Τα ποιοτικά στοιχεία των εξαμηνιαίων «Τάσεων» της MRB επιβεβαιώνουν την πραγματική φθορά του ΣΥΡΙΖΑ

0

Πριν από λίγες μέρες δημοσιοποιήθηκε η εξαμηνιαία έρευνα της ΜRB. Σε προηγούμενο άρθρο μας είχαμε αναφερθεί στα ποσοτικά στοιχεία, όπου διαπιστώνουμε ότι παγιώνεται μια διαφορά λίγο κάτω από το 10% ανάμεσα στα δύο πρώτα κόμματα και άρα μια αίσθηση «σταθερότητας» που θα αποτελούσε και την αφετηρία της προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ να αντιστρέψει τη βασική τάση και να ανακτήσει μέρος των ψηφοφόρων του.
Εκτός από αυτό, τα ποιοτικά στοιχεία της έρευνας δείχνουν ότι τα πράγματα είναι αρκετά πιο σύνθετα και πιο δύσκολα για την κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν κατορθώσει να συγκεντρώσουν μια ιδιαίτερα έντονη αρνητική πολιτική γνώμη. Στο ερώτημα ποιο από τα δύο κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ, θα θέλατε να κερδίσει έστω και με μία ψήφο διαφορά στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, το 36,7%  απαντά η ΝΔ, το 25,3% ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το 30,3% κανένα κόμμα.
Όμως, στο ερώτημα ποιο από τα δύο κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ, θα σας ενοχλούσε αν κερδίσει έστω και με μία ψήφο διαφορά στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, το 46,9% απαντά ΣΥΡΙΖΑ και το 26,8% απαντά ΝΔ. Αυτό αποτυπώνει μια ιδιαίτερα αρνητική κρίση και μια εμφανή επιθυμία πολιτικής αλλαγής.
Επιπλέον η κυβέρνηση έρχεται να εισπράξει το επιπλέον πολιτικό κόστος για τη συμφωνία με την πΓΔΜ.
Είναι εντυπωσιακό ότι παρότι ένα μεγάλο ποσοστό θεωρεί αρνητικό το γεγονός ότι δεν έχει επιλυθεί τόσα χρόνια το ζήτημα, η μεγάλη πλειοψηφία (68,3%) έχει σαφώς αρνητική θέση για την Συμφωνία των Πρεσπών. Οι πολίτες δείχνουν ιδιαίτερη αντίθεση στο πώς λύνεται το θέμα του ονόματος και στο πώς υπάρχει έστω και έμμεσα αναγνώριση «μακεδονικής» γλώσσας και ταυτότητας, ενώ δεν πείθονται από τα επιχειρήματα ότι με αυτό τον τρόπο επιλύεται μια εκκρεμότητα και αναβαθμίζεται η θέση της χώρας μας.
Οι τάσεις αυτές, που συμπίπτουν και με άλλες έρευνες που είδαν το φως της δημοσιότητας, αποδεικνύουν ότι υπήρξαν παράμετροι που η κυβέρνηση δεν στάθμισε στο χειρισμό του ζητήματος.
Έχει γίνει πια φανερό ότι ο αρχικός σχεδιασμός ήταν η κυβέρνηση μέσα σε σύντομο διάστημα να δείξει ότι μπορεί να λύνει προβλήματα που άλλες κυβερνήσεις άφησαν ανεπίλυτα, υλοποιώντας την έξοδο από τα μνημόνια και επιλύοντας το Μακεδονικό. Προφανώς σε αυτό το σχεδιασμό υπήρχε και η εκτίμηση ότι 26 χρόνια μετά το 1992 δεν θα υπήρχαν οι ίδιες φορτίσεις για το θέμα αυτό στην κοινωνία.
Αυτό που δεν υπολόγισαν ήταν η ψυχολογία στην οποία έχει βρεθεί η ελληνική κοινωνία. Οκτώ χρόνια μνημονίων βιώθηκαν ως μια ακολουθία πληγμάτων στην ατομική οικονομική και κοινωνική κατάσταση αλλά και ως χτύπημα σε ένα συλλογικό αίσθημα αξιοπρέπειας. Αυτή η εμπεδωμένη αίσθηση ενός πληγωμένου «εθνικού φιλότιμου» ήρθε να γίνει ακόμη πιο έντονη με τη Συμφωνία των Πρεσπών, που βιώθηκε ως μία ταπεινωτική κίνηση.
Είναι σε αυτό το κλίμα που η κυβέρνηση έχει επιπλέον φθορά και από το Μακεδονικό, αντί να εισπράττει τα οφέλη μιας εικόνας ρεαλισμού και ικανότητας επίλυσης προβλημάτων.
Έτσι λοιπόν όταν φτάσουμε στις κάλπες με την κυβέρνηση να «πουλάει» τη βελτίωση της ζωής των πολιτών, αυτό που θα μετρήσει τελικά είναι το… μακεδονικό. Η συμφωνία των Πρεσπών ουσιαστικά ξύπνησε στο λαό αυτό το αίσθημα της ήττας που βιώνει, των συνεχών χαστουκιών που τρώει από τους μεγάλους και που δεν μπορεί να ανεχτεί ότι θα φάει και από τα μικρά Σκόπια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία μέσα από έναν συνδυασμό αρνητικής εικόνας των άλλων κομμάτων και δικής του δυνατότητας να παρουσιάζει ως «η ελπίδα». Πάνω από 3 χρόνια μετά, έχοντας δώσει σαφές δείγμα γραφής ως προς το πώς ασκεί κυβερνητικά καθήκοντα και αδυνατώντας να ξεδιπλώσει ένα θετικό όραμα, διαπιστώνει ότι είναι η σειρά του να πέσει θύμα μιας γενικευμένης αρνητικότητας, με το Μακεδονικό να εξελίσσεται σε πραγματική αχίλλειο πτέρνα του.

Share.

Comments are closed.