Ο Ερντογάν έχει πλέον επιβληθεί ως ο πιο ισχυρός τούρκος ηγέτης μετά τον ιδρυτή της τουρκικής δημοκρατίας, τον Μουσταφά Κεμάλ.
Η νίκη του 64χρονου «σουλτάνου» Ρετζέτ Ταγίπ Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές της Κυριακής εδραιώνει ακόμα περισσότερο την εξουσία του στην Τουρκία, έπειτα από αυτή την κρίσιμη αναμέτρηση που σηματοδότησε τη μετάβαση στο προεδρικό σύστημα.
Τα πέντε πρώτα συμπεράσματα της εκλογής Ερντογάν από τον πρώτο γύρο:
- Ο Ερντογάν έπαιξε και του βγήκε
Παρά τη σκληρή προεκλογική μάχη, την έκπληξη “Ιντζέ”, τις σοβαρότατες καταγγελίες για παραποίηση αποτελεσμάτων αλλά και τη συνεχή πτώση της λίρας, το ρίσκο που ανέλαβε ο Ερντογάν προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές του βγήκε.
Ο Ερντογάν επικράτησε συγκεντρώνοντας το 52,5% των ψήφων, με πάνω από 99% των ψηφοδελτίων να έχει καταμετρηθεί. O τούρκος πρόεδρος που βρίσκεται στην κεφαλή της χώρας εδώ και 15 χρόνια, επανεξελέγη για μια νέα, πενταετή θητεία, στην οποία μάλιστα, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση, θα διαθέτει ουσιαστικά υπερεξουσιες. Κοντολογίς, έχει πλέον επιβληθεί ως ο πιο ισχυρός τούρκος ηγέτης μετά τον ιδρυτή της τουρκικής δημοκρατίας, τον Μουσταφά Κεμάλ.
Την ίδια στιγμή, δεδομένου ότι η συμμαχία του κόμματός του, του ΑΚP, με τους εθνικιστές τους Μπαχτσελί κέρδισε ποσοστό κοντά στο 53% στις βουλευτικές εκλογές που έγιναν ταυτόχρονα, ο Ερντογάν έχει πλέον στο έλεγχο του και το Κοινοβούλιο. Και έτσι τη δυνατότητα να εξουδετερώσει και τις τελευταίες εστίες που θα μπορούσαν να δυσκολέψουν τα σχέδιά του ή να παράσχουν κάποια θεσμικά αντίβαρα. Πρόκειται δίχως αμφιβολία για μια επιτυχία του Ερντογάν και μια καθιέρωση του καθεστώτος του, το οποίο μετά το τέλος της παρούσας θητείας του θα έχει διάρκεια πάνω από 20 χρόνια. - Μια τριχοτομημένη χώρα
Ο Ερντογάν μπορεί να κέρδισε, η κάλπη ωστόσο επιβεβαιώσε αυτό που οι περισσότεροι γνωρίζουν εδώ και καιρό. Δηλαδή, ότι στην σύγχρονη Τουρκία υπάρχουν βαθιές πολιτικές και πολιτισμικές διαιρέσεις και τομές. Ειδικότερα, το αποτέλεσμα επιβεβαιώνει ότι στην πραγματικότητα υπάρχουν τρεις Τουρκίες που δύσκολα μπορούν να βρεθούν υπό την σκέπη ενός κοινού αφηγήματος.
Η κεντρική Τουρκία, από τη μία, ψήφισε μαζικά τον Ερντογάν και ήταν ο καθοριστικός παράγων που του έδωσε και τη νίκη. Τα δυτικά παράλια της χώρας, η πιο δυτικόστροφη περιοχή, ψήφισε υπέρ του Ιντζέ, ενώ οι Κούρδοι ψήφισαν τον φυλακισμένο ηγέτη τους, Ντεμιρτάς. Εάν δει μάλιστα κανείς τα ποσοστά θα αντιληφθεί ότι το 52,5% του Ερντογάν έχει μια αντίστροφη, αρνητική όψη.
Έτσι, ο βασικός αντίπαλός του Ερντογάν, ο Μουχαρέμ Ιντζέ, κατέλαβε τη δεύτερη θέση με το 30,7% των ψήφων, ενώ η ετερόκλητη συμμαχία την οποία ένωσε η εναντίωση στον Ερντογάν εξασφάλισε το 34% των ψήφων, στις παράλληλες βουλευτικές εκλογές, με βάση τα αποτελέσματα που μετέδωσε το Ανατολή. Την ίδια στιγμή, ο ηγέτης του φιλοκουρδικού κόμματος, Ντεμίρτας συγκέντρωσε το 8% των ψήφων, ευρισκόμενος ο ίδιος στην… φυλακή, ενώ το κόμμα του κατάφερε να ξεπεράσει το 10% σε εθνικό επίπεδο, κάτι που του επιτρέπει να αναδείξει βουλευτές στο νέο τουρκικό κοινοβούλιο. - Μια “σκοτεινή” προεκλογική εκστρατεία
Η εκστρατεία σημαδεύτηκε από την πολύ άνιση κάλυψη των μέσων ενημέρωσης, στην οποία κυριάρχησε ο πρόεδρος Ερντογάν: κάθε ομιλία του αναμεταδιδόταν ολόκληρη από τα τηλεοπτικά δίκτυα.
