Σε άρθρο του που δημοσιεύει στο anoixtoparathyro.gr ο καθηγητής Γιάννης Πανούσης κάνει λόγο για γονατιστούς ανθρώπους, οσφυοκάμπτες τυχοδιώκτες, που ταυτίζουν την οικονομική πρόοδο με την δική τους οικονομική ανέλιξη και διατυπώνει το ερώτημα, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός αποδέχονται αυτούς τους πονηρούς πολιτευτές. Μάλιστα γράφει οτι ορισμένοι εξ αυτών είναι και στο pay roll επιχειρηματιών, φωτογραφίζοντας διάφορες προσωπικότητες που κάνουν νέα καριέρα με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ιδιαίτερη μεταχείριση επιφυλάσσει και για ορισμένους καραμανλικούς της εξουσίας, τους οποίους χαρακτηρίζει «βεβαρημένους της Επταετίας…» και για τους οποίους γράφει ότι «εμφανίζονται ως το νέο αριστερό ήθος που θα αποτρέψει την παλινόρθωση της Δεξιάς, την οποία βεβαίως υπηρέτησαν επί μακρόν και όχι ανιδιοτελώς… και οι οποίοι δεν πληρούν, ούτε τιμούν τα όποια κριτήρια επιλογής».
Ολόκληρο το άρθρο του Γιάννη Πανούση που δημοσιεύτηκε στο anoixtoparathyro.gr
«Τους έχω δει τόσες φορές
που δε θυμάμαι
αν ήταν θεατρίνοι ή βασιλιάδες
Σ.Σαράκης, Δοκιμασίες και δοκιμές
Δεν φαίνεται να συμφωνούμε σ’ αυτή τη χώρα στο ποιος είναι λαϊκιστής, κι εσχάτως στο ποιος είναι προοδευτικός, ακόμα και αριστερός.
Ορισμοί διατυπώνονται κι αποσύρονται, τα φώτα των σχετικών συνεδρίων ανάβουν και σβήνουν, όρκοι πίστης δίνονται κι αθετούνται, κι όμως το πρόβλημα είναι εκεί, στέκει μετέωρο. Έτσι το κάθε κόμμα κι εντέλει κι ο κάθε πολίτης βρίσκουν την ευκαιρία ν’ “αυτοπροσδιοριστούν’’ συνήθως με πολύ υποκειμενικά και συγκυριακά κριτήρια]. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν το αμπαλάζ των εννοιών, αρνούμενοι ή αδυνατούντες να προσδιορίσουν με ακρίβεια το περιεχόμενο. Κοινός παρονομαστής: αντί για σταθερές κόκκινες γραμμές προτιμώνται οι ασαφείς γκρίζες ζώνες.
Μέσα σ’ αυτό το ιδεολογικό αλαλούμ εμφανίστηκαν και οι Γέφυρες. Κατά τη γνώμη μου-και παρά την προσωπική αξία πολλών συμμετεχόντων- ουδείς μπορεί σήμερα να ρίξει γέφυρα για ουδένα, απλά διότι έχουν άπαντες ξε-χάσει την τέχνη του κτίστη αφού χρόνια τώρα γκρέμιζαν κι αποδομούσαν ό,τι δεν γούσταραν από τα κτισίματα των άλλων. Πέραν τούτου προκύπτει κι ένα ζήτημα αξιοπιστίας αρκετών πολιτευτών [ή και αξιωματούχων] της Κυβερνώσας.
Pay-ρολίστες επιχειρηματιών που ντύθηκαν υπουργοί, παρακοιμώμενοι που τρυπώνουν παντού [αρκεί να μη βλέπουν και να μη μιλάνε], ψευδολόγ(ι)οι, διάφοροι βεβαρημένοι της Επταετίας, οι οποίοι εμφανίζονται ως το νέο αριστερό[;] ήθος που θ’αποτρέψει την παλινόρθωση της Δεξιάς [την οποία βεβαίως υπηρέτησαν επί μακρόν κι όχι ανιδιοτελώς] δεν πληρούν, ούτε τιμούν τα όποια κριτήρια επιλογής..
