικό σχεδιασμό που να στηρίζεται σε δεδομένα και σαφές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του.
Έγκυρες μελέτες για όλα τα σύγχρονα θέματα που απασχολούν την εκπαιδευτική κοινότητα υπάρχουν. Αναφέρομαι σε αυτές:
Του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, της Ε.Ε που με επιστημονικό τρόπο διερευνούν ζητήματα Παιδείας.
Του διεθνούς προγράμματος PISA, του ΟΟΣΑ που καταγράφουν χαμηλές επιδώσεις για τους Έλληνες μαθητές.
Τα αποτελέσματα αυτών των μελετών δεν μπορεί να παριστάνουμε πως δεν τα βλέπουμε. Το ίδιο και οι όποιες εκπαιδευτικές πολιτικές που δεν μπορούν να αγνοούν την πραγματικότητα και δεν μπορούν να σχεδιάζονται ιδεοληπτικά, χωρίς στοιχεία και επιστημονική τεκμηρίωση.
Φίλες και φίλοι, Όλοι υποστηρίζουμε την ανάγκη αύξησης των δαπανών για την Εκπαίδευση και την Παιδεία, που πρέπει να γίνει σταδιακά και στοχευμένα.
Ο φόβος της αναδυόμενης τάσης ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης, δεν είναι αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισής της.
Η αναστροφή της αντίληψης περί ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης δεν γίνεται με αφορισμούς και συνθήματα, αλλά με:
εκπαιδευτικές πολιτικές μεταρρυθμίσεων
εισαγωγή καινοτομιών,
αλλαγές στο περιεχόμενο, στις διδακτικές μεθόδους,
περιορισμό και αναδιάταξη της ύλης,
ενίσχυση των υποστηρικτικών πολιτικών.
Ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης δεν μπορεί να γίνει:
χωρίς την αξιολόγηση όλων των δομών και των παρεχόμενων υπηρεσιών,
χωρίς ανάδραση και διορθωτικό επανασχεδιασμό.
Φίλες και Φίλοι,
Χρειαζόμαστε η Εκπαίδευση που παρέχει η Πολιτεία να εξυπηρετεί το Κοινωνικό και Παραγωγικό Μοντέλο της χώρας. Για αυτό άλλωστε υπάρχει. Όσο η δημόσια εκπαίδευση και το ανθρώπινο δυναμικό της παραμένουν εγκλωβισμένοι σε προκαταλήψεις και αγκυλώσεις του παρελθόντος, τόσο η προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης θα βρίσκει γόνιμο έδαφος. Η φύση καλύπτει πάντοτε τα κενά που δημιουργούνται.
Χρειαζόμαστε ευρείες συναινέσεις για να αποφασίσουμε ως κοινωνία για το τι τύπο εκπαίδευσης θέλουμε.
Χρειαζόμαστε τόλμη και αποφασιστικότητα για βαθιές τομές σε όλους τους πυλώνες της εκπαίδευσης:
στη Δομή και Διοίκηση,
στο Περιεχόμενο των προγραμμάτων σπουδών και των μεθόδων διδασκαλίας,
στα βιβλία,
στις υποδομές
στο Ανθρώπινο δυναμικό, δηλ. στους εκπαιδευτικούς.
Για αυτό εμείς διαχρονικά και σταθερά υποστηρίζουμε τις Μεταρρυθμίσεις που ισχυροποιούν τη Δημόσια Εκπαίδευση.
Στην περίοδο της κρίσης, είμαστε αυτοί που δημιουργήσαμε και στηρίξαμε τον θεσμό του Ολοήμερου με ΕΑΕΠ, σχολείου με λειτουργία 8πμ-4μμ και με την εισαγωγή καινοτόμων προγραμμάτων, όπως της Ευέλικτης Ζώνης, της Αγωγής Υγείας, της θεατρικής Αγωγής, της Κυκλοφοριακής Αγωγής, της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων.
Βλέποντας σταθερά μπροστά παλέψαμε για την ισχυροποίηση του δημόσιου σχολείου με προγράμματα που δίνουν Πιστοποίηση Γλωσσομάθειας & Πληροφορικής στους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου, ενταγμένα στο ωρολόγιο σχολικό πρόγραμμα.
