Η γοητεία να ψάχνουμε «τι μπορεί να υπάρχει πίσω», κάνει συναρπαστικά μυστηριώδη τα πολύπτυχα γεγονότα. Οι «αναλύσεις» όμως για να γεμίζουν εκπομπές τα κάνουν ακόμη πιο «δυσνόητα με την μέθοδο της υπέρ-απλούστευσης» για τους απλούς ανθρώπους, που κατά κανόνα είναι θεατές, για τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα.
Ας δούμε ορισμένες υποθέσεις που ανέβηκαν στην αιχμή της επικαιρότητας το τελευταίο δεκαπενθήμερο:
Πρώτη, η αποφυλάκιση των αξιωματικών μας και οι εκδοχές του ρόλου των ΗΠΑ, της συγκυρίας, των «ύποπτων και υπόγειων» διευθετήσεων, ανταλλαγμάτων (μουφτήδες κά), της διπλωματίας, του θαύματος, κυριαρχούν και διανθίζουν το «δημόσιο πεδίο» ανάλογα με την πολιτική ή κομματική οπτική της κάθε πλευράς. Συμπέρασμα; τα «καλά είναι με πολλούς μετόχους και διεκδικητές, τα κακά είναι της κακορίζικης ή κακομαθημένης Ελλάδας, της εκάστοτε κυβέρνησης κοκ».
Δεύτερη, οι πρόσφατες επιτυχίες των αθλητών: από ταλέντο ή τύχη ή σκληρή, επίμονη προσπάθεια ή επιμέρους συνδυασμούς ή όλα μαζί; Και εδώ μόνο η «ατομικότητα», πουθενά η συμβολή της δημόσιας υποδομής ή πολιτικής. Αντίθετα μόνιμη επωδός η κριτική για κακές συνθήκες. Τώρα το πρόβλημα ήταν η «μη λειτουργία κλιματιστικών». Διακριτή η διαφορά της εθνικής εφήβων και ο προπονητής της.
Τρίτη, η έξοδος από τα μνημόνια: είναι αληθινή, καθαρή, ευοίωνη εξέλιξη ή μη, παραμύθι και άλλα τόσα. Η σκληρή λιτότητα έχει συνέχεια για τους μεν και χαλάρωση για τους δέ. Η αλήθεια στον «κύκλο του καλού και του κακού» έτσι κι αλλιώς είναι μια περιπέτεια για την σύγχρονη Ελλάδα σε ένα περιβάλλον γεμάτο κινδύνους, ερωτηματικά, αδυσώπητες καταστάσεις. Μια πλοκή, ένα γαϊτανάκι, μια «πολιτική μοίρα» που καλύπτει εμπάθεια, αντεκδίκηση, ταξικότητα επιλογών, αναρριχήσεις, άρρωστα πάθη δηλαδή ότι σκοτώνει τον έρωτα για την πολιτική, τον ρεαλισμό προόδου, την λύτρωση από την κρίση και την παρακμή. Είναι μια πορεία που στο κοντινό μέλλον η περιγραφή του δράματος αναμένεται μνημειώδης.
Και η τέταρτη, με φόντο την καταστροφή στο Μάτι και τους πυρόπληκτους ο «καυγάς» για τα επικοινωνιακά, το SMS, τα μαρούλια -ίσως να ‘χουμε και σύγκρουση «μαϊντανών με ραπανάκια»- προκαλούν αφού την τραγωδία εναλλάσσουν με την «κωμωδία» για χάρη μιας τυφλής αντιπαράθεσης.
Είναι προφανές ότι το σκηνικό αποδεικνύει ότι το πολιτικό παιχνίδι των εκλογών ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και την ΝΔ είναι ανοιχτό σε ότι αφορά τα ποσοστά και το άθροισμα των συμμαχιών για εκλογή πρόεδρου το ´20. Διαφορετικά η ΝΔ δεν είχε λόγο να εισάγει τα «κομματικά μανάβικα» και να χαμηλώσει επίπεδο στον αντίποδα του ύφους του προέδρου της . Όμως για την πλειοψηφία της κοινωνίας οι ακραίες πρακτικές απορρίπτονται και απογοητεύουν. Γιατί γνωρίζει καλά ότι το πρόβλημα με την Τουρκία για την εκμετάλλευση του Αιγαίου και την Κύπρο παραμένει. Η διαίρεση και η απουσία μίνιμουμ συναινέσεων στην οικονομία– την εποχή της τεχνολογικής καινοτομίας και κυοφορούμενων κοινωνικών αλλαγών – διατηρεί ανοιχτό τον κίνδυνο ανάδρασης του παρελθόντος που έφερε την χρεοκοπία. Χωρίς συλλογική δουλειά και οράματα, αμοιβαία αναγνώριση, με αυτό-μαστίγωμα και διαρκή απαξία του ενός προς τον άλλο και «όλων μαζί κατά της πολιτείας» δεν κλείνουμε πληγές.
Αν ανατρέξουμε πάλι στην αρχαία Ελλάδα, στον ιστορικό Ξενοφώντα: «λίθοι και πλίνθοι και ξύλα και κέραμοι ερριμμένα ουδέν εστί» δηλ. τα υλικά από μόνα τους, χωρίς σειρά και συναρμολόγηση, δεν κάνουν ένα σπίτι, χρειάζεται οργάνωση, ενότητα προσπαθειών, κοινή εργασία. Το «μετά» του μνημονίου θέτει αυτό ακριβώς το αμείλικτο ερώτημα: είμαστε αποφασισμένοι να συνεννοηθούμε για να φτιάξουμε σπίτι; -κάτι που δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ιδεολογικές και πολιτικές γραμμές, προοδευτικές ή οπισθοδρομικές– ή το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε να «ασχολούμαστε» με «ζαρβατικά» και όπου βγει;
* Ο Σπύρος Παπασπύρος είναι πρώην Πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