Στον αντίποδα, ο υποψήφιος του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP), ο Σελαχατίν Ντεμίρτας, αναγκάστηκε να κάνει προεκλογική εκστρατεία μέσα από το κελί της φυλακής· κατηγορούμενος για «τρομοκρατικές» δραστηριότητες, παραμένει προφυλακισμένος από το 2016.
Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί το καθεστώς έκτακτης ανάγκης στο οποίο βρίσκεται η χώρα εδώ και καιρό, καθώς και οι συνεχείς διώξεις και το κλίμα εκφοβισμού που επικρατεί μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος πριν από δύο χρόνια.
Στα παραπάνω, ήρθαν να προστεθούν και οι σοβαρές καταγγελίες από την πλευρά της αντιπολίτευσης για παραποίηση του αποτελέσματος καθώς και η επισήμανση ότι οι εκλογές έγιναν χωρίς την παρουσία διεθνών παρατηρητών, κατόπιν σχετικής απαγόρευσης. Ο βασικός αντίπαλος του Ερντογάν, Μ. Ιτζέ φέρεται πάντως να «αναγνώρισε» τη νίκη του Ερντογάν τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα, σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο HaberTürk. - Θα αλλάξει η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν;
Το ερώτημα μοιάζει να πλανάται πάνω από τα δημοσιογραφικά γραφεία και τα τραπέζια των αναλυτών τις τελευταίες ώρες, χωρίς ωστόσο κανείς να μπορεί να δώσει με σιγουριά μια τελική απάντηση. Σύμφωνα με μία εκτίμηση, η νίκη Ερντογάν δεν θα αλλάξει πολλά πράγματα στις σχέσεις με τη Δύση, καθώς ο τούρκος πρόεδρος εξακολουθεί να θεωρεί ότι οι Δυτικοί βρίσκονται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, πίσω από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του. Σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις, ωστόσο, η εσωτερική επικράτηση Ερντογάν θα αφαιρέσει από τον πολιτικό προβληματισμό του τούρκου προέδρου την ανάγκη να κοιτά συνεχώς στο εσωτερικό μέτωπο, δίνοντας “ενέσεις εθνικιστικής ρητορικής πυγμής”, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές και σε πεδία της εξωτερικής πολιτικής.
Η αλήθεια είναι πάντως ότι οι χθεσινές δηλώσεις Ερντογάν κινούνται πιο κοντά στο πρώτο σενάριο. Μετά τη νίκη του, ο τούρκος πρόεδρος έσπευσε να δηλώσει ότι η λεγόμενη “πολιτική των εχθρών” θα συνεχιστεί. Ειδικότερα, όπως είπε, θα συνεχίσει τον αγώνα του εναντίον “εκείνων που μας απειλούν μέσω τρομοκρατικών οργανώσεων”. Οι πρώτες κινήσεις Ερντογάν μετά την επανεκλογή του σε αυτό το πεδίο αναμένονται με έντονο ενδιαφέρον. - Τι θα γίνει με τα ελληνοτουρκικά;
Μια επιμέρους πτυχή του προηγούμενου προβληματισμού αφορά βεβαίως και τις σχέσεις με την Ελλάδα. Πριν από μερικές ημέρες, σε συνέντευξη Τύπου, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών είχε προχωρήσει στη διατύπωση του συγκεκριμένου ερωτήματος ως εξής: “Όσον αφορά τον κ. Ερντογάν νομίζω ότι η συμπεριφορά του είναι στρατηγική, αυτή η νευρικότητα που δείχνει και ο αναθεωρητισμός. Το μεγάλο ερώτημα είναι μετά από τις εκλογές αν θα είναι πιο ανεβασμένοι ή πιο ‘ευγενείς’ οι τόνοι, ας το πω έτσι. Αυτό συνδέεται με πάρα πολλούς παράγοντες όσον αφορά το εκλογικό αποτέλεσμα, θα συνδεθεί με τον τρόπο και τον βαθμό που θα νικήσει ο κ. Ερντογάν, τόσο στην υποψηφιότητά του ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας όσο κι αν θα έχει μαζί του το Κοινοβούλιο. Διότι, εάν δεν έχει μαζί του το Κοινοβούλιο, μπορεί να υπάρξει ανταγωνισμός τόνων, προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Δεν θέλω να πω παραπέρα, θα περιμένουμε το αποτέλεσμα” είχε τονίσει ο κ. Κοτζιάς.
Σε κάθε περίπτωση, η συμμαχία με τους εθνικιστές του Μπαχτσελί στο Κοινοβούλιο, μια συμμαχία που προεκλογικά επένδυσε στους υψηλούς τόνους και τις εθνικιστικές εξάρσεις, δεν αφήνει, πάντως, πολλά περιθώρια εφησυχασμού. Θα δούμε ωστόσο πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα.
Πηγή: thetoc.gr