Δυστυχώς, το πρόγραμμα του «νέου Σχολείου» υπονομεύθηκε και καταργήθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και μαζί του καταργήθηκαν και τα προγράμματα Πιστοποίησης, αλλά και 4.000 οργανικές θέσεις δασκάλων του Ολοήμερου και 3.000 θέσεις εκπαιδευτικών ειδικοτήτων στην Πρωτοβάθμια.
Θεωρούμε αναγκαία την επαναφορά του. Και αυτή είναι η απάντησή μας, ως Κίνημα Αλλαγής, στην τάση ιδιωτικοποίησης. Με σχολεία που προσφέρουν υπηρεσίες στην ελληνική οικογένεια, ώστε να μην τις αγοράζει από τον ιδιωτικό τομέα.
Η εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης στο Λύκειο μπορεί να αντιμετωπισθεί με την ποιοτική αναβάθμιση τόσο του Γενικού, όσο και του Τεχνικού-Επαγγελματικού Λυκείου.
Θεωρούμε πως δεν πρέπει να υπονομευθεί ο μορφωτικός χαρακτήρας του Λυκείου. Χρειαζόμαστε νέα ωρολόγια και αναλυτικά προγράμματα.
Σταθερά είμαστε υπέρ της Τράπεζας Θεμάτων στο Λύκειο (Γενικό & ΕΠΑΛ) ώστε οι μαθητές να μην αξιολογούνται στιγμιαία, αλλά να δίνεται η πραγματική εικόνα για τον κάθε μαθητή.
Πιστεύουμε στον θετικό ρόλο του 4ου έτους και της μαθητείας (επιπέδου 5) για τα ΕΠΑΛ, αλλά και στη δημιουργία νέων κλάδων και ειδικοτήτων συνδεδεμένες με τις περιφερειακές, παραγωγικές ανάγκες της χώρας.
Τέλος, το πιο σημαντικό για εμάς είναι το Ανθρώπινο Δυναμικό!! Στους εκπαιδευτικούς εναπόκειται η υλοποίηση του εθνικού αιτήματος για ένα Ποιοτικό Σύγχρονο Δημόσιο Σχολείο.
Πρέπει να αναβαθμισθεί η παρεχόμενη εκπαίδευση από τα Παιδαγωγικά τμήματα και τις καθηγητικές σχολές για τους νέους εκπαιδευτικούς και να δημιουργηθούν σταθερές και πιστοποιημένες δομές επιμόρφωσης για τους ήδη υπηρετούντες.
Θεωρούμε αναγκαία την επαναφορά και τον επανασχεδιασμό του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου. Όπως αναγκαία και η δημιουργία ενός νέου πλαισίου επιλογής στελεχών εκπαίδευσης και διοικητικών και καθοδηγητικών δομών.
Φίλες και φίλοι, Η περίοδος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΑΝΕΛ στο όνομα της ισότητας των ευκαιριών στην Εκπαίδευση, επέλεξε την εύκολη λύση. Την ισοπέδωση του δημόσιου Σχολείου προτάσσοντας τη λογική της Ήσσονος Προσπάθειας ως σύγχρονο εκπαιδευτικό μοντέλο. Αυτή η πολιτική, της ποιοτικής υποβάθμισης ενισχύει τις δυνάμεις, που επιθυμούν την ισχυροποίηση τις ιδιωτικοποίησης.
Η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ., εκτός από κάποιες επικοινωνιακού τύπου ρυθμίσεις, σκόρπιες διατάξεις και τροπολογίες, δεν έχει καταθέσει ένα συνολικό σχέδιο–πρόταση για τον επανασχεδιασμό του εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν είμαστε αισιόδοξοι για αυτό.
Όμως εμείς επιμένουμε σε έναν δημόσιο θεσμικό εθνικό διάλογο, μέσα από την επανασύσταση και λειτουργία του ΕΣΥΠ.
Φίλες και φίλοι,
Κάθε μας επιλογή για την εκπλήρωση του στόχου για ποιοτική Παιδεία, οφείλει να γίνεται με γνώμονα την ίδια την ελληνική κοινωνία και τις ανάγκες της, γιατί στο τέλος αυτή καλείται να υπηρετήσει. Ευχαριστώ».