Το γκράφιτι, ως εικαστικό φαινόμενο της τέχνης τού δρόμου στις πόλεις, έχει προ πολλού απασχολήσει και την ελληνική κοινωνία, αν όχι στο σύνολό της, τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος της. Φυσικά δεν αναφέρομαι στις μουτζούρες και στις αντιαισθητικές απρέπειες σε κάθε επιφάνεια της πόλης, αλλά στις ζωγραφιές-αληθινοί πίνακες– οι οποίες στολίζουν – ομορφαίνουν – καλλωπίζουν τα άσχημα και υποβαθμισμένα σημεία των πόλεων.
Οι δήμοι, η πολιτεία, οι πολίτες, οφείλουν να αλλάξουν άποψη περί του… λαϊκού αυτού είδους Τέχνης, διότι στην πραγματικότητα αυτοί οι καλλιτέχνες του δρόμου, που υπηρετούν την street art, είναι άνθρωποι με καλλιέργεια και γνώση της ζωγραφικής.
Θα πω πως είναι η ίδια αισθητική λογική και ιστορική προέκταση όπως και εξέλιξη των μουσικών του δρόμου, οι οποίοι εάν θυμηθεί κανείς ήταν οι απόκληροι, περιθωριακοί «μουσικοί τής πεντάρας», που ακόμα και η αστυνομία τους συλλάμβανε ως «επαίτες», ως «παρανόμους»… Αυτή η καθαρά οπισθοδρομική αντίληψη εγκλώβισε ολόκληρη την κοινωνία στην άρνηση του κανόνα πως όλα στη φύση και τη ζωή εξελίσσονται και μεταλλάσσονται, ακόμα και αυτή η… λεπτομέρεια περί καλλιτεχνών τού δρόμου.
Τα γκράφιτι λοιπόν, τουλάχιστον για όποιον θέλει να την ανιχνεύσει για να συναντήσει κρυμμένες αλήθειες και πραγματικότητες, είναι μια πάρα πολύ σοβαρή ιστορία, μια αρχαία τέχνη που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.
Διάβασα το ενδιαφέρον άρθρο της Αφροδίτης Τζιαντζή στην Εφημερίδα των Συντακτών περί του θέματος, αναφερόμενη στον Γερμανό πρωτοπόρο τού σύγχρονου γκράφιτι «ο Κλάους Κλίνγκερ, που στα 65 του χρόνια οργώνει την υφήλιο ζωγραφίζοντας σκαρφαλωμένος σε σκαλωσιές, μαζί με μια πολυεθνική κολεκτίβα περίπου 100 καλλιτεχνών από 20 διαφορετικές χώρες. Πρόκειται για την παγκόσμια εικαστική και πολιτική κίνηση δημόσιας τέχνης Mural Global (Παγκόσμια Τοιχογραφία), που τελεί υπό την αιγίδα τής UNESCO και έχει μέχρι σήμερα δημιουργήσει περίπου 100 μεγάλης κλίμακας έργα, σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Κούβα, η Νικαράγουα, η Ινδία, η Σενεγάλη, η Τουρκία, η Ισπανία και φυσικά σε δεκάδες γερμανικές πόλεις».
Πώς να μην προσέξεις μια τέτοια παγκόσμια κίνηση; Πώς να την προσπεράσεις;
Υπάρχουν γωνίες και επιφάνειες τοίχων στο κέντρο της Αθήνας, ιδιαίτερα στις περιοχές της Πειραιώς, Γκάζι, Ψυρρή, Μεταξουργείο, με τεράστιες, αλλά λίγες τοιχογραφίες-γκράφιτι, που «σκεπάζουν» τις ασχήμιες εκείνων των σημείων της πόλης, που είναι εγκαταλειμμένα και δυστυχώς αμέτρητα. Κι έρχονται οι ζωγράφοι του δρόμου να τα στολίσουν με την τέχνη τους, να τα μεταμορφώσουν, μέσα από γκράφιτι γεμάτα συμβολισμούς και ομορφιά. Εικόνες υλοποιημένες αριστοτεχνικά, καλλιτεχνικές παραστάσεις με αξιώσεις, οι οποίες γαληνεύουν τις ψυχές και θα έλεγα πως αλλάζουν, έστω εν μέρει, το σκληρό, τριτοκοσμικό και εγκαταλειμμένο κέντρο τής Αθήνας.
Στην ουσία το κεντρικό θέμα τής street art είναι η αντιπαράθεση και η αντιπαλότητα με την ασχήμια, το πολεοδομικό κιτς και την φριχτή κατάσταση των εγκαταλειμμένων παλαιών κτηρίων, των οποίων έχουν απομείνει μόνο τα κουφάρια τους. Τα συνεργεία των ζωγράφων των τοίχων δεν παίρνουν τα πινέλα τους δίχως προετοιμασία· μελετούν τα κοινωνιολογικά στοιχεία τής κάθε περιοχής, στην οποία πρόκειται να επέμβουν, ερευνούν, ψυχολογούν εποχές κι ανθρώπους, πληροφορούνται, μπαίνουν σε κάθε απαραίτητη διαδικασία, ώστε να διαλέξουν το θέμα που θα επινοήσουν ή θα αναπαραστήσουν και θα χρωματίσουν…
Ας παρακολουθήσουμε, λοιπόν, πιο προσεκτικά τη βαθύτερη σημασία μιας τέτοιας κουλτούρας της τέχνης των δρόμων της πόλης όπου ζούμε, βλέπουμε, ακούμε, μεγαλώνουμε. Ας πιέσουμε τα δημοκρατικά θεσμικά μέσα (πολιτιστικούς συλλόγους, δημοτικά συμβούλια, δήμους, υπουργεία κ.α) για περισσότερη προσοχή στις γειτονιές και στην πόλη που μας περιβάλλει. Η κουλτούρα της νέας street art έχει γεννηθεί και έχει έρθει και στον τόπο μας, για να καταστήσει πιο ανθρώπινο το περιβάλλον και ό,τι βλέπουμε καθημερινά και ακατάπαυστα. Και, δεν χωράει αμφιβολία, πως η ασχήμια και η μιζέρια τής πόλης, καταγράφονται μέσα μας και δημιουργούν απεχθή κι αρνητικά πρότυπα αισθητικής. Η street art θα πρέπει να οργανωθεί, να προστατευθεί και να διαχυθεί στους τοίχους τής Αθήνας (και όχι μόνο).
Το έχουμε ανάγκη. Για να νικηθεί ο εθισμός του τσιμέντου, ο εγκλεισμός στα σπίτια-κλουβιά και της αισθητικής εξάρτησης των υποβαθμισμένων συνοικιών.
Μήπως όμως ακόμα και τα γκράφιτι ήρθαν για να καλύψουν την ασχήμια; Να την σκεπάσουν; κοινώς να μας ξεγελάσουν; Μήπως ακόμα και αυτό που εκθειάζω σ’ αυτό το κείμενο σκεπάζει κάτω απ’ το χαλί το χάλι της πόλης;
Ίσως, αλλά θα έλεγα πως δεν αντέχω το πέριξ της Ομονοίας ευρύτερο τοπίο το οποίον θυμίζει πολύ έντονα πως η πολιτεία των Αθηνών περιορίζει και διατηρεί το θολό αστικό της πρόσωπο και αντ’ αυτού αφήνει το «άλλο», το αποκρουστικό, να κείτεται έρμαιο στην αισθητική κουλτούρα μιας αφόρητης υποβάθμισης…
* Ο Νότης Μαυρουδής είναι κιθαριστής – συνθέτης