Αναπόφευκτους συνειρμούς προκαλεί η χρονική σύμπτωση του Πάσχα εν μέσω προεκλογικής περιόδου, με αναφορές και παραλληλισμούς του Θείου Πάθους και του πολυετούς δράματος του λαού και την προσδοκία της Ανάστασης, με την ευκταία οικονομική, πολιτική και κοινωνική ανάταση.
Ωστόσο, ακόμη πιο επίκαιρη γίνεται η χαρακτηριστική ευαγγελική ρήση «ουαί υμίν υποκριταί…», με την οποία ο Ιησούς κατήγγειλε δημόσια και δριμύτατα Γραμματείς και Φαρισαίους και η οποία στις μέρες μας αναφέρεται στα πολιτικά πρόσωπα για τις ανακολουθίες και την υποκριτική στάση τους.
Το τελευταίο περιστατικό που έφερε και πάλι στην επιφάνεια τις διαταραγμένες σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας είναι ενδεικτικό. Η διαμάχη ξέσπασε μετά τη συνάντηση Αμβρόσιου – Κουρουμπλή, με έντονο απόηχο συντροφικών μαχαιρωμάτων, επικρίσεων, απαράδεκτων διορθωτικών δηλώσεων και μικροπολιτικής εκμετάλλευσης εκατέρωθεν. Για τη μεν Εκκλησία, δηλώσεις φορτισμένες από ανθρώπινο πάθος, απογυμνωμένες από κάθε πνευματική υποδομή, ικανές να αφυπνίσουν φωνές πολεμίων της, να δημιουργήσουν σχίσματα και να διαταράξουν την τραυματισμένη αυθεντία της, καθώς «χαλεποί οι καιροί και οι επιβουλεύοντες πολλοί» (Μ. Βασίλειος). Για τη δε Πολιτεία, ένα ακόμη εργαλείο ικανοποίησης λαϊκίστικων αντιλήψεων, ιδιαιτέρως από την κομματική νομενκλατούρα, η οποία αμφιρρέπει κατά το δοκούν στο κορυφαίο ζήτημα των σχέσεων με την Εκκλησία, επιδεικνύοντας ατολμία, σύγχυση και αντίφαση με τις διακηρυγμένες θέσεις της κυβερνώσας παράταξης περί πλήρους διαχωρισμού.
Ενδεικτική της επικοινωνιακής σκοπιμότητας ήταν άλλωστε και η τελευταία παρέμβαση του πρωθυπουργού, ο οποίος κατά την προσφιλή του τακτική προσπάθησε, χωρίς διάλογο και συναίνεση, έστω των πολιτικών δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου, να ανοίξει ένα μείζονος σημασίας θέμα, όπως αυτό των σχέσεων Κράτους – Εκκλησίας. Ανακοίνωσε μια «ιστορική» συμφωνία για την περιουσία και τους κληρικούς με τη στήριξη του Αρχιεπισκόπου, που οδηγήθηκε όμως σε ναυάγιο. Ενέργειες και ρυθμίσεις με γνώμονα την επιρροή του εκλογικού σώματος και εν προκειμένω τη «μάχη του σταυρού» στις επικείμενες πολλαπλές εκλογές.
Όμως το σημείο του σταυρού, ενώ αποτελεί τον τρόπο επιλογής των υποψηφίων, για την Εκκλησία και τους πιστούς είναι κορυφαίο σύμβολο θυσίας και σωτηρίας, δύναμη Θεού, πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως. Σε καμία όμως περίπτωση δεν νομιμοποιεί ούτε θεσμοποιεί την οποιαδήποτε επέμβαση και ανάμιξη στις πολιτικές δραστηριότητες του πληρώματός της, ούτε καθαγιάζει την οποιαδήποτε προσπάθεια να ποδηγετήσει και να κατευθύνει τους πιστούς σε εκλεκτούς της ή να αποτρέψει την προτίμησή τους. Ούτε εκφράζει το πνεύμα και τις αρχές της να ταυτίζεται με τη συντηρητικότητα μερίδας φανατικών πιστών, τους οποίους συνήθως παραπλανούν θεομπαίχτες πολιτικοί.
Επιτέλους είναι καιρός Πολιτεία και Ιεραρχία «κεκαθαρμέναις διανοίαις» να απευθυνθούν στο λαό και να μιλήσουν τη γλώσσα της αλήθειας και της αγάπης με τη συγκρότηση ειδικής διακομματικής επιτροπής στη Βουλή, που θα εξετάσει υπεύθυνα και σοβαρά με όλους τους ενδιαφερόμενους το σύνολο των εκκρεμών ζητημάτων, με στόχο την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων και να θεσμοθετήσει τους διακριτούς ρόλους. Καιρός η σεπτή Ιεραρχία «με θυσίες σταυρικού ήθους» να απολακτίσει την ασφάλεια και τα προνόμια που της παρέχει η κοσμική εξουσία και οι πολιτικοί να αποκόψουν το φαύλο εναγκαλισμό με αναχρονιστικά στοιχεία. Τότε και μόνο τότε, για μας τους απλούς πιστούς, θα παραμένει αναλλοίωτη για τη χρησιμότητα του Σταυρού η παρακαταθήκη του Αποστόλου των Εθνών ότι: «ο λόγος γαρ ο του Σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστί» (Α’ Κορινθίους).
* O Δημήτρης Στάμου είναι μέλος της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του Κινήματος Αλλαγής και υποψήφιος βουλευτής Β’ Αθήνας – Βόρειου Τομέα