Με λίγα λόγια τα πολιτικά μέτωπα χτίζονται από ανθρώπους ‘με καθαρό μέτωπο γιατί αλλιώς παρασύρουν στην ανυποληψία και τους εμπνευστές τέτοιων κινήσεων κι αξιολογήσεων. Ακόμα κι αν τα πλοία ‘της γραμμής’ έχουν κρυμμένα στ’ αμπάρια τους μεγάλες ποσότητες μπαρούτι σκανδάλων, ακόμα και τότε περισσότερο κίνδυνο έχει το πλήρωμα να του κάνουν ρεσάλτο οι ‘πειρατές της εξουσίας’ παρά να φτάσει το καράβι σ’ απάνεμο λιμάνι.
Το μέγα ερώτημα παραμένει : γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός αποδέχονται ή και ‘υιοθετούν’ γονατιστούς πολιτικούς και γονατισμένους ανθρώπους, οι οποίοι, ενώ ευαγγελίζονται την ‘όρθια κοινωνία’, στην πραγματικότητα προβάλλουν το απεχθές παράδειγμα του οσφυοκάμπτη τυχοδιώκτη.
Πάντως, για να επανέλθουμε στην αρχική μας απορία, αν εξαιρέσουμε τη διαπίστωση [κοινής αποδοχής] ότι λαϊκιστές είναι οι ‘άλλοι’, οι περισσότεροι που δηλώνουν ‘προοδευτικοί’ ταυτίζουν την πρόοδο με τη δική τους [οικονομική] εξέλιξη, αδιαφορώντας για τη βελτίωση των δημοσίων πραγμάτων [res publica]. Η προοδευτικότητά τους ‘τεκμαίρεται’ από τις σχέσεις τους, τις άσφαιρες δηλώσεις στήριξής τους σε κείμενα διανοουμένων ή και σε καφέδες στην πλατεία Κολωνακίου [αυτό αφορά κυρίως τους πρώην εκσυγχρονιστές]. Ως προοδευτικοί, μ’ επίσημη ετικέτα, μπορούν να κάνουν ‘τις όποιες δουλειές τους’ ανενόχλητοι, ίσως κι ατιμώρητοι.
Από την άλλη κάποιοι με βεβαρημένο οικογενειακό παρελθόν, προκειμένου να μη διαλευκανθεί το παρελθόν τους, επιχειρούν να λευκανθεί το παρόν τους, παίζοντας τους αριστερούς ή τους συνοδοιπόρους.
Αυτοί οι ανθρωπολογικοί τύποι του ‘’πονηρούλη πολιτευτή’’, που προσαρμόζονται χαμαιλεοντικά σε ό,τι η συγκυρία επιβάλλει προς ίδιον όφελος’, αλλά με ιδεολογική άχνη [sic], μολύνουν τόσο την ιστορία των αριστερών της θυσίας, όσο και τη νέα γενιά των αριστερών της ανατροπής. Εφιστούμε λοιπόν την προσοχή στους ιθύνοντες της Κυβερνώσας. Ιδίως αυτοί που γνωρίζουν το σκοτεινό βάθος των προσωπείων και το απύθμενο θράσος των ριψάσπιδων-όσο και να τους βολεύει η εργαλειοποίηση του φόβου [για να ψηφίζουν ορισμένοι τα πάντα ώστε να κρατηθούν μυστικά τ ’ανομήματά τους]- έχουν διπλό χρέος: αυτοκάθαρση [μετά ακουσίας εξόδου] και απαγόρευση εισόδου εφεξής στους ‘προοδευτικούς-αριστερούς της γκροτέσκας αποκριάτικης μάσκας’.
Την πλειοψηφία θα τη δώσει στην Αριστερά ο ελληνικός λαός κι όχι οι ψευδο-συν-αγωνιστές μιάς χρήσης.
ΥΓ. ’Στο τέλος
πήρε τη μορφή πολιτικού-οι μεταμορφώσεις
γίνονταν πια από μόνες τους’ [Σ.Σαράκης]»