Μπορεί μικροί- μεγάλοι να ξέρουμε απ’ έξω και ανακατωτά τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, καθώς όλοι μας, κάποτε, τα ψάλλαμε, παρ’ ότι κάποιοι στίχοι μας φαίνονταν ασυνάρτητοι και δεν μπορούσαμε να τους ερμηνεύσουμε.
Γιατί ο «Άγιος Βασίλης έρχεται και δεν μας καταδέχεται»; Τι είναι το «Ζαχαροκάντυο ζυμωτή» και από που και ως που λέμε «Ψηλή μου δεντρολιβανιά» στα κάλαντα;
Ας δούμε λοιπόν πώς εξηγείται αυτή η ασυναρτησία που όλοι γνωρίζουμε, αλλά ελάχιστοι καταλαβαίνουμε.
Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
Ψηλή μου δεντρολιβανιά (1)
Κι αρχή καλός μας χρόνος
Εκκλησιά με τ’ άγιος θόλος (2)
Άγιος Βασίλης έρχεται
Και δε μας καταδέχεται (3)
Από την Καισαρεία
Συ είσ’ αρχόντισσα κυρία (4)
Βαστάει πένα και χαρτί
Ζαχαροκάντυο ζυμωτή (5)
Χαρτί-χαρτί και καλαμάρι
Δες και με το παλικάρι (6)
Ιδού η ερμηνεία
Η ιστορία για τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς διαδραματίζεται στο Βυζάντιο και πρόκειται για μία ιστορία αγάπης.
Εκείνα τα χρόνια, λοιπόν, οι φτωχοί άνθρωποι δεν είχαν το δικαίωμα να μιλούν στους αριστοκράτες-τισες, παρά μόνο σε γιορτές, όπου μπορούσαν να τους απευθύνουν ευχές.
Κάποιος νεαρός λοιπόν, ταπεινής καταγωγής, ήταν ερωτευμένος με μια αρχοντοπούλα.
Επειδή όμως δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτό να την πλησιάσει, παρά μόνο σε περίοδο εορτών για να της απευθύνει ευχές, αποφάσισε ανάμεσα στα κάλαντα του Μεγάλου Βασιλείου, να εντάξει και ένα ερωτικό ποίημα, που είχε συνθέσει.
Αρχίζει λοιπόν και βάζει ενδιάμεσους στίχους ανάμεσα στις ευχές, με σκοπό να εκδηλώσει με αυτόν τον πρωτότυπο τρόπο τον έρωτά του για εκείνη.
Έτσι λοιπόν την αποκάλεσε ψηλή, σαν δεντρολιβανιά (1)
Επειδή φορούσε ένα από τα ψηλά τα κωνικά καπέλα με το τούλι στην κορυφή, την παρομοιάζει με Εκκλησιά με τ’ Άγιος θόλος (θόλος εκκλησίας) (2).
Της λέει ότι δεν τον καταδέχεται (3) (παρ΄όλο που έρχεται ο Άγιος Βασίλης) γιατί είναι αρχόντισσα κυρία (4).
Τέλος κλείνει με όμορφα λόγια, χαρακτηρίζοντάς την ζαχαροκάντυο ζυμωτή (5), δηλαδή φτιαγμένη από ζάχαρη και την παρακαλεί να του ρίξει μια ματιά (δες και με το παλικάρι (6)).
Αυτά λοιπόν τα παράδοξα κάλαντα πέρασαν από γενιά σε γενιά και έγιναν τα πιο διαδεδομένα σε όλη την Ελλάδα.