«Στο ιδανικό σενάριο οι Ισπανοί την 28η Απριλίου θα ψήφιζαν μαζικά το κόμμα του Πέδρο Σάντσεθ, ούτως ώστε να μη χρειαστεί να συνάψει συμμαχίες. Αλλά αυτό φαίνεται εξαιρετικά απίθανο» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Economist, εν όψει της πιο κρίσιμης εκλογικής αναμέτρησης που πρόκειται να διεξαχθεί στην ΕΕ μόλις λίγες ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου και μάλιστα προτρέπει τους ισπανούς ψηφοφόρους να στηρίξουν το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE). Και αυτό ο Economist δεν το στηρίζει σε κάποια ιδεολογική άποψη και θέση , αλλά ξεκάθαρα μια εντελώς πραγματιστική άποψη.
Μετά την καταψήφιση του Προϋπολογισμού που παρουσίασε το σοσιαλιστικό κόμμα του Πέδρο Σάντσεθ τον περασμένο Φεβρουάριο, ο ισπανός πρωθυπουργός δεν είχε άλλη επιλογή πέρα από το να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Κατάφερε να παραμείνει στην εξουσία οκτώ μήνες, κατέχοντας μόλις 84 από τις 350 έδρες του ισπανικού Κοινοβουλίου. Μην έχοντας, ωστόσο, κανέναν σύμμαχο, κάθε κίνησή του προϋπέθετε σκληρές και σύνθετες διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα σήμερα να γνωρίζουν όλοι οι Ισπανοί ότι μετά τις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής η πολιτική παράλυση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη εδώ και καιρό η χώρα ενδέχεται να επιδεινωθεί περαιτέρω.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις οι Σοσιαλιστές αναμένεται να αυξήσουν τις έδρες τους αλλά στη νέα Βουλή θα συμμετέχουν πέντε μεγάλα κόμματα, δεδομένου ότι πρόκειται να εισέλθει πρώτη φορά και το νεοσύστατο ακροδεξιό και υπερεθνικιστικό Vox. Το ενδεχόμενο να κερδίσει κάποιο κόμμα την πλειοψηφία θεωρείται απίθανο, οπότε είτε θα σχηματιστεί εκ νέου μια κυβέρνηση μειοψηφίας είτε θα συναφθεί ένας αντιδραστικός κυβερνητικός συνασπισμός ή θα προκηρυχθούν νέες εκλογές.
Αυτό που χρειάζεται περισσότερο αυτή τη στιγμή η Ισπανία είναι η σταθερότητα η οποία, ωστόσο, αποτελεί περισσότερο πόθο παρά στόχο, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση που επικρατεί γενικότερα στην Ευρώπη. Οι ευρωπαίοι ψηφοφόροι έχουν γυρίσει την πλάτη τους στα παραδοσιακά κόμματα της Δεξιάς και της Αριστεράς (αδιάσειστη απόδειξη αποτελεί η μοίρα των Ρεπουμπλικανών στη Γαλλία και του Δημοκρατικού Κόμματος στην Ιταλία) επιλέγοντας να στηρίξουν νεοπαγείς πολιτικούς σχηματισμούς, ακροδεξιούς, ακροαριστερούς ή άνευ ξεκάθαρης ταυτότητας. Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους ο πολιτικός κατακερματισμός κατέστησε εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία, στην Ιταλία, στη Σουηδία και στην Εσθονία.
«Και όταν οι κυβερνήσεις σχηματίζονται τελικά, τείνουν να είναι αδύναμες, διεκπεραιωτικού χαρακτήρα, εντείνοντας περαιτέρω τη δυσπιστία προς τους παραδοσιακούς πολιτικούς» αναφέρει ο Economist. Συχνά, ωστόσο, προκύπτουν «χαοτικές» συμμαχίες, όπως συνέβη, για παράδειγμα, στην Ιταλία όπου συγκυβερνούν οι ακροδεξιοί εθνικιστές της Λέγκας με τους λαϊκιστές του Κινήματος 5 Αστέρων. Εξαίρεση θα μπορούσε να αποτελεί η Γαλλία, αλλά έπειτα από μια διετία στην εξουσία ο Μακρόν δυσκολεύεται να πείσει τους Γάλλους ότι μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες τους.
