Ο Ανταμ Τέιλορ είναι αρθρογράφος διεθνών θεμάτων στην Washington Post και με αφορμή την κατάρρευση της κυβέρνησης Κόντε αναλύει το ιταλικό φαινόμενο.
«Οι ιταλικές κυβερνήσεις έχουν μια κακή συνήθεια: καταρρέουν εύκολα», σχολιάζει και γράφει αναλυτικά:
«Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η χώρα είχε 13 διαφορετικούς πρωθυπουργούς. Μετά την παραίτηση του Τζουζέπε Κόντε ύστερα από 14 μήνες στην εξουσία, η Ιταλία θα αποκτήσει άλλη μια κυβέρνηση. Αλλά πόσο θα κρατήσει;»
Ο μόνος πρωθυπουργός που έχει υπηρετήσει μια ολόκληρη πενταετή θητεία από το 1989 είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο δισεκατομμυριούχος που έγινε συνώνυμος με τα σκάνδαλα.
Αυτή η πολιτική αναταραχή είναι ασυνήθιστη για μια ανεπτυγμένη οικονομία. Την περίοδο που η Ιταλία είχε 13 πρωθυπουργούς, η Γερμανία είχε τρεις καγκελάριους, η Γαλλία πέντε προέδρους και η Βρετανία επτά πρωθυπουργούς. Ακόμη και η Αυστραλία, γνωστή για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, είχε μόνο εννιά πρωθυπουργούς από το 1989.
Η παραίτηση του Κόντε ήταν ασυνήθιστη από κάποιες απόψεις, συνηθισμένη από άλλες. Ο πολιτικά ανεξάρτητος ιταλός νομικός ήταν επικεφαλής της πρώτης πραγματικής λαϊκιστικής κυβέρνησης στη δυτική Ευρώπη. Η παραίτησή του κατέστη αναπόφευκτη μετά την άρση της υποστήριξης της κυβέρνησης από τον Ματέο Σαλβίνι. Ο τελευταίος, όμως, ενδέχεται να υπερτίμησε τις δυνάμεις του, καθώς πιθανολογείται τώρα ότι θα συγκροτηθεί μια συμμαχία ανάμεσα στο Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το Δημοκρατικό Κόμμα, και ενδεχομένως τη Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι, που μπορεί να του φράξει τον δρόμο για την εξουσία.
Γιατί υπάρχει αστάθεια στην Ιταλία
Ο βασικός λόγος για την αστάθεια της Ιταλίας είναι το σύστημα της απλής αναλογικής, που υιοθετήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οδηγούσε πάντα στον κατακερματισμό της πολιτικής ζωής.
Το 1994, ύστερα από ένα μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς, το εκλογικό σύστημα άλλαξε και τα λίγα στοιχεία πολιτικής σταθερότητας που υπήρχαν, και εξασφάλιζαν ένα ισχυρό Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, εξαφανίστηκαν. Από τότε έχουν καταβληθεί πολλές προσπάθειες να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη πολιτική σταθερότητα στη χώρα.
Η κεντροαριστερή κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι έχασε το 2016 ένα δημοψήφισμα που θα άλλαζε το Σύνταγμα και θα παρείχε μεγαλύτερες εξουσίες στον πρωθυπουργό. Τον επόμενο χρόνο υιοθετήθηκε ένα ανάμικτο σύστημα, με βάση το οποίο τα δύο τρίτα του κοινοβουλίου εκλέγονται με την απλή αναλογική και το ένα τρίτο με πλειοψηφικό σύστημα.
Τα εκλογικά αποτελέσματα του Μαρτίου του 2018 έδειξαν όμως πως ούτε το νέο σύστημα μπορεί να προσφέρει σταθερότητα. Κόμματα που κάποτε βρίσκονταν στο περιθώριο, όπως η Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια, ένωσαν τις δυνάμεις τους και εκτόπισαν από το προσκήνιο τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα. Ο τίτλος της εφημερίδας La Stampa ήταν χαρακτηριστικός: «Ακυβέρνητη Ιταλία».
Ο Τζουζέπε Κόντε, ο μέχρι πριν λίγο πρωθυπουργό της πρώτης πραγματικής λαϊκιστικής κυβέρνησης στη δυτική Ευρώπη που δεν είχε πολιτική εμπειρία, κλήθηκε να ηγηθεί της κυβέρνησης. Δεκατέσσερις μήνες μετά, καθώς η Λέγκα αύξανε κατά πολύ τις δυνάμεις της και τα Πέντε Αστέρια υποχωρούσαν, ο Σαλβίνι αποφάσισε να κάνει την κίνηση.
Με βάση το παρελθόν της Ιταλίας, η πρόβλεψη αυτή μοιάζει ασφαλής.
- Διαβάστε το πλήρες άρθρο του αρθρογράφου Adam Taylor της αμερικάνικης εφημερίδας Washington Post με θέμα «Why Italian governments so often end in collapse», στα αγγλικά, πατώντας ΕΔΩ