Όσον αφορά ειδικά την Ισπανία, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι ακόμα και μια κυβέρνηση μειοψηφίας θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά της. Γιατί ο Μαριάνο Ραχόι, ο οποίος τον περασμένο Ιούνιο δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την ψήφο εμπιστοσύνης της ισπανικής Βουλής μετά την πρόταση μομφής που κατέθεσε ο Πέδρο Σάντσεθ, τα πήγε αρκετά καλά στην εξουσία αφότου έχασε την πλειοψηφία το 2015. Παρ’ ότι φέτος η ανάπτυξη εκτιμάται πως θα περιοριστεί στο 2,1%, την τριετία 2015-2017 κυμάνθηκε άνω του 3%, με την Ισπανία να ξεπερνά την κρίση που έπληξε την Ευρωζώνη, μειώνοντας ταυτόχρονα και το έλλειμμα και την ανεργία.
Η ανάκαμψη, ωστόσο, ήταν εν μέρει κυκλική ενώ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν και οι επώδυνες μεταρρυθμίσεις που υπερψήφισε η κυβέρνηση του Ραχόι προτού το Λαϊκό Κόμμα χάσει την πλειοψηφία. Σήμερα, όμως, η Ισπανία βρίσκεται αντιμέτωπη με σύνθετα προβλήματα τα οποία δύσκολα θα καταφέρει να επιλύσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας. Για τη στήριξη της ανάπτυξης είναι απαραίτητες νέες μεταρρυθμίσεις – στην εκπαίδευση, στο συνταξιοδοτικό, στο σύνθετο πολιτικό της σύστημα καθώς και στην αγορά εργασίας.
Την ίδια ώρα ανησυχία προκαλεί το ενδεχόμενο μια νέα κυβέρνηση των Σοσιαλιστών να βασιστεί στη στήριξη του Podemos, το οποίο είναι πολύ πιθανό να αντιταχθεί σε κάποια από τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, «τινάζοντας ξανά στον αέρα τον Προϋπολογισμό» όπως υποστηρίζουν οι συντάκτες του βρετανικού περιοδικού. Και τάσσονται υπέρ μιας κυβέρνησης συμμαχίας των Σοσιαλιστών με το φιλελεύθερο Κόμμα των Πολιτών (Ciudadanos). Εμπόδιο, ωστόσο, αποτελεί η τύχη της Καταλονίας, δεδομένου ότι οι Σοσιαλιστές δεν απορρίπτουν τον διάλογο με τη νέα καταλανική κυβέρνηση ενώ οι Πολίτες (Ciudadanos) αποκλείουν εξαρχής κάθε συζήτηση.
Περισσότερο ανησυχητικό είναι, όμως, το ενδεχόμενο σχηματισμού ενός κεντροδεξιού κυβερνητικού συνασπισμού με τη συμμετοχή του Λαϊκού Κόμματος και των Ciudadanos. Γιατί για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία θα πρέπει να συνεργαστούν με τους ακροδεξιούς του Vox, και «για μια χώρα που πάλεψε τόσο σκληρά κατά των φαντασμάτων του Φράνκο και του εθνικισμού αυτό θα ήταν ένα βήμα προς την λάθος κατεύθυνση» καταλήγει ο Economist.
Το Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Παίδων επισκέφθηκε το πρωί του Σαββάτου 21 Δεκεμβρίου αντιπροσωπεία της περιφερειακής παράταξης…
Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2025, ο Πρωθυπουργός παρουσίασε το μεγάλο αφήγημα της ΝΔ…
Χθες, την ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου, την πιο μικρή μέρα του χρόνου με το μεγαλύτερο…
Ο Δήμος Αθηναίων, θέλοντας να δώσει την ευκαιρία στις μαθήτριες και τους μαθητές να απολαύσουν…
Μια καταιγίδα οργής της ακροδεξιάς άναψε σε όλη την Ευρώπη το βράδυ της Παρασκευής, αφού…
Η Χαμάς και δύο ακόμη παλαιστινιακές οργανώσεις (ο Ισλαμικός Τζιχάντ και το